13/8/09

Η σκηνοθεσία του δημόσιου βίου

Όταν ο πολιτικός λόγος υποχωρεί, τα θεάματα γίνονται προσφιλή

Της Σοφιας Ανεζιρη*

Tο καινούργιο βιβλίο του Άγγελου Χανιώτη καταπιάνεται με ένα πολύ σύγχρονο θέμα. Καθώς η θεατρικότητα έχει στις μέρες μας εισχωρήσει στις περισσότερες πτυχές του δημόσιου βίου (βλ. πολιτικούς image-makers, προεκλογικά debates, σκηνοθετημένα «αυθόρμητες» επισκέψεις πολιτικών σε νοσοκομεία, φτωχογειτονιές κ.λπ.), ενώ συγχρόνως βιώνουμε τα ίδια μας τα συναισθήματα μέσα από τη θεατρική δημοσιοποίησή τους (βλ. realities, on air «ιδιωτικούς» θρήνους), το βιβλίο αυτό μας ωθεί να κάνουμε συνεχείς αναγωγές στο σήμερα. Σε πολλά σημεία μάλιστα ο συγγραφέας υποδεικνύει και μάλιστα οπτικοποιεί τους συσχετισμούς με την εποχή μας.
Πολύ σωστά ο Χανιώτης επισημαίνει ότι η θεατρικότητα δεν είναι ένα καινοφανές φαινόμενο της ελληνιστικής εποχής (τέλη 4ου - τέλη 1ου αι. π.Χ.). Σκηνοθετημένες συμπεριφορές απαντούν στον ελληνικό πολιτικό βίο ήδη από την αρχαϊκή εποχή, ενώ θεατρικότητα αναγνωρίζεται σε θρησκευτικές τελετές που προϋπάρχουν του θεάτρου. Ιδιαίτερα στην Αθήνα, όπου οι θεατρικές παραστάσεις γίνονται νωρίς αγαπητές, οι πολίτες εμφανίζουν πολύ πριν από την ελληνιστική εποχή εξοικείωση με το θέατρο. Αυτό που καταγράφεται ως καινούργιο στην ελληνιστική εποχή είναι η εξάπλωση του φαινομένου σε περιοχές που μέχρι τότε δεν διέθεταν θεατρική παράδοση και επιπλέον η έντασή του.
Καθώς η επίδραση του θεάτρου/θεάματος και της θεατρικότητας στον ελληνιστικό δημόσιο βίο είναι σύνθετη και πολυεπίπεδη, η ανίχνευση και η ανάλυση των επιμέρους εκφάνσεών της δίνει στον συγγραφέα και συνακόλουθα στον αναγνώστη του βιβλίου την ευκαιρία να «διατρέξουν» όλο τον ελληνιστικό δημόσιο βίο στο «φαίνεσθαι» αλλά και στην ουσία του. Παρουσιάζονται σε ένα ευρύ κοινό ουσιώδη στοιχεία της μετά τον Μέγα Αλέξανδρο εποχής υπό το πρίσμα της θεατρικής συμπεριφοράς. Κατά την εποχή αυτή, ο αριθμός των γιορτών, των θεαμάτων ή τελετών και των θεάτρων αυξάνεται δραματικά. Οι νέες γιορτές εξυπηρετούν την πολιτική των πόλεων και των βασιλέων, προβάλλουν τον πλούτο, την ευημερία και την ιδεολογία τους, ενώ συγχρόνως διασκεδάζουν πολίτες και υπηκόους. Οταν ο πολιτικός λόγος υποχωρεί, η ουσιαστική επίδραση των πολλών στα κοινά συρρικνώνεται και η πολιτική εξουσία συγκεντρώνεται στα χέρια των ολίγων, τα θεάματα γίνονται ιδιαίτερα προσφιλή: εθίζουν τους πολίτες στο νέο παθητικό τους ρόλο, δημιουργώντας τους συγχρόνως την ψευδαίσθηση της συμμετοχής. Κατά τον Ηρακλείδη Κρητικό, η ελληνιστική Αθήνα «με τα θεάματα και τις διασκεδάσεις… κάνει τον απλό λαό να μη νιώθει την πείνα, αφού τον κάνει να ξεχνά τη διάθεση τροφίμων».
Ο ρόλος των θεάτρων
Ταυτόχρονα, η χρήση των θεάτρων επεκτείνεται. Συνελεύσεις του δήμου αλλά και δικαστήρια συγκαλούνται συχνά μέσα στα θέατρα. Μία από τις σημαντικότερες λειτουργίες των πόλεων των ελληνιστικών χρόνων, η απόδοση τιμών σε βασιλείς/ηγεμόνες, καθώς επίσης ντόπιους και ξένους ευεργέτες, «διεξάγεται» με θεατρικούς όρους μέσα σε θεατρικούς χώρους. Ο χώρος επηρεάζει τη μορφή και το περιεχόμενο των εκδηλώσεων, καθώς και τις προσδοκίες των συμμετεχόντων. Η θεατρική γλώσσα και οι θεατρικές τεχνικές αποκτούν νέες εφαρμογές στην πολιτική ρητορεία. Ο πολιτικός βίος εμπλουτίζεται με στοιχεία δράματος, οι αυλές των ελληνιστικών βασιλέων αποτελούν «σκηνή» εφαρμογής και εξέλιξης δραματικών και σκηνοθετικών τεχνικών.
Η σκηνοθεσία της πολιτικής ζωής χρησιμοποιείται επίσης, προκειμένου να ενισχυθεί η εξουσία των βασιλέων–ηγεμόνων ή της οικονομικο-κοινωνικής ελίτ των πόλεων. Υιοθετώντας θεατρικές συμπεριφορές και κώδικες, οι δημόσιοι άνδρες παρουσιάζονται αφοσιωμένοι στα κοινά, υπεύθυνοι, προσιτοί και συγχρόνως απόμακροι. Εφόσον η πραγματικότητα βρίθει από ανισότητες και η δημοκρατία γίνεται ψευδαίσθηση, σκηνοθετείται με λαϊκιστικά μέσα η γειτνίαση και η προσήνεια, ενώ αντίστροφα αλλά και παράλληλα προβάλλεται και πάλι με θεατρικό τρόπο η ανισότητα.
Το βιβλίο διαθέτει ενδιαφέρουσα εικονογραφική τεκμηρίωση, πλούσιες σημειώσεις και βιβλιογραφία στο τέλος. Το μέγιστο, ωστόσο, πλεονέκτημά του είναι η άριστη γνώση και χρήση των φιλολογικών/ιστοριογραφικών μαρτυριών και των επιγραφών. Το κείμενο εμπλουτίζεται με καλοδουλεμένες αποδόσεις των πηγών αυτών σε ρέοντα νεοελληνικό λόγο (και με παραθέματα ποιημάτων του Καβάφη σχετικών με τη θεατρικότητα της ελληνιστικής εποχής), ενώ οι σημειώσεις στο τέλος μας δίνουν τα αρχαιοελληνικά κείμενα στο πρωτότυπο, καλύπτοντας έτσι την ανάγκη του πιο εξειδικευμένου αναγνώστη να ελέγξει ο ίδιος τις πηγές. Η δουλειά του Χανιώτη αποδεικνύει με αυτό τον τρόπο ότι είναι εφικτό να απευθύνεται κανείς σε ευρύ κοινό χωρίς να υποτιμά την τεκμηρίωση, να παράγει κείμενα εξαιρετικά ενδιαφέροντα χωρίς να κάνει εκπτώσεις στην ακρίβεια και βέβαια να συνδέει το παρελθόν με το παρόν χωρίς να υποκύπτει σε απλουστεύσεις, γενικεύσεις και τακτικές εντυπωσιασμού.
*Η κ. Σοφία Ανεζίρη είναι καθηγήτρια Αρχαίας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Πηγή: Καθημερινή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου