Αναζητώντας τη λογοτεχνία στο αστυνομικό μυθιστόρημα
Με ποικίλες εκφάνσεις, το είδος διχάζει ως προς το αν μπορεί να δώσει έργα μεγάλης πνοής
Tου Σπύρου Γιανναρά
Εκτός από την παραλία, την ξαπλώστρα και τον ιδρωμένο καφέ, το καλοκαιράκι είναι συνυφασμένο στο συλλογικό μας ασυνείδητο και με το βιβλίο. Είναι η περίοδος που πολλοί από μας θα βυθιστούμε στο ένα βιβλίο, που σύμφωνα με τις στατιστικές διαβάζουμε τον χρόνο. Βιβλίο, το οποίο έχει μεγάλες πιθανότητες να είναι μυθιστόρημα και μάλιστα αστυνομικό. Τα αστυνομικά μυθιστορήματα δεν αποτελούν πλέον ένα ενιαίο σύνολο. Από την εποχή που αρκούσαν ένας φλεγματικός ντετέκτιβ με κοφτερό μυαλό, ένα πτώμα, τρεις ύποπτοι, ένας μπάτλερ και καλό ανακάτωμα για να φτιαχθεί ένα μυθιστόρημα αστυνομικής πλοκής, έχει χυθεί πολύ νερό στο αυλάκι. Το αστυνομικό μυθιστόρημα διήνυσε μεγάλη απόσταση, ξεκινώντας από τον Πόε, περνώντας από την ανατρεπτική Χάισμιθ, που έχρισε ήρωα τον δολοφόνο για τον οποίο αγωνιά ο αναγνώστης, και φτάνοντας στον Ελροϊ, ο οποίος σκιαγράφησε το πορτρέτο μας διαγράφοντας τα επίπλαστα όρια μεταξύ καλού και κακού. Στη σημερινή εποχή το αστυνομικό, «η Ιλιάδα της μεγαλούπολης» σύμφωνα με τον Τσέστερτον, λειτουργεί ως το δεκανίκι πάνω στο οποίο στηρίζονται οι λογοτέχνες και ως πρίσμα για την ανάγνωση κλασικών μυθιστορημάτων. Ωστόσο, όπως και το μυθιστόρημα στις απαρχές του, ενίοτε αντιμετωπίζεται ως το περιορισμένων δυνατοτήτων αποπαίδι της λογοτεχνίας. Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο το εν λόγω μυθιστόρημα σε όλες του τις πολυποίκιλες εκφάνσεις αποτελεί ένα «εύπεπτο» ανάγνωσμα, το ιδανικό όχημα για την ολοκλήρωση της απόδρασης του λαού στις παραλίες μακριά από κάθε προβληματισμό. Αν το μπόλι με το οποίο το μπολιάζει αναπαράγει έναν μεταλλαγμένο τύπο ανοστανάλατου μυθιστορήματος, τύπου «Κώδικας Ντα Βίντσι», ή αν, αντίθετα, είναι σε θέση να δώσει έργα μεγάλης πνοής όπου αντικατοπτρίζεται αυθεντικότερα η εποχή μας. Ζητήσαμε από την κριτικό λογοτεχνίας Τιτίκα Δημητρούλια και τον συγγραφέα Κώστα Κουτσουρέλη να τοποθετηθούν επί του θέματος.
Άποψη : Πρόχειρα εδέσματα χωρίς θρεπτική πέψη
Του Kωστα Kουτσουρελη*
Aπό μόνο του, το να είναι ένα λογοτεχνικό είδος εύπεπτο, δεν συνιστά πρόβλημα. Γιατί θα ’πρεπε άλλωστε; Είδη εύπεπτα, εύληπτα, “λαϊκά”, με την καλύτερη έννοια του όρου, υπήρξαν τόσα και τόσα, του αρχαίου δράματος μη εξαιρουμένου. Το ζήτημα είναι η πέψη να είναι αρκούντως θρεπτική, μάσηση και κατάποση να εφοδιάζουν τον οργανισμό με τα χρειαζούμενα, όχι απλώς να κολακεύουν για λίγο τη γλώσσα και το στομάχι. Το αστυνομικό μυθιστόρημα δεν μου φαίνεται τέτοιο. Αν έπρεπε να το συγκρίνω καλά και σώνει με τροφή, θα το παρομοίαζα με έδεσμα φτηνό ταχυφαγείου. Ο φαστφουντάς πνίγει τα αμφίβολα φαγώσιμα που σερβίρει, μέσα σε λαχταριστά λίπη και καρυκεύματα. Ο αστυνομικός συγγραφέας κατακαλύπτει τις άπειρες αποχρώσεις της ανθρώπινης πραγματικότητας με τα φανταχτερά του κλισέ. Οι χαρακτήρες του είναι σκιές χωρίς ατομικότητα, μορφές–καρμπόν, φιγούρες που ασφυκτιούν ζωσμένες τον κορσέ του «μυστηρίου». Ακόμη και οι πρωταγωνιστές του, όλοι αυτοί οι ποικιλώνυμοι ντετέκτιβ και επιθεωρητές, δεν μοιάζουν ποτέ ολόκληροι άνθρωποι, με σάρκα και οστά, αλλά κοινωνικοί μηχανικοί το πολύ, βγαλμένοι απ’ τα εγχειρίδια ενός Λομπρόζο ή ενός Κοντ. Γέννημα του θετικισμού και του επιστημονισμού του 19ου αιώνα, το αστυνομικό μυθιστόρημα δεν απαλλάχθηκε ποτέ στην ουσία απ’ τα κουσούρια τους: την πίστη στην εργαλειακότητα του κόσμου, την ανεξέταστη εμμονή στην «μέθοδο», τη λατρεία για τα «μικρά φαιά κύτταρα» του εγκεφάλου. Είναι αλήθεια: κάποιοι από τους συγγραφείς του καιρού μας προσπάθησαν να το απαλλάξουν από τη κληρονομημένη του σχηματικότητα. Ανοίχτηκαν έτσι στην Ιστορία, τη φιλοσοφία, την πολιτική. Το αργότερο από τον Εκο όμως, το ξέρουμε: Μάταιος κόπος. Αμα αναποδογυρίσεις το τετράγωνο, παίρνεις τετράγωνο πάλι. Αινίγματα, ακροστιχίδες, γρίφοι, σταυρόλεξα, αστυνομικά μυθιστορήματα... Κάθε εποχή έχει τα πρόχειρα λογοτεχνικά της εδέσματα. Ολοι μας τα δοκιμάζουμε κάποτε, στα όρθια και στα βιαστικά. Ξεγελάμε έτσι την πείνα μας. Αλλά στο καθημερινό τραπέζι;
*Ο Κώστας Κουτσουρέλης είναι συγγραφέας.
Άποψη: Η ίδια η πραγματικότητα ως σύνθετο μυστήριο
Της Tιτικας Δημητρουλια*
Από τα Εγκλήματα της οδού Μοργκ του Πόε μέχρι την άνθηση του νουάρ, του αμερικανικού σκληρού και του νέου γαλλικού αστυνομικού μυθιστορήματος, η συζήτηση για τη θέση του αστυνομικού μυθιστορήματος καλά κρατεί. Σε πείσμα όμως των επικριτών του, το αστυνομικό μυθιστόρημα όχι μόνο συνεχίζει να αναπτύσσεται, αλλά έχει περάσει προ πολλού από την παραλογοτεχνία στη λογοτεχνία – με βάση την απλή παραδοχή που εξαρχής είχε διατυπώσει η γνωστή θεωρητικός της λογοτεχνίας Μαρτ Ρομπέρ: ένα λογοτεχνικό έργο δεν κρίνεται από το θέμα του, αλλά από το σχέδιο του συγγραφέα. Διαφορετικά η Δίκη, το Εγκλημα και Τιμωρία, το Ιερό αλλά και η Τερέζ Ντεκερού θα ήταν αστυνομικά μυθιστορήματα. Ισως λοιπόν δεν είναι σωστό να λέμε ότι σήμερα η λογοτεχνία, το μυθιστόρημα προστρέχουν στο αστυνομικό αναζητώντας στους κώδικές του την ανανέωσή τους. Είναι αλήθεια, βεβαίως, ότι αφενός τα αστυνομικά μυθιστορήματα πολλαπλασιάζονται με παράλληλη διεύρυνση του πεδίου αναφοράς τους και αφετέρου όλο και περισσότεροι συγγραφείς, που δεν υπηρετούν το είδος, στηρίζονται σε οργανωτικές δομές του αστυνομικού μυθιστορήματος στη συγκρότηση της πλοκής τους. Το θέμα του εγκλήματος, το σασπένς, η αγωνία, η επίλυση του μυστηρίου όμως ανέκαθεν αποτελούσαν στοιχεία του μυθιστορήματος και όχι μόνο – αρκεί να θυμηθούμε την αναγωγή της αστυνομικής λογοτεχνίας στον Οιδίποδα: αίνιγμα και λύση. Σήμερα η ίδια η πραγματικότητα που εισβάλλει εκ νέου στο μυθιστόρημα παρουσιάζεται ως αίνιγμα προς επίλυση. Από την άλλη, με αντίστοιχους όρους τίθεται το ζήτημα της αναπαράστασής της ως μυστήριο. Οι σαφείς κώδικες του αστυνομικού μυθιστορήματος, που παραπέμπουν στους κανόνες του σκακιού, προσφέρουν μια αρχή δόμησης της εικόνας του πραγματικού και, επιπροσθέτως, απευθύνονται στο συλλογικό ασυνείδητο που κατακλύζεται από αντιφατικά αισθήματα και το καθησυχάζουν με τη λύση του μυστηρίου. Το αστυνομικό μυθιστόρημα αποτελεί σήμερα –και πάντα– μια σημαντική πηγή μυθιστορηματικών δομών και τεχνικών, αλλά και οπτικών, που στηρίζουν την αφήγηση στις σύγχρονες αναζητήσεις της και στη σχέση της με το κοινό – και η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτό.
* Η Τιτίκα Δημητρούλια είναι κριτικός λογοτεχνίας.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου