"Ω, τι παράδοξο θαύμα! Η πηγή της ζωής σε μνήμα αποθέτεται κι ο τάφος σκάλα γίνεται που πάγει στον ουρανό. Ευφραίνου Γεθσημανή, η αγιασμένη εκκλησιά της Θεοτόκου. Ας κράξουμε οι πιστοί, έχοντες τον Γαβριήλ για ταξίαρχο: Kεχαριτωμένη, χαίρε, με σένα είναι ο Κύριος, που δωρίζει στον κόσμο, με σένα το μέγα έλεος".
Της Μαρίας Καραούλη
Με τούτα τα λόγια ο υμνωδός μιλάει για την Κοίμηση της Θεοτόκου, χωρίς να νιώθει πόνο για το χαμό της, αφού "εξ ης Θεός εσαρκώθη και παιδίον γέγονεν ο προ αιώνων υπάρχων Θεός ημών".
Στο "Άσμα Ασμάτων" ο Σολομών αναφέρει: "Και οσμή ιματίων σου υπέρ πάντα τα αρώματα, κηρίον αποστάζουσι χείλη σου νύμφη, μέλη και γάλα υπό την γλώσσαν σου, και οσμή ιματίων σου ως οσμή λιβάνου". Είναι τόσο ξεχωριστή, τόσο διαφορετική από τις υπόλοιπες γυναίκες, αλλά συγχρόνως είναι η ελπίδα των απελπισμένων, η χαρά των πικραμένων, η ράβδος του τυφλού, η άγκυρα των θαλασσοδαρμένων, η μάνα των ορφανεμένων, η μάνα όλων των ανθρώπων που νιώθουν δίπλα Της παρηγοριά. Η θρησκεία μας, όπως εμείς οι Έλληνες τη νιώθουμε, είναι πονεμένη, αφού ο Χριστός μας σταυρώθηκε και η Παναγία, η μητέρα του, υπέφερε κάθε θλίψη σ' αυτόν τον κόσμο. Γι' αυτό προσπέφτουμε στη Χάρη της και, όπως την είπανε οι παππούδες και οι πατεράδες μας, είναι η Καταφυγή μας, η Σκέπη του Κόσμου, η Γοργοεπήκοος, η Γρηγορούσα, η Ελεούσα, η Οδηγήτρια, η Παρηγορίτισσα και χίλια άλλα ονόματα που της έδωσαν οι Έλληνες στο διάβα της ιστορίας, ανάλογα με τα βάσανα που περνούσαν κάθε φορά.
Η Παναγία είναι η πικραμένη χαρά της Ορθοδοξίας, "το χαροποιόν πένθος", "η χαρμολύπη" μας, "ο ποταμός ο γλυκερός του ελέους". Είναι χαρά και λύπη μαζί ο θάνατός της, διότι δεν πρόκειται για θάνατο αλλά για τη μετάστασή της στην Άνω Ιερουσαλήμ, εκεί όπου θα συναντήσει το μονάκριβο γιο της.
Κατά το συναξαριστή, τη μετάσταση της Παναγίας ανήγγειλε στην ίδια ο Άγγελος τρεις μέρες πριν από την πραγμάτωσή της. Εκείνη με χαρά δέχτηκε το άγγελμα, αφού θα συναντούσε τον πολυαγαπημένο και μονάκριβο γιο στη θριαμβεύουσα Εκκλησία Του. Κάλεσε τότε στο σπίτι της συγγενείς και γείτονες και τους ανακοίνωσε το επικείμενο μεγάλο ταξίδι: "Ετοιμάζει την κλίνη και πάντα τα προς ταφήν επιτήδεια".
Οι γυναίκες, καθώς άκουσαν για την αναχώρηση από την παρούσα ζωή της Θεομήτορος, "μετ' οιμωγής ωλοφύροντο". Η Παναγία τις διαβεβαίωσε πως δεν θα παύσει να φροντίζει για όλον τον κόσμο και μετά τη μετάστασή της. Θα γίνει η μεσίτρια στον Υιό της για τη σωτηρία του κόσμου. Υπόσχεση που τηρεί μέχρι σήμερα. Και θα τηρεί ως τη συντέλεια του κόσμου.
Εμείς οι Έλληνες έχουμε πολλές φορές βεβαιωθεί για την τήρηση της μεγάλης αυτής υπόσχεσης, γι' αυτό και την τιμούμε περισσότερο από κάθε άλλο ιερό πρόσωπο. Αληθινά χαιρόμαστε ακόμη και την ημέρα της Κοιμήσεώς της γιατί: "Για Σένα, χαίρεται όλη η πλάση. Σήμερα που κοιμήθηκες, θαρρείς πως η χαρά γίνηκε πιο μεγάλη, η θλίψη άλλαξε σε αγαλλίαση, η ελπίδα ζωήρεψε αντί να αποσκιάσει και πλημμύρισε τις καρδιές μας", γράφει ο Φώτης Κόντογλου.
Εκκλησίες της βρίσκονται πολυάριθμες σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο, ιδιαίτερα το νησιωτικό, ορισμένες δε, όπου υπάρχουν θαυματουργές εικόνες της, αποτελούν πανελλήνια θρησκευτικά προσκυνήματα, όπως η Παναγία της Τήνου, η Παναγία Σουμελά κ.ά.
Παναγία Σουμελά. Το σύμβολο της ποντιακής πίστης
Μία ιστορία, μία παράδοση και ένας θρύλος αγκαλιάζουν το σύμβολο του Πόντου, την Παναγία Σουμελά. Ο Νεόφυτος Καυσικαλυβίτης μας πληροφορεί ότι ο Ευαγγελιστής Λουκάς χάραξε τη μορφή της Παναγίας πάνω σε ξύλο. Την εικόνα της Σουμελά έφερε στην Αθήνα μετά το θάνατο του Λουκά ο μαθητής του Ανανίας και την τοποθέτησαν σε περικαλλή ναό της Θεοτόκου. Για αυτό το λόγο αρχικά είχε ονομαστεί ως η Παναγία η Αθηνιώτισσα.
Στο τέλος του 4ου αιώνα (380-386) ιδρύθηκε στο όρος Μελά της Τραπεζούντας το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά από τους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο (κατά κόσμο Βασίλειος και Σωτήρχος, θείος και ανιψιός, κάτοικοι και οι δύο Αθηνών).
Η παράδοση λέει ότι οι μοναχοί, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα της Παναγίας, ακολούθησαν την πορεία της εικόνας που πέταξε ως τον Πόντο. Πέρασαν από τα Μετέωρα, τη Χαλκιδική και από την παραλία της μονής Βατοπεδίου ένας άγνωστος τους πήρε με το καράβι του και τους πήγε ως τη Μαρώνεια. Από κει πεζοπορώντας πέρασαν τη Ραιδεστό, έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη και με ένα πλοιάριο πήγαν στην Τραπεζούντα.
Εκεί τους εμφανίστηκε και πάλι η Παναγία, πληροφορώντας τους ότι η εικόνα της προπορεύεται στο όρος Μελά. Συνέχισαν αγόγγυστα το ταξίδι τους.
Με πυξίδα τον Πυξίτη ποταμό ανηφόρησαν προς το όρος Μελά. Εκεί βρέθηκαν μπροστά σε μία σπηλιά, από την είσοδο της οποίας παρατήρησαν μία χρυσαφένια λάμψη. Ήταν το φως της εικόνας της Αθηνιώτισσας.
Γονατιστοί και δακρυσμένοι ευχαρίστησαν την Παναγία και της υποσχέθηκαν ότι στο σημείο θα χτίσουν προς τιμήν της ναό.
Με μοναδικά εφόδια την πίστη, την επιμονή και την εργατικότητα, οι δύο ερημίτες μοναχοί κατόρθωσαν να χτίσουν την εκκλησία της Σουμελιώτισσας, σκαλιστή μέσα στο βουνό. Από τότε έγινε γνωστή ως Παναγία Σουμελά (εις του Μελά -στου Μελά- Σουμελά).
Μέχρι το 1922 υπήρξε ο οδηγός, ο παρηγορητής, ο συμπαραστάτης, το καταφύγιο και ο εμψυχωτής των Ποντίων. Υπήρξε επίσης ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες διατήρησης της ελληνικής γλώσσας και ταυτότητας, καθώς και της αναζωπύρωσης της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των πιστών.
Ο αναπάντεχος ξεριζωμός ερήμωσε, μαζί με τον αλησμόνητο Πόντο, και τη Βίγλα της Σουμελιώτισσας. Με την ανταλλαγή τα ιερά κειμήλια παραχωρήθηκαν και το 1931 τα ξέθαψε και τα έφερε στην Ελλάδα ο Αμβρόσιος ο Σουμελιώτης.
Από το 1952 αρχίζει μία νέα περίοδος. Η ελλαδική ιστορία της Παναγίας Σουμελά. Από το 1952, οπότε χτίστηκε ο ναός, η εικόνα θρονιάστηκε στο νέο θρόνο της, στο μοναστήρι του Βερμίου Ημαθίας. Σκοπός της ανέγερσης της μονής δεν ήταν η ίδρυση στον ελλαδικό χώρο ακόμη ενός μοναστηριού αλλά ενός προσκυνήματος που θα αποτελούσε σύμβολο και φάρο.
Η Παναγία της Σιάτιστας
Ιδιαίτερα επιβλητικός και γραφικός είναι ο εορτασμός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας Μικροκάστρου στη Σιάτιστα.
Στο μοναστήρι αυτό εκατοντάδες πιστοί από όλη τη Δυτική Μακεδονία προσκυνούν κάθε χρόνο τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, που χρονολογείται από το 1603. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποτελεί η αναβίωση του εθίμου των προσκυνητών καβαλάρηδων Σιατιστινών (φωτογραφία), οι οποίοι με τα στολισμένα άλογά τους κατεβαίνουν στο μοναστήρι της Παναγίας και ύστερα επιστρέφουν στη Σιάτιστα, όπου η υποδοχή τους από τις αρχές και το λαό είναι μεγαλοπρεπής.
Το έθιμο έχει τις ρίζες του στα χρόνια της τουρκοκρατίας, όταν το πανηγύρι του μοναστηριού στις15 Αυγούστου έδινε την ευκαιρία στους κατοίκους της περιοχής να ζήσουν μία μέρα ελευθερίας.
Οι αδούλωτοι Σιατιστινοί τότε έβρισκαν την ευκαιρία, έφιπποι, με στολισμένα τα άλογά τους, κάτω από τα μάτια των Τούρκων, να δείξουν τη λεβεντιά τους και να διατρανώσουν την ελπίδα για την αποτίναξη του ζυγού της δουλείας.
Η Μεγάλη Παναγία, η Ρεβενίκια
Η Μεγάλη Παναγία (η Ρεβενίκια) είναι ένα από τα παλαιότερα χωριά της Χαλκιδικής. Αναφέρεται πολύ συχνά στα βυζαντινά έγγραφα του Αγίου Όρους, στα οποία οι παλιότερες σχετικές αναφορές είναι του έτους 942. Το 1821 καταστράφηκε από τους Τούρκους. Το χωριό άρχισε να γίνεται ιδιαίτερα γνωστό μετά το 1860, όταν οργανώθηκε το προσκύνημα της Παναγίας.
Κατά την παράδοση μία ευσεβής Ρεβενικιώτισσα έπειτα από όνειρο έσκαψε και βρήκε τη θαματουργή εικόνα της Παναγίας. Στο χώρο όπου βρέθηκε οικοδομήθηκε το 1863 περικαλλής ναός προς τιμή της Παναγίας. Από τότε κάθε χρόνο την περίοδο από 1 έως 15 Αυγούστου συγκεντρώνονται προσκυνητές από όλη τη Χαλκιδική και τη Βόρεια Ελλάδα, στήνουν πρόχειρους καταυλισμούς στο χώρο γύρω από το προσκύνημα και παραμένουν εκεί, ώσπου να τελειώσει το μεγάλο πανηγύρι της 15ης Αυγούστου.
Γύρω στο 1870 το ρωσικό προξενείο της Θεσσαλονίκης, διαβλέποντας τη σημασία του προσκυνήματος ως κέντρου προπαγάνδας, προσπάθησε να το εξαγοράσει και να το κάνει εξάρτημα της Ι. Μονής Παντελεήμονος του Αγίου Όρους, στην οποία τότε κυριαρχούσαν οι ρώσοι μοναχοί. Χάρη στην άψογη στάση των Ρεβενικιωτών και στη βοήθεια του ελληνικού προξενείου της Θεσσαλονίκης αποσοβήθηκε κάθε κίνδυνος να μετατραπεί το προσκύνημα σε κέντρο πολιτικής προπαγάνδας.
Μετά την απελευθέρωση το χωριό πήρε το όνομα που καθιερώθηκε με το προσκύνημα και ονομάστηκε Μεγάλη Παναγία. Το 1979 άγνωστοι ιερόσυλοι διέρρηξαν το ναό και έκλεψαν την εικόνα τής Παναγίας, η τύχη της οποίας αγνοείται μέχρι σήμερα, παρά τις έρευνες που έγιναν και συνεχίζονται με ευθύνη της μητρόπολης Ιερισσού.
Το προσκύνημα της Παναγίας βρίσκεται περίπου 1.500 μ. ανατολικά του χωριού, στα αριστερά του δρόμου προς το Γομάτι. Ο ναός είναι κτισμένος σε μία κατάφυτη πλαγιά με άφθονα νερά και όμορφη θέα προς τον κάμπο της Μεγάλης Παναγίας. Κάθε χρόνο παραμονή της εορτής της Παναγίας τελείται μέγας πανηγυρικός εσπερινός και ανήμερα αρχιερατική θεία λειτουργία με τη συμμετοχή χιλιάδων πιστών.
Αγιογραφία και υμνωδία
Είναι συγκλονιστική η "Κοίμηση της Θεοτόκου" στη βυζαντινή αγιογραφία, όπου αναπαριστάται να κοιμάται η Παναγία με τη γαλήνη απλωμένη στη μορφή της σε απόλυτη εναρμόνιση με την ψυχική ομορφιά της.
Μια ομορφιά που διακρίνει κατεξοχήν την Παναγία με την "ωραιότητα της παρθενίας" της και το "υπέρλαμπρον το της αγνείας" της.
Αυτή η ομορφιά θα γίνει ακόμη πιο αισθητή τη βραδιά του Δεκαπενταύγουστου, κατά τη μεγάλη γιορτή της "Πλατυτέρας των Ουρανών" σκορπίζοντας το γαλάζιό της φως παντού πάνω στη γη.
Αμέτρητες είναι και οι υμνωδίες της Παναγίας. "Θεοτόκον κυρίως και αληθώς την Αγίαν Παρθένον κηρύττομεν, ως γαρ ο Θεός αληθώς ο εξ αυτής γεννηθείς, ούτως αληθής Θεοτόκος η τον αληθινόν Θεόν εξ αυτής γεννήσασα", γράφει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Η υμνωδία της εκκλησίας μας είναι ένας παράδεισος, ένα μυστικό περιβόλι που μοσκοβολά από λογής λογής μυρίπνοα άνθη και τα πιο μυρουδικά, τα πιο εξαίσια, είναι αφιερωμένα στην Παναγία. Όλος ο κόσμος θλίβεται μαζί της και μαζί της χαίρεται με μια χαρά πνευματική: "Επί Σοι χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις, αγγέλων το σύστημα και ανθρώπων το γένος, ηγιασμένε ναέ και παράδεισε λογικέ, παρθενικόν καύχημα, εξ ης Θεός εσαρκώθη και παιδίον γέγονεν ο προ αιώνων υπάρχων Θεός ημών".
Πηγή: Μακεδονία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου