16/11/09

Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση: Τάσεις και προτάσεις

Δ. N. Mαρωνίτης

Η πολυθρύλητη εκπαιδευτική μας μεταρρύθμιση μεταφέρεται, όπως ήταν αναμενόμενο, από το προεκλογικό προσκήνιο στη μετεκλογική τώρα σκηνή, με τρόπο μάλλον αβασάνιστο, από άποψη τουλάχιστον ορίων και ορολογίας. Προτάσσοντας το θέμα της ορολογίας, θα πρότεινα να αντικατασταθεί ο φιλόδοξος, ταλαιπωρημένος και κακοποιημένος όρος «μεταρρύθμιση» με κάποιον απλούστερο και σεμνότερο. Σοβαρότερο όμως είναι το ζήτημα των ορίων και σ΄ αυτό θα επιμείνω.
Μιλώντας για εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, οφείλουμε, πιστεύω, να εξειδικεύσουμε στοιχειωδώς τόσο τα αντικειμενικά της μερίδια όσο και τα ενεχόμενα υποκείμενά της. Ο τίτλος του σημερινού μονοτονικού προτείνει ήδη μια βασική διαίρεση της επιθυμητής μεταρρύθμισης σε τάσεις και προτάσεις. Που πάει να πει ότι: προτού προχωρήσει η συζήτηση των όποιων προτάσεων, χρειάζεται να ομολογηθούν τα αποφασισμένα κίνητρα και οι βασικοί στόχοι της μεταρρυθμιστικής επιχείρησης. Να πούμε δηλαδή, προς τα μέσα και προς τα έξω, γιατί και προς τι τη θέλουμε και την επιχειρούμε.

Πέρα όμως από την προτεινόμενη διαίρεση σε τάσεις και προτάσεις, καλό είναι να σκεφτούμε ότι η όποια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν μπορεί και δεν πρέπει να κυκλοφορεί στην αγορά αδιαίρετη, αταξινόμητη και δίχως ιεράρχηση. Δεν μιλώ βέβαια για την αυτονόητη διανομή μεταξύ γενικής εκπαίδευσης και ανώτατης παιδείας. Αλλά για εσωτερική διάκριση ανάμεσα: σε μεταρρυθμιστική πρόθεση- όρεξη, μεταρρυθμιστικό λόγο και μεταρρυθμιστική πράξη, δεδομένου ότι οι τρεις αυτοί συντελεστές δεν φαίνεται να σχηματίζουν στις μέρες μας κανονικό τρίγωνο• κι ας μην είναι ισοσκελές και ισόπλευρο.
Με κίνδυνο να παρεξηγηθώ, υπογραμμίζω ότι δεν θεωρώ καθόλου βέβαιο ότι όσοι μιλούν για μεταρρύθμιση πράγματι την ορέγονται, είτε ανήκουν στον εσωτερικό χώρο της εκπαίδευσης είτε στο εγγύτερο ή ευρύτερο περιβάλλον της. Ανάλογη εξάλλου ασυμμετρία παρατηρείται και μεταξύ μεταρρυθμιστικού λόγου και μεταρρυθμιστικής πράξης: εξογκωμένος εμφανίζεται συνήθως ο πρώτος, ισχνή η δεύτερη.
Και πάμε στα ενεχόμενα υποκείμενα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Αφήνοντας και εδώ στην άκρη τις κοινότοπες λίγο πολύ κατανομές (γονείςπαιδιά, δάσκαλοι-μαθητές-φροντιστές, και τα παρόμοια) προτείνω να εντοπιστούν τρεις τουλάχιστον κρίσιμες κατηγορίες υποκειμένων: οι εμπνευστές της, οι ασκητές της, και οι διαχειριστές της. Οσο βλέπω γύρω μου, εμπνευστές μάλλον δεν διακρίνονται- αυτό εξάλλου υπαινίχθηκα σε προηγούμενο μονοτονικό, μιλώντας για γενική αποστράτευση αρμόδιων διανοουμένων. Οπως ασφαλώς υπήρξε ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης, τη μνήμη του οποίου (πενήντα χρόνια από τον θάνατό του) θα τιμήσει στις 21 τρέχοντος το ομώνυμο ίδρυμα που εδρεύει και λειτουργεί, αθόρυβα αλλά αποτελεσματικά, τόσα χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Στο μεταξύ, το κενό των εμπνευστών το αναπληρώνουν τα τελευταία χρόνια οι διαδοχικοί διαχειριστές της μεταρρύθμισης, μολονότι μερικοί από αυτούς διαθέτουν γνωστό αντιμεταρρυθμιστικό παρελθόν. Για τους ασκητές θα μιλήσουμε άλλη φορά.
Έπεται μια τρίτη διάκριση που έχει να κάνει με το ζεύγος: προγραμματική οργάνωση της εκπαίδευσης και λειτουργικές εφαρμογές της. Οροι που συνήθως συγχέονται στη σχολική πράξη, όταν ο πρώτος δεν εξοντώνει καθ΄ οδόν τον δεύτερο. Κι αυτό, επειδή το ισχύον οργανωτικό πρόγραμμα έχει σαφώς ανελαστικό και διατακτικό χαρακτήρα, που τον επιβάλλει ως απαράβατη εντολή στις επί μέρους λειτουργικές εφαρμογές του. Αποκλείοντας έτσι εκ των προτέρων τη δυνατότητα και το δικαίωμα εναλλακτικών και πειραματικών δοκιμών, ανάλογα με το μαθησιακό περιβάλλον, το οποίο έχει τη δική του κάθε φορά φυσιογνωμία και ιδιορρυθμία.
Παράδειγμα κραυγαλέο: τα ισχύοντα αναλυτικά προγράμματα που ορίζουν καταλεπτώς: τη διδακτέα ύλη, την ταξική κατανομή της, τον τρόπο διδασκαλίας της και προπάντων τον τύπο της ενδιάμεσης και τελικής (προφορικής και γραπτής) εξέτασης. Πρόκειται για εξ ορισμού κανονιστικό μοντέλο, το οποίο, προκειμένου να επιβάλει τη, μία και μοναδική, πειθαρχημένη εφαρμογή, επιστρατεύει τόσο τον διδάσκοντα (με σήμα το διευρυμένο βοήθημα του δασκάλου) όσο και τον μαθητή (με έμβλημα το δικό του περιορισμένο βοήθημα). Εκβιασμός που παραμορφώνει προπάντων τα γλωσσικά και φιλολογικά μαθήματα, ο κορμός των οποίων είναι σημαντικά ή και κορυφαία λογοτεχνικά κείμενα. Μια μορφή δηλαδή ανθρώπινης εμπειρίας και έκφρασης, ο καταστατικός προορισμός της οποίας είναι να αντιστέκεται σε προκατειλημμένες εντολές, αν δεν θέλει να γίνει διά παντός απωθητική.
Επιβάλλεται, λιγότερο ίσως απωθητική, συνέχεια.
Πηγή: Το Βήμα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου