Συγγραφέας: Ντάσιελ Χάμετ
Εκδότης: Μεταίχμιο
Μετάφραση: Ανδρέας Αποστολίδης
Σελίδες: 254
Ημ. Έκδοσης: 01/11/2002
Περιγραφή
Ένας θησαυρός που γι αυτόν αξίζει να φτάσεις στο φόνο. Ένας αμφιλεγόμενος ιδιωτικός ντετέκτιβ, ο Σαμ Σπέιντ, με τον δικό κώδικα ηθικής. Ένας απατεώνας που μυρίζει λεβάντα, ο Τζόελ Κάιρο, ένας χοντρός άντρας ονόματι Γκάτμαν και η Μπρίτζιντ ΟΣόνεσι, μια όμορφη, προκλητική γυναίκα που κανείς δεν μπορεί να εμπιστευτεί. Αυτά είναι τα συστατικά της ιστορίας του Ντάσιελ Χάμετ, η οποία γοήτευσε τρεις γενιές αναγνωστών.
Κριτική
Η αστυνομική λογοτεχνία μάς έχει συνηθίσει σε έργα που το θελκτικότερο στοιχείο τους είναι η δέση και η λύση μιας πλοκής εμπλουτισμένης με εκκεντρικότητες, για να αιχμαλωτιστεί το ενδιαφέρον του αναγνώστη.
Ετσι, τα περισσότερα δείγματα του είδους αναφέρονται σε μια πραγματικότητα που θα μπορεί να αναδείξει όσο γίνεται περισσότερα στοιχεία κοινωνικού εξωτισμού, όπου οι εκκεντρικότητες θα είναι πιο πιθανοφανείς, ο καμβάς πιο πειστικός και τα πρόσωπα σε διαρκή κίνηση, πιο ικανά να συγκεντρώσουν το θαυμασμό του αναγνώστη.
Αυτό ήταν το ξεκίνημα. Γιατί η εξέλιξη -και αυτού του είδους- που παρατηρήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες και το οδήγησε στην ενηλικίωσή του έφερε στο προσκήνιο έργα και συγγραφείς που κατόρθωσαν ν αλλάξουν την παραδοσιακή εικόνα του. Δύο απ αυτούς, ο Ισπανός Μονταλμπάν και ο Αμερικανός Ελρόι, ο μεν πρώτος με τον πολιτικό-φιλοσοφικό εμπλουτισμό και την υποδόρια ειρωνεία του, ο δε δεύτερος με το ψυχικό βάθος που προσδίδει στα πρόσωπά του και την ανίχνευση που επιχειρεί στα σκοτάδια της ανθρώπινης ψυχής, έχουν καταφέρει να τροποποιήσουν την εικόνα που είχε ο μέσος αναγνώστης για την αστυνομική λογοτεχνία.
Αν ξεκινήσαμε με αυτή την εισαγωγή προκειμένου να παρουσιάσουμε το «Γεράκι της Μάλτας» του Ντάσιελ Χάμετ, είναι γιατί το βιβλίο αυτό συνιστά ένα κλασικό στο είδος του μυθιστόρημα, έστω και αν η πατίνα του χρόνου που καλύπτει τα κλασικά βιβλία δεν τα ακοντίζει ταυτόχρονα στη ζώνη του απυρόβλητου.
Και πρώτα απ όλα, όπως ίσως θα το απαιτούσε η αστυνομική λογοτεχνία, η «υπόθεση»: μια γυναίκα αναθέτει σ έναν ντετέκτιβ, τον Σπέιντ, αρχετυπικό δείγμα ιδιωτικού αστυνομικού, μια ρουτινιέρικη υπόθεση εξαφάνισης. Την ίδια περίπου στιγμή γίνονται δύο φόνοι. Ο Σπέιντ αναλαμβάνει δράση...
Μέσα από μια περίτεχνα κλιμακούμενη δράση, έναν πολυπληθή θίασο που ανεβάζει επί σκηνής και αφού προετοιμάσει τον αναγνώστη για όλες τις πιθανές εξελίξεις, ο συγγραφέας φέρνει στο προσκήνιο το αντικείμενο-φετίχ: το πολύτιμο ομοίωμα ενός γερακιού, φορτωμένο με μια ολόκληρη, λιγότερο ή περισσότερο πιθανοφανή, ιστορική εκδοχή, επωμίζεται την υποχρέωση να εισαγάγει το ιστορικό παρελθόν σε μια αφήγηση ολοκληρωτικά αφιερωμένη στο μυθιστορηματικό παρόν.
Στους δύο πρώτους φόνους προστίθεται ακόμη ένας, νέοι ύποπτοι ενοχοποιούνται και μια καινούρια ομάδα κάνει την εμφάνισή της: ο ευφυής χοντρός Γκάτμαν -κατά κάποιον τρόπο το αντίπαλο δέος του Σπέιντ-, ο μπράβος του και ο ανατολίτης Κάιρο, ομάδα που διεκδικεί για λογαριασμό της το πολύτιμο αντικείμενο.
Είναι γνωστό πως η λαϊκή δεκτικότητα είχε πάντα -και συνεχίζει να έχει- ανάγκη από αφηγήσεις έξω από λογοτεχνικούς κανόνες, τους οποίους συχνά ο μέσος αναγνώστης αγνοεί ή αδιαφορεί γι αυτούς. Την ανάγκη αυτήν (που σήμερα την υπηρετούν, εκτός των άλλων, τα εξόχως αφηγηματικά τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων) την καλύπτουν τόσο η παραλογοτεχνία όσο και μια λαϊκότερη, λιγότερο λόγια λογοτεχνία -και χρήσιμο είναι αυτά τα δύο είδη να μη συγχέονται. Δεν είναι της ώρας να μιλήσουμε για τη σχέση αυτών των δύο, διακεκριμένων μεταξύ τους, ειδών με τους λογοτεχνικούς κανόνες (θεσπισμένους από ποιους και με ποια διαδικασία άραγε;). Ας ειπωθεί μόνο ότι και τα δύο αυτά είδη απαντούν στην αρχαία, σχεδόν πρωτόγονη ανάγκη του ανθρώπου -γνωστό γιατρικό της ψυχής- να ζει ζωές που δεν του ανήκουν, ζωές διά της αφηγήσεως, κι αυτό είναι ένα ψεύδος ζωτικό, που πάνω του στηρίζεται ακόμη και η πιο λόγια, η πιο πρωτοποριακή λογοτεχνία, η λογοτεχνία εν όλω. Σ ένα τέτοιο είδος λαϊκής λογοτεχνίας ανήκει και το «Γεράκι της Μάλτας».
Ας επανέλθουμε όμως: μετά την εμφάνιση αυτής της ομάδας και τις σχετικές περιπλοκές, ο Σπέιντ θα δώσει, βέβαια, τη λύση, τη δίκαιη λύση, αψηφώντας ακόμη και τα αισθήματά του για μια γυναίκα. Οσο για το γεράκι της Μάλτας, αυτό θα θριαμβεύσει ειρωνικά με την ψευδή παρουσία του.
Πρέπει να παρατηρήσουμε ότι από το βιβλίο δεν λείπουν τα κλισέ του είδους: ο παντογνώστης, παντοδύναμος, απόλυτα αρσενικός ντετέκτιβ, λίγο - πολύ σαν τον παντογνώστη αφηγητή, που με την παντογνωσία του υπονομεύει την πραγματική γνώση και συγκίνηση• η πατροπαράδοτη «εχθρότητα» ανάμεσα σε αστυνομία και ιδιωτικούς αστυνομικούς• μια παλιομοδίτικη προστατευτικότητα έναντι των γυναικών• η εξαντλητική, μπαλζακικής προέλευσης, περιγραφή χώρων και αντικειμένων, η οποία χαρακτηρίζει τα περισσότερα αστυνομικά μυθιστορήματα.
Σε αντιστάθμισμα το «Γεράκι» διαθέτει και όλα τα πλεονεκτήματα του είδους του: μια έξυπνη φέρουσα κατασκευή, οργανωμένη σε μικρά, σχετικά, κεφάλαια, που προωθούν τη δράση χωρίς να κουράζουν το βιαστικό αναγνώστη• πολυάριθμες κορυφώσεις και ισάριθμες ανατροπές, που το φέρνουν κοντά σε μια κινηματογραφική λογική• διαλόγους που, εκτός από την ευθυβολία τους, καταφέρνουν να προωθούν ή να ανατρέπουν, κατά περίπτωση, τη ροή των γεγονότων• μια ευρηματική ιστορία, όπου η καθημερινότητα της αμερικανικής μεγαλούπολης εμπλουτίζεται μ έναν ιστορικό και γεωγραφικό εξωτισμό• τέλος, διαθέτει πρόσωπα ενταγμένα με τρόπο φυσικό και πειστικό στο χώρο και το χρόνο του μυθιστορήματος.
Εν κατακλείδι: το «Γεράκι της Μάλτας» είναι ένα κλασικό αστυνομικό μυθιστόρημα γραμμένο για τη (λογοτεχνική;) απόλαυση και αυτόν το στόχο τον πετυχαίνει πλήρως. Οσο για το ερώτημα αν εντάσσεται στον κυρίως κορμό της λογοτεχνίας, αν δηλαδή κατορθώνει ν ανοίξει διάλογο με την ιστορία της, αυτό θα παραμείνει αιωρούμενο.
Η μετάφραση του Ανδρέα Αποστολίδη, αν και είχε να παλέψει με τη δυσμετάφραστη αμερικανική αργκό, είναι ανεπίληπτη.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΞΕΝΑΡΙΟΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 07/03/2003
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου