Την ώρα που η ελληνική οικογένεια αναγκάζεται, κάθε χρόνο, να καλύπτει το ένα τρίτο των συνολικών δαπανών για την παιδεία (!), δηλαδή να πληρώνει τα πέντε από τα 13,5 δισ. ευρώ που διατίθενται στην εκπαίδευση, τα δεδομένα του εκπαιδευτικού συστήματος απογοητεύουν όλο και περισσότερο:
οι επιδόσεις του μαθητή στο δημόσιο σχολείο είναι από χαμηλές έως μέτριες (στο γυμνάσιο 13% προάγονται με σχεδόν καλά - 4,8% απορρίπτονται, στο λύκειο 34,1% προάγονται με σχεδόν καλά και 2,7% απορρίπτονται), είναι χειρότερες από αυτές του μαθητή στο ιδιωτικό σχολείο και γίνονται ακόμη χειρότερες όταν φθάνει στο λύκειο, καθώς αυξάνεται συνεχώς ο αριθμός εκείνων που απορρίπτονται και επαναλαμβάνουν την τάξη (1,1% ) ή «διακόπτουν αδικαιολόγητα» (20,1%).
Το ερώτημα παραμένει αντιφατικό και αναπάντητο. Πώς γίνεται να διατίθενται τόσα χρήματα, πολύ περισσότερα απ' ό,τι σε πολλές χώρες-μέλη της Ε.Ε., και το αποτέλεσμα να εξακολουθεί να απογοητεύει. Σύμφωνα με έρευνα της ΓΣΕΕ που ανακοινώθηκε χθες, παρουσία της υπουργού Παιδείας, η οποία μίλησε για «βαθιές και ριζοσπαστικές αλλαγές, αλλά όχι από τη μια μέρα στην άλλη», το ελληνικό νοικοκυριό συνεχίζει να πληρώνει πολύ ακριβά την εκπαίδευση του μαθητή στο δημόσιο σχολείο, και μάλιστα όλο και πιο ακριβά από χρόνο σε χρόνο, από τάξη σε τάξη, από δημοτικό σε γυμνάσιο και από γυμνάσιο σε λύκειο.
Το 2007, τα περίπου πέντε δισ. ευρώ (4,924 εκατ.) που πλήρωσε η ελληνική οικογένεια για την εκπαίδευση αντιστοιχούν στο μισό του ποσοστού επί του ΑΕΠ που δαπανήθηκε συνολικά για την Παιδεία! Δηλαδή, από το 5,89% (228.779.000.000) που διατέθηκε, οι γονείς κάλυψαν το 2,15%. Από την άλλη το Δημόσιο, για την ίδια χρονιά, πέραν των άλλων δαπανών για πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια (σχολικές μονάδες, προσωπικό κ.ά.) πλήρωσε 2.707 ευρώ για κάθε μαθητή του δημοτικού και 3.803 ευρώ για κάθε μαθητή γυμνασίου-λυκείου. Συνολικά, κάλυψε το 3,07% από το ποσοστό των σχετικών δαπανών επί του ΑΕΠ (κοινοτικοί πόροι 0,66%).
Παρ' όλα αυτά, τα δεδομένα δεν εμπνέουν αισιοδοξία. Ειδικά, σε σχέση με ποιοτικούς δείκτες όπως η επίδοση, η σχολική διαρροή αλλά και η αναλογία με τα ιδωιτικά σχολεία. Συγκεκριμένα:
Χαμηλές και μέτριες επιδόσεις
Σε ό,τι αφορά την επίδοση, ειδικά σε γυμνάσιο-λύκειο είναι υψηλό το ποσοστό εκείνων που κυμαίνονται από τις χαμηλές έως τις μέτριες επιδόσεις. Το 2007, στο γυμνάσιο, το 13,3% προήχθη με «μέτρια και σχεδόν καλά», το 4,8% απορρίφθηκε και επανέλαβε την τάξη, ενώ άλλο ένα 4,1% διέκοψε αδικαιολόγητα. Ακόμη χειρότερη η κατάσταση στο λύκειο: το 34,1% προήχθη με «Μέτρια και σχεδόν καλά», το 2,7% απορρίφθηκε και επανέλαβε την τάξη (αυξήθηκε σε σχέση με παλαιότερα έτη κατά 1,1%), ενώ το 2,3% διέκοψε αδικαιολόγητα. Σημειωτέον, το τελευταίο ποσοστό καταδεικνύει σημαντική αύξηση, η οποία, σύμφωνα πάντα με την έρευνα της ΓΣΕΕ, φθάνει το 20,1%.
Παράλληλα, ο μαθητής στο δημόσιο υπολείπεται αρκετά του μαθητή στο ιδιωτικό σε όλες τις βαθμίδες. Αν και στο δημόσιο σχολείο καταγράφεται μικρότερη αναλογία μαθητών ανά τμήμα και ανά εκπαιδευτικό, οι επιδόσεις είναι καλύτερες στα ιδιωτικά που, σημειωτέον, έχουν και καλύτερες υποδομές.
Ενδεικτικά, στα ιδιωτικά δημοτικά καταγράφεται 1 εργαστήριο ανά σχολική μονάδα έναντι 9,75 των δημοσίων, αλλά και 1,1 υποδομές αντί 0,9 των δημοσίων του 2007. Στα γυμνάσια, 2,9 εργαστήρια ανά μονάδα έναντι των 2,4 των δημοσίων και 2,3 λοιπές υποδομές αντί των 1,5 των δημοσίων. Στα λύκεια, 2,8 εργαστήρια ανά μονάδα έναντι 2,2 δημοσίων και 2,3 λοιπές υποδομές αντί των 1,3 των δημοσίων. Οσο για τις επιδόσεις, στο δημοτικό δεν καταγράφονται σημαντικές διαφορές, αλλά σε γυμνάσιο και λύκειο είναι αξιοσημείωτες. Στο γυμνάσιο, για το 2007, οι μαθητές με «άριστα» και «καλά» ανήλθαν στο 78,2%, ενώ στο δημόσιο ήταν στο 54,8%. Αντιστοίχως, στο λύκειο το ποσοστό των μαθητών με «άριστα» και «καλά» καταγράφηκε στο 56,5%, ενώ για το δημόσιο στο 33,3%.
Και όμως, η ελληνική οικογένεια θα συνεχίσει να δίνει κάθε χρόνο και για κάθε τάξη ή βαθμίδα που περνάει όλο και περισσότερα. Στο δημοτικό κυρίως για τις ξένες γλώσσες (248,7 εκατ. ευρώ), στο γυμνάσιο και λύκειο για φροντιστήρια (503 εκατ.) και ιδιαίτερα (258,7 εκατ.) στο Πανεπιστήμιο ή το ΤΕΙ για τις μετακινήσεις και το δεύτερο σπίτι (1 δισ. ευρώ), που μάλιστα κοστίζουν πολύ ακριβότερα (δύο φορές πάνω) απ' ό,τι οι σπουδές στο εξωτερικό.
ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ: Βαθειές αλλαγές - ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ: Ηρθε η ώρα
«Οι αλλαγές στην εκπαίδευση δεν μπορεί να είναι ούτε επικοινωνιακές, ούτε από τη μια μέρα στην άλλη», τόνισε η υπουργός στο πλαίσιο της εκδήλωσης της ΓΣΕΕ όπου παρουσιάστηκαν «κρίσιμοι δείκτες για την εκπαίδευση» και τα «βασικά μεγέθη» της (πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια).
Μάλιστα, επισημαίνοντας την ανάγκη παρεμβάσεων κατ' αρχήν στις πρώτες βαθμίδες και επαναλαμβάνοντας τις προτεραιότητές της για το ολοήμερο, το νηπιαγωγείο και το δημοτικό, η κ. Διαμαντοπούλου αναφέρθηκε σε «βαθειές και ριζοσπαστικές αλλαγές, χωρίς το άγχος για γρήγορες επικοινωνιακές αποδόσεις».
Από την άλλη, την ανάγκη επίσπευσης, στην ίδια ατζέντα προτεραιοτήτων, επισήμανε με νόημα ο καθηγητής και πρόεδρος του ΣΠΔΕ (που έδωσε το πρόρισμα για τις αλλαγές σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια), Γιώργος Μπαμπινιώτης. Οπως είπε: «Ηρθε η ώρα των αποφάσεων, των εφαρμογών. Δεν πρέπει να πέσουμε πάλι σε ατέρμονες συζητήσεις αλλά να μελετήσουμε την εφαρμογές, έστω με πιλοτικά προγράμματα ώστε σε ορατό χρόνο να έχουμε αποτελέσματα».
Πηγή: Ελευθεροτυπία (Άννα Ανδριτσάκη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου