Σχόλιο με αφορμή την επίσκεψη του υφυπουργού Παιδείας Δια Βίου Μάθησης & Θρησκευμάτων
κου Γ. Πανάρετου στα Δωδεκάνησα (28-29/10/2009)
Δεν πρόκειται να σταθούμε στα παράπονα του Δημάρχου Καλλιθέας (Ρόδου) περί του “κομματικού χαρακτήρα” που υποτίθεται, ότι είχαν οι επισκέψεις του κου υφυπουργού στο Δημοτικό Σχολείο και στο Νηπιαγωγείο Κοσκινού –υψηλή κι ενδεχομένως, αμετροεπή “κάλυψη” εισέπραξαν οι γραπτές διαμαρτυρίες του στα τοπικά φύλλα. Δεν πρόκειται επίσης, να σταθούμε στη στερεότυπη στάση που αποδίδει σημαντικό κομμάτι των στελεχών της εκπαίδευσης (ή όποιου ακόμη δημόσιου τομέα) στον εκάστοτε επισκέπτη προϊστάμενο της: η τυπολατρία, η εμπεδωμένη κολακεία, όσο και η επιδέξια “σκηνοθεσία” δεδομένων, είναι ορισμένα από τα πιο γνωστά συστατικά σχεδόν κάθε αντίστοιχης “διοικητικής τελετουργίας”.
Δεν είναι σώφρων να επιμείνει κανείς στα περίπου αναμενώμενα –σε όσα αποφέρουν προς εκείνους που τα ζουν και τα παρακολουθούν εκ του πλησίον (είτε ως ενεργό εκπαιδευτικό δυναμικό, είτε ως ενδιαφερόμενοι πολίτες) κυρίως μειδίαμα ή πλήξη.
Αντιθέτως. Την εγρήγορση κάθε πνευματικού και πολιτικού μας αισθητηρίου απαιτεί ένα από τα μείζονα θέματα που το ουσιαστικό μέρος των συζητήσεων του κου Πανάρετου με εκπροσώπους τόσο της ευρύτερης εκπαιδευτικής κοινότητας, όσο και της τοπικής αυτοδιοίκησης της Δωδεκανήσου, ανέδειξε, πρώτο απ’ όλα. Αναφερόμαστε στον προσανατολισμό της νέας ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας για μεγαλύτερη εμπλοκή της τοπικής κοινωνίας στα του δημοσίου σχολείου.
Διατυπώθηκαν εκ των κληθέντων συνομιλητών ενδιαφέρουσες προτάσεις που επιχείρησαν να ξεθολώσουν την ασάφεια του συγκεκριμένου ζητήματος: επιμέρους θέσειςπου στη ροή της μίας ή της άλλης επιχειρηματολογίας, συνόψισαν εν κατακλείδι αντιθέσεις. Το τίμημα του διαλόγου, που δεν είναι διόλου τίμημα.
Από τη μεριά μας συνεισφέροντας στη πορεία αυτού του διαλόγου θα θέλαμε να επισημάνουμε τα ακόλουθα δύο:
1ον) Η υπάρχουσα κατάστασή/σχέση μεταξύ Υπουργείου Παιδείας και Τοπικής Αυτοδιοίκησης κρίνεται ικανοποιητική; Και οι δύο πλευρές εκφέρουν ποικίλα –και το σημαντικότερο– τεκμηριωμένα παράπονα: από την μία πλευρά, το Υπουργείο και ο ΟΣΚ κατά καιρούς επαναλαμβάνουν την ενόχλησή τους για την απροθυμία των Δήμων να παραδώσουν στους δημότες τους εγκαταστάσεις σύμφωνες με τις προδιαγραφές του τόπου/πολιτιστικού “παραδείγματος” (Ε.Ε.) και της εποχής (21ος αιώνας) – από την άλλη, οι Δήμοι αντιτείνουν, πως τους παραδόθηκε η “αγγαρεία” της συντηρήσεως των σχολικών κτηρίων, δίχως όμως να τους διατεθούν προηγουμένως οι επαρκείς οικονομικοί πόροι προς εκπλήρωση των εν λόγω καθηκόντων τους.
(Όσον αφορά δε, τα Δωδεκάνησα, ας μας επιτραπεί να διερωτηθούμε: ποιός παραβλέπει, πως το κτηριακό –από τα Νηπιαγωγεία μας μέχρι τις σχολές του Παν/μίου Αιγαίου στη Ρόδο– είναι πρώτης γραμμής πρόβλημα;)
2ον) Με δεδομένη την πολιτική βούληση της νέας κυβερνήσεως για διοικητικό μετασχηματισμό της χώρας με τον “Καποδίστρια 2” –σε βραχυπρόθεσμη μάλιστα ακτίνα–, δεν θα ήταν πιο δόκιμο να κληθεί ως συν-εισηγητής της σχετικής μεταρρύθμισης και το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας, προκειμένου να επιτευχθεί ένας πρώτος κοινός (σύγχρονος κι όχι εκπρόθεσμος) σχεδιασμός για την υπέρβαση των γνωστών προβλημάτων που θα κληροδοτηθούν από την μέχρι στιγμής εκκρεμής διοικητική διάρθρωση;
Σε αυτό το πλαίσιο αναπτύσσονται εξάλλου και τα πιο ισχυρά επιχειρήματα της πλευράς που αρνείται –τουλάχιστον προς το παρόν– την μεγαλύτερη εμπλοκή της τοπικής κοινωνίας στη διοίκηση των σχολείων: το Ελληνικό παράδειγμα αποκέντρωσης απέχειδεκαετίες ολόκληρες από τα αντίστοιχα Σκανδιναβικά ή και το Γερμανικό, τα οποία πράγματι παρουσιάζουν επιτυχημένες φόρμουλές και εκπαιδευτικής αποκέντρωσης. Εντοπίζουμε τους ίδιους εθισμούς στις δημοτικές μας αρχές, την αυτή πολιτικοποιημένη ανθρωπογεωγραφία –συμπεριλαμβανομένων ασφαλώς και των δημοτών– και τέλος, την ποικίλως εκπεφρασμένησχολική τους κουλτούρα (: οργανωμένες σχολικές βιβλιοθήκες, ευρύχωρες και λειτουργικές αίθουσες σίτισης μαθητών, τοπικά κέντρα έρευνας και τεχνολογίας);
Νομίζουμε, πως βρισκόμαστε στο πρώτο βήμα μίας μακράς ανηφόρας -όπου οι ένθεν κι ένθεν θέσεις ευκταίον είναι να μεταμορφωθούν με την γόνιμη συμμετοχή των πολιτών κι όχι μόνο των “ειδικών”, σε συνθέσεις.
Επί του παρόντος το ουσιώδες που αξίζει να προστεθεί είναι, ότι κατά τη διάρκεια του απαραίτητου αυτού πολιτικού συγκερασμού, δε χρειάζεται βιασύνη –παράταιρο δείγμα τεχνοκρατικής ή και μικροκομματικής αντίληψης. Δε χρειάζεται να συνταχθούμε κάτω από κίβδηλα ρητορικά σχήματα ή ευκαιριακά επικοινωνιακά πυροτεχνήματα (βλ. “επανίδρυση του κράτους” και τα συναφή). Δε χρειάζεται ακόμη, να πορευθούμε με την συντεχνιακή προτεραιότητα –κανένα “μικρομάγαζο” δεν είναι δυνατόν να υποκαταστήσει την όλη και γι’ αυτό, ανοιχτή κι ουσιωδώς αυτορρυθμιζόμενη Πολιτεία.
Δε χρειάζεται –με μία φράση– να έχουμε μαζί μας τον γνωστό κακό μας εαυτό.
Πάνος Δρακόπουλος
Δάσκαλος ΔΣ Κοσκινού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου