Tου Νίκου Κωνσταντάρα
Oσο περνούν τα χρόνια, παγιώνεται μια νέα σχέση ανάμεσα στους Ελληνες των πόλεων και τους συγγενείς και άλλους συγχωριανούς που έμειναν στην επαρχία. Εχουν ανάγκη ο ένας τον άλλον – επειδή οι μεν κατάφεραν να κάνουν τις πόλεις τους αβίωτες και οι δε δεν ξέφυγαν από την εξάρτηση από τη γη, είτε ως αγρότες είτε ως ασχολούμενοι με τουριστικές επιχειρήσεις. Εως πρόσφατα, οι άνθρωποι της επαρχίας καλωσόριζαν με ενθουσιασμό τους παραθεριστές, ως ανθρώπους που ποτέ δεν απομακρύνθηκαν και που πάντα ονειρεύονταν τον επαναπατρισμό τους.
Ο μύθος της καλύτερης ζωής στις πόλεις εξανεμίστηκε στη ρύπανση και τον ατελείωτο εκνευρισμό - και τα συμπλέγματα αυτών που έμειναν πίσω αντικαταστάθηκαν από την ευαρέσκεια ότι τώρα αυτοί κρατούν τα κλειδιά του επίγειου παραδείσου. Με τα χρήματα από την Ευρώπη, τον τουρισμό, τα αγροτικά προϊόντα και τις επιδοτήσεις, οι άνθρωποι της επαρχίας δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τους αστικοποιημένους συγχωριανούς τους όσον αφορά την πολυτέλεια, την κατανάλωση και το άγχος της υπερχρέωσης. Στα χωριά διαλύθηκε η παλιά ισορροπία ανάμεσα τους νέους και τους γέρους, τους πλούσιους και τους φτωχούς, τους μορφωμένους και τους αγράμματους. Τώρα η δύναμη ανήκει σε αυτούς που έχουν το χρήμα ή τις πολιτικές διασυνδέσεις για να πετυχαίνουν τους στόχους τους. Η ίντριγκα και οι συναλλαγές στην προώθηση ατομικών συμφερόντων έκαναν τους ανθρώπους της επαρχίας πιο Αθηναίους από τους Αθηναίους.
Σήμερα, οι άνθρωποι της επαρχίας έχουν οργανωθεί σε σημείο που αυτοί ελέγχουν τη σχέση τους με τους «άλλους». Η διαπλοκή ανάμεσα στους ισχυρούς της τοπικής κοινωνίας (λόγω χρήματος ή θέσης), τα τοπικά μέσα ενημέρωσης και τους μηχανισμούς των κομμάτων και του κράτους είναι εντονότατη και μόνιμη. Η ισχυρότερη διαχωριστική γραμμή δεν είναι πλέον ούτε πολιτική ούτε ταξική: είναι ανάμεσα στους «μόνιμους» και τους «περαστικούς», τους «παρόντες» και τους «απόντες». Οι «ντόπιοι» έχουν να αντιμετωπίσουν ο ένας τον άλλον κάθε μέρα, όταν οι «ξένοι» θα έχουν επιστρέψει στην πόλη. Δεν θέλουν να τα χαλάσουν με κάποιον του οποίου την ανάγκη μπορεί να έχουν μια μέρα, όταν ο «Αθηναίος» θα είναι μακριά. Αυτό το βλέπουμε στα πιο απλά πράγματα, όταν σε ένα χωριό κανείς δεν αντιδρά όταν κάποιος καταπατά την περιουσία ανθρώπου που δεν είναι μονίμως στο χωριό. Σε πιο πολύπλοκες υποθέσεις στήνονται μεγάλα κόλπα, τα οποία εμπλέκουν διάφορα μέλη της τοπικής κοινωνίας και πολιτικούς παράγοντες στην εξυπηρέτηση κάποιων συμφερόντων, θέτοντας ατομικά συμφέροντα πάνω από το δίκαιο, το περιβάλλον και το κοινωνικό σύνολο. Βλέπουμε, για παράδειγμα, να καθυστερεί η κατασκευή μιας μονάδας βιολογικού καθαρισμού λυμάτων επειδή αυτοί που μπορούν τη μεταφέρουν εκεί που άλλοι δεν τη δέχονται. Βλέπουμε να μετατρέπονται σχέδια πόλεως μόνο για να εξυπηρετηθούν κάποιοι, αδικώντας άλλους. Βλέπουμε να καταπατούνται περιουσίες και να μη μιλάει κανείς. Τα θύματα είναι ενίοτε είτε αδύναμα μέλη της τοπικής κοινωνίας (λόγω φτώχειας, γήρατος ή αμορφωσιάς) είτε «απόντες». Οταν οι απόντες αντιδρούν, οι άλλοι σχολιάζουν, «αυτοί δεν ζουν εδώ, γιατί μιλάνε;».
Το πιο εντυπωσιακό και επικίνδυνο στοιχείο της υπόθεσης είναι το θράσος αυτών που επιμένουν να εξυπηρετηθεί το δικό τους συμφέρον, και ας είναι άνομο. Είναι σαν να πιάνεις τον κλέφτη μέσα στο σπίτι σου και αυτός να αρνείται να φύγει – επειδή γνωρίζει ότι οι συγχωριανοί, η αστυνομία, ο δήμαρχος, η δικαιοσύνη και οι πολιτικοί παράγοντες είναι με το μέρος αυτού που παρανομεί, αρκεί να είναι «δικός τους». Αν αυτοί που είναι επιφορτισμένοι με την τήρηση των νόμων δεν αντιδράσουν και δεν σηκώσουν το βάρος της ευθύνης τους, αν δεν επιβάλουν τους νόμους σε όλους ανεξαιρέτως, η επαρχία θα καταντήσει το φέουδο των εκάστοτε ισχυρών, οι οποίοι οι ίδιοι θα κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή να τα χάσουν όλα από την ανάδειξη του επόμενου ισχυρού. Τότε, επιτέλους, θα καταλάβουν και αυτοί πως όταν οι νόμοι και οι θεσμοί χρησιμοποιούνται για προσωπικό συμφέρον, όλη η κοινωνία βγαίνει χαμένη.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου