4/10/09

Μυθιστόρημα: Όταν ήμουν δάσκαλος

Η σύγχρονη κοινωνία μέσα από τον μικρόκοσμο μιας σχολικής τάξης. Η κωμικοτραγικήκαθημερινότητα ενός καθηγητή σε ένα σχολείο εργατικής συνοικίας του Παρισιού.

Πώς η αυτοβιογραφία γίνεται αφήγημα κι ύστερα κινηματογραφική ταινία

Δεν είναι απαραίτητο τα ενδιαφέροντα μυθιστορήματα ή ποιήματα να τα γράφουν και συγγραφείς που έχουν επεισοδιακή ζωή. Υπάρχουν πάμπολλα παραδείγματα που αποδεικνύουν το αντίθετο. Οταν όμως ένας ταλαντούχος συγγραφέας χρησιμοποιεί ευφυώς τις προσωπικές του εμπειρίες, τότε το αποτέλεσμα στις περισσότερες περιπτώσεις είναι τουλάχιστον ενδιαφέρον.
Κάποτε μάλιστα, βοηθουσών των συνθηκών, συνοδεύεται κι από μεγάλη επιτυχία. Τέτοια είναι η περίπτωση του Φρανσουά Μπεγκοντό και του τελευταίου του μυθιστορήματος ¨Ανάμεσα στους τοίχους¨ που κάνει θραύση στη Γαλλία και μεταφράζεται πυρετωδώς σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές γλώσσες.

Ο λόγος βέβαια είναι προφανής. Στο βιβλίο αυτό βασίστηκε το σενάριο της ομώνυμης ταινίας που σκηνοθέτησε ο Λοράν Καντέ και τιμήθηκε με τον Χρυσό Φοίνικα στο τελευταίο Φεστιβάλ των Καννών. Το εντυπωσιακότερο ίσως είναι ότι πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο ίδιος ο Μπεγκοντό, ο οποίος υποδύεται τον εαυτό του ως ηθοποιός, αφού πρώτα τον υποδύθηκε ως συγγραφέας.
«Ένα καταπληκτικό φιλμ»
Βεβαίως, η σχέση του Μπεγκοντό με τον κινηματογράφο δεν είναι περιστασιακή. Αφού υπήρξε για καιρό συνεργάτης των «Cahiers du cin ma» σήμερα είναι κριτικός κινηματογράφου του γαλλικού «Ρlayboy». Τριάντα επτά ετών, έχει ήδη πίσω του μια ενδιαφέρουσα και περιπετειώδη ζωή που δεν τον έκανε βέβαια συγγραφέα αλλά εξηγεί εν πολλοίς γιατί στράφηκε στο μυθιστόρημα. Ο Μπεγκοντό στη δεκαετία του 1990 ήταν μέλος του πανκ ροκ γκρουπ Ζabriskie Ρoint, το οποίο παραπέμπει βέβαια στη γνωστή ταινία του Αντονιόνι. Αφού σπούδασε λογοτεχνία εργάστηκε για ένα διάστημα ως δάσκαλος σε γαλλικά γυμνάσια στηn Ντριέ και στο Παρίσι. Το πρώτο του μυθιστόρημα Jouer juste κυκλοφόρησε το 2003, αλλά είχε μικρή επιτυχία. Μεγαλύτερη αίσθηση προκάλεσε η μυθοπλαστική του βιογραφία Un democrate,Μick Jagger ( πρόκειται φυσικά για τον Μικ Τζάγκερ των Ρόλινγκ Στόουνς) που κυκλοφόρησε δύο χρόνια αργότερα. Το Ανάμεσα στους τοίχους εκδόθηκε τον αμέσως επόμενο χρόνο και δεν θα έκανε τον συγγραφέα του διάσημο αν δεν μεταφερόταν με τόση επιτυχία στον κινηματογράφο- κι ας είχε πιο μπροστά τιμηθεί με το βραβείο France Culture/ Τelerama.
Η κινηματογραφική επιτυχία ενός μυθιστορήματος δεν ορίζει και τη λογοτεχνική του αξία, αλλά συνιστά μείζονα παράγοντα εμπορικής επιτυχίας. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις αριστουργηματικών μυθιστορημάτων που μεγάλοι σκηνοθέτες επιχείρησαν να τα κάνουν ταινίες κι «έσπασαν», κατά το κοινώς λεγόμενο, «τα μούτρα τους», όπως ας πούμε το Κάτω από το ηφαίστειο του Μάλκολμ Λόουρι, που η μεταφορά του στον κινηματογράφο ήταν όνειρο ζωής του Τζον Χιούστον. Μολονότι πρόκειται για καλή ταινία, είναι εμφανώς κατώτερη από το μυθιστόρημα. Από την άλλη, για παράδειγμα, ο Κλιντ Ιστγουντ πήρε ένα ασήμαντο λαϊκό ανάγνωσμα και από αυτό δημιούργησε μια θαυμάσια ταινία, τις Γέφυρες του Μάντισον. Εν τούτοις υπάρχουν και οι εξαίρετες μεταφορές όπου δυσκολεύεσαι να πεις τι είναι ωραιότερο: το βιβλίο ή η ταινία, όπως λ.χ. συμβαίνει με το Κουρδιστό πορτοκάλι του Αντονι Μπέρτζες, βάσει του οποίου ο Κιούμπρικ δημιούργησε ένα αριστουργηματικό φιλμ.
Οσον αφορά την περίπτωση Μπεγκοντό, μένει να δούμε την ταινία όταν θα βγει στις κινηματογραφικές αίθουσες, τον επόμενο μήνα. Δεν είναι ωστόσο τυχαία η δήλωση του Σον Πεν, προέδρου της Κριτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ των Καννών: «Ενα καταπληκτικό, αριστουργηματικό φιλμ! Η επιλογή μας ως επιτροπής του Φεστιβάλ Καννών ήταν ομόφωνη να δοθεί ο Χρυσός Φοίνικας στο “Ανάμεσα στους τοίχους”».
Χρονικό ή ημερολόγιο
Το ¨Ανάμεσα στους τοίχους¨ είναι ένα βιβλίο συναισθηματικό και αυτοβιογραφικό. Αποτελεί σύνοψη των εμπειριών του Μπεγκοντό όταν εργαζόταν ως δάσκαλος. Η αφήγηση είναι σε πρώτο πρόσωπο και μοιάζει με χρονικό ή ημερολόγιο, στο οποίο καταγράφονται οι καθημερινές εμπειρίες του συγγραφέα-δασκάλου και οι σχέσεις που αναπτύσσονται με τα παιδιά της τάξης του που συνιστούν έναν πολύχρωμο και πολυποίκιλο μικρόκοσμο. Ομως ο μικρόκοσμος αυτός είναι ο καθρέφτης της σύγχρονης γαλλικής κοινωνίας, καθώς η σύνθεση της τάξης παραπέμπει στη διαστρωμάτωσή της. Μια μικροκοινωνία με ποικίλα πολυπολιτισμικά χαρακτηριστικά, καθώς πολλά παιδιά είναι γόνοι μεταναστών από τις πρώην γαλλικές αποικίες.
Πρόκειται επιπλέον για βιβλίο άκρως ατμοσφαιρικό που διαβάζεται με ευχαρίστηση, καθώς η αφήγηση εκτυλίσσεται κατά μεγάλο μέρος ως παράθεση διαλόγων των παιδιών με τον δάσκαλο, του δασκάλου με τους συναδέλφους του και των παιδιών μεταξύ τους. Κάποτε σου δημιουργείται η εντύπωση ότι το μυθιστόρημα είναι ένα ας πούμε άτυπο σενάριο και πως ο συγγραφέας στόχευε εξαρχής στη μεταφορά του στον κινηματογράφο. Στη λογοτεχνία, γενικά, τέτοιες προθέσεις έχουν συνήθως αρνητική επίδραση στο αποτέλεσμα- όχι όμως εδώ. Και αυτό γιατί οι χαρακτήρες των παιδιών, όπως το κοινωνικό και ψυχολογικό τους υπόβαθρο, αναδύονται με απόλυτη φυσικότητα μέσω των πράξεων και των λόγων τους. Οι διάλογοι του Μπεγκοντό ακούγονται αφοπλιστικά πειστικοί. Εχουν την ποιότητα της φυσικής ομιλίας. Υποθέτει λοιπόν εύλογα κάποιος ότι οι ήρωες του συγγραφέα είναι πραγματικά πρόσωπα και ο ίδιος δεν είχε παρά να αποτυπώσει την εικόνα τους, όπως την προσέλαβε συναναστρεφόμενος μαζί τους.
Μνήμες και συναισθήματα
Η σχέση δασκάλου- μαθητή είναι από τις πιο περίπλοκες- κάποτε κι από τις πλέον αμφιλεγόμενες, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται στην παγκόσμια πεζογραφία. Εδώ οι μαθητές μαθαίνουν βέβαια από τον δάσκαλο, αλλά ο δάσκαλος πρωτίστως μαθαίνει από τους μαθητές του. Και η μαθητεία αυτή είναι μαθητεία ζωής, μαθητεία στο κοινωνικό γίγνεσθαι ενός κόσμου που συχνά πιστεύουμε ότι τον γνωρίζουμε αλλά σπάνια τον κατανοούμε.
Τα παιδιά, λέει η ατελεύτητα επαναλαμβανόμενη κοινοτοπία, είναι το μέλλον του κόσμου. Ομως εδώ τα παιδιά αντιπροσωπεύουν ένα παρόν το οποίο δεν γνωρίζουμε. Γι΄ αυτό και η αποκάλυψή του μας δείχνει τις κρυφές πτυχές του εαυτού μας, τις ευαισθησίες που δεν είχαμε υποψιαστεί ότι διαθέτουμε, τη δική μας χαμένη ή θαμμένη παιδικότητα, δηλαδή την καθαρότητα των αισθημάτων. Ολα τούτα οδηγούν στη διαπίστωση ότι πρέπει να επιστρατεύσουμε άγνωστες δυνάμεις για να σταθούμε απέναντι στον τοίχο που συχνά υψώνει μπροστά μας η κοινωνία των άλλων. Οι αναγνώστες θα βρουν συχνότατα κοινά σημεία με τη δική τους σχολική ζωή, με μνήμες και συναισθήματα που το άθροισμα των μετέπειτα εμπειριών τα έσπρωξε στο περιθώριο- και αυτό είναι ένα από τα γοητευτικότερα γνωρίσματα του βιβλίου. Γιατί κανένα σχολείο δεν είναι ενιαίο, όπως συμβαίνει και με την κοινωνία. Οι τοίχοι του είναι εικονικοί. Το εσωτερικό του μια σύνθεση που ισορροπεί με έναν τρόπο αδιόρατο- και σχεδόν ερήμην του εκπαιδευτικού συστήματος. Γι΄ αυτό και οι τάξεις παρουσιάζουν τόσες διαφορές. Επομένως, κάθε σχολείο διαστρωματώνεται εκφράζοντας τα τμήματα της κοινωνίας από τα οποία προέρχονται οι μαθητές του.
Στο Ανάμεσα στους τοίχους υπάρχει μια άλλοτε ολοφάνερη κι άλλοτε υποδόρια τρυφερότητα του δασκάλου προς τους μαθητές του, που τους αγαπά μόνον ως δάσκαλος, αλλά και όπως ο κάθε αληθινός συγγραφέας, ο οποίος οφείλει να αγαπά τους ήρωές του.
Πηγή: Το Βήμα (Αναστάσης Βιστωνίτης, Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2008)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου