22/11/09

Πέρσες (Αισχύλου)

Η τραγωδία «Πέρσες» (αυθεντικός αρχαίος τίτλος: Πέρσαι), το σπουδαιότερο αντιπολεμικό έργο του Αισχύλου, θεωρείται η παλαιότερη σωζόμενη τραγωδία. Επίσης είναι η πρώτη τραγωδία που αντλεί τη θεματολογία της από ιστορικά γεγονότα (και μάλιστα μόνο κατά επτά χρόνια προγενέστερα από την παρουσίασή της στο κοινό): πραγματεύεται την οδύνη των Περσών όταν πληροφορούνται για τη συντριπτική ήττα τους στη Σαλαμίνα.
Η τραγωδία του Αισχύλου, που διδάχτηκε το 472 π.Χ., όταν έγιναν τα εγκαίνια του θεάτρου του Διονύσου και επώνυμος άρχοντας στην Αθήνα ήταν ο Μένωνας. Ήταν το μεσαίο δράμα της τριλογίας: "Φινεύς", "Πέρσαι" και "Γλαύκος Ποτνιεύς", τα οποία συνοδεύονταν από το σατυρικό δράμα "Προμηθεύς Πυρκαεύς". Η τετραλογία αυτή πήρε τα "πρωτεία" στο δραματικό αγώνα του χρόνου εκείνου. Το θέμα του το άντλησε ο ποιητής από το μεγάλο γεγονός της ναυμαχίας της Σαλαμίνας (480 π.Χ.), στην οποία και ο ίδιος πολέμησε Η υπόθεση της τραγωδίας διεξάγεται στην πρωτεύουσα του Περσικού κράτους, τα Σούσα, και η σκηνή παριστάνει μια τοποθεσία έξω από τα τείχη της πόλης και μακριά από τα ανάκτορα. Στην εξοχική αυτή τοποθεσία πρέπει να υπάρχει και τύμβος του Δαρείου, όπως φαίνεται από το στίχο 140: "τόδε στέγος αρχαίον". Τα πρόσωπα του έργου είναι: χορός γερόντων (που παριστάνει το συμβούλιο που άφησε ο Ξέρξης κατά την αναχώρησή του για την εκστρατεία του εναντίον της Ελλάδας να διοικεί τη χώρα). Άτοσσα (γυναίκα του Δαρείου και μητέρα του Ξέρξη), αγγελιαφόρος, φάντασμα του Δαρείου και Ξέρξης.
Ανάλυση:
α) Πάροδος (στίχ. 1-148)
Η εμφάνιση του χορού γίνεται με τρόπο αρχαϊκό, χωρίς να προηγηθεί "πρόλογος", όπως γίνεται στη νεότερη τραγωδία. Στην αρχή ο κορυφαίος εκφράζει την αγωνία και το φόβο όλου του χορού για την έκβαση της εκστρατείας, στην οποία πήρε μέρος ολόκληρη η στρατιωτική δύναμη της Περσίας.

Μετά απαριθμεί και κατονομάζει τις φυλές που αποτέλεσαν το μεγάλο εκστρατευτικό σώμα. παράλληλα αναφέρει και τα ονόματα των αρχηγών τους, καθώς και τις ικανότητες του καθενός απ` αυτούς. Έπειτα σύσσωμος ο χορός εκδηλώνει την ακλόνητη πεποίθηση και εμπιστοσύνη του στην αδάμαστη δύναμη του μεγάλου στρατού. Η σκέψη όμως ότι ο Ξέρξης επιχείρησε ναυτική εκστρατεία, ενώ η παλιά μοίρα των Περσών καθόριζε να επιχειρούν μόνο στεριανούς πολέμους, του γεννά την αγωνιώδη υποψία μήπως εχθρική θεϊκή δύναμη τον έχει περιπλέξει, για να τον οδηγήσει σε συμφορά. Γι` αυτό εκφράζει τη θλίψη του και τον πόνο της περσικής χώρας, η οποία πλημμυρισμένη στα δάκρυα ποθεί τους πολεμιστές που λείπουν στην εκστρατεία. Τέλος, ο κορυφαίος πληροφορεί τους θεατές ότι ο χορός ήρθε με σκοπό να μπει στο κοντινό τέμενος και να συζητήσει σχετικά με την τύχη του Ξέρξη.
β) Επεισόδιο Α΄ (στίχ. 149-547)
Παρουσιάζεται η Άτοσσα, η οποία με τα λόγια της κορυφώνει την αγωνία και τις προαισθήσεις του χορού για την τύχη του στρατού. Διηγείται ότι είδε στο όνειρό της δύο γυναίκες εξαιρετικής ομορφιάς, από τις οποίες η μία ήταν ντυμένη με περσική και η άλλη με ελληνική φορεσιά. Οι δύο γυναίκες άρχισαν να μαλώνουν και τότε παρουσιάστηκε ο Ξέρξης, ο οποίος αφού τις ηρέμησε, τις έζευξε στο άρμα του. Η πρώτη υποτάχτηκε στο ζυγό με ευκολία, η άλλη όμως αντέδρασε, έσπασε το άρμα και έριξε κάτω τον Ξέρξη. Καθώς εκείνος έπεσε, είδε πλάι του τον Δαρείο να τον κοιτάζει με έκφραση λύπης. Γι` αυτό έσχισε τα ρούχα του από απόγνωση. Ταραγμένη από το όνειρο, συνεχίζει να διηγείται η Άτοσσα, πρωί πρωί πήγε στο ναό του Απόλλωνα για να προσφέρει θυσία, αλλά εκεί της έτυχε άλλο κακό σημάδι: ένας αετός τρομαγμένος κατέφυγε στο βωμό κυνηγημένος από ένα γεράκι, που όρμησε και του μαδούσε με τα νύχια του το κεφάλι. Ο χορός ταραγμένος απ` όλα αυτά τη συμβουλεύει να προσευχηθεί στους θεούς και να προσφέρει σπονδές στη γη και στον Δαρείο, παρακαλώντας να βγουν σε καλό τα όσα είδε. Η βασίλισσα δέχεται με προθυμία τις συμβουλές του χορού, αλλά, προτού φύγει, ζητά πληροφορίες για την Αθήνα. Ο χορός την πληροφορεί ότι οι Αθηναίοι είναι λαός πολεμικός που δεν ανέχεται την δουλεία. Η Άτοσσα αρχίζει να ανησυχεί, όταν καταφτάνει ένας αγγελιαφόρος του Ξέρξη, που αναγγέλλει τη φοβερή είδηση ότι ο περσικός στόλος καταστράφηκε στη Σαλαμίνα. Άφωνη από τη συγκίνηση η Άτοσσα ακούει τα λόγια του αγγελιαφόρου και το θρήνο του χορού. Τέλος με τρόπο έμμεσο ρωτά για την τύχη του γιού της. Ο αγγελιαφόρος την καθησυχάζει, λέγοντας ότι ο Ξέρξης ζει. Ύστερα αρχίζει να περιγράφει το μέγεθος της καταστροφής του στόλου στη Σαλαμίνα, τον αφανισμό ονομαστών ανδρών του περσικού στρατού στην Ψυττάλεια, την ντροπιασμένη φυγή, την ελεεινή υποχώρηση ανάμεσα από χώρα εχθρική, τον αποδεκατισμό του στρατού από τις κακουχίες, τις στερήσεις και τις θεομηνίες, ώσπου τα λείψανα της περήφανης στρατιάς να φτάσουν στην Περσία. Η Άτοσσα περίλυπη πηγαίνει για τις σπονδές και παραγγέλλει στο χορό να παρηγορήσει τον Ξέρξη, αν επιστρέψει αυτός, όσο εκείνη θα απουσιάζει.
γ) Στάσιμο Α΄ (548-597)
Ο χορός θρηνεί για τη μεγάλη καταστροφή, στην οποία οδήγησε ο Ξέρξης το στρατό, και εκφράζει την ανησυχία του, μήπως τα ασιατικά έθνη εκμεταλλευτούν την περίσταση και επαναστατήσουν κατά του περσικού ζυγού.
δ) Επεισόδιο Β΄ (598-627)
Επιστρέφει η Άτοσσα πεζή και όχι με το άρμα, όπως την πρώτη φορά. Η εμφάνισή της γενικά είναι ταπεινή, γιατί, όπως δικαιολογείται, το επιβάλλουν οι θλιβερές περιστάσεις. Την ακολουθούν θεραπαινίδες, που κρατούν τα απαραίτητα για τις σπονδές. Πηγαίνει για τον τάφο του Δαρείου και παραγγέλλει στο χορό να συνοδεύει με ύμνους τις θυσίες προς τους θεούς και να παρακαλέσει τους υποχθόνιους θεούς να επιτρέψουν την εμφάνιση του νεκρού Δαρείου στη γη.
ε) Στάσιμο Β΄ (628-680)
Ο χορός αρχίζει να επικαλείται τους υποχθόνιους θεούς και μετά τον ίδιο τον Δαρείο, παρακαλώντας τον να εμφανιστεί.
στ) Επεισόδιο Γ΄ (στίχ. 681-851)
Παρουσιάζεται η σκιά του Δαρείου στην κορυφή του τύμβου του και μαθαίνει από την Άτοσσα τη φοβερή καταστροφή των Περσών και την αξιοθρήνητη σωτηρία του Ξέρξη. Μετά πληροφορεί τη σύζυγό του πως όσα συνέβησαν αποτελούν εκπλήρωση παλαιών χρησμών, την οποία ο Ξέρξης με την απερισκεψία και την αλαζονεία του επιτάχυνε, προκαλώντας τόση καταστροφή, όση δεν προκάλεσαν όλοι μαζί αυτοί που κυβέρνησαν μέχρι τώρα τη χώρα. Το μόνο που συμβουλεύει στους Πέρσες είναι να μην εκστρατεύσουν άλλη φορά εναντίον της Ελλάδας και αποδίδει την καταστροφή κυρίως στην ασέβεια των Περσών προς τους ναούς και τα αγάλματα των ελληνικών θεών. Τέλος, προλέγει τη συμπλήρωση της καταστροφής στις Πλαταιές και ξαναγυρίζει στον Άδη. Η Άτοσσα φεύγει και αυτή για τα ανάκτορα, για να ετοιμάσει στολή για τον Ξέρξη, που επιστρέφει κουρελιασμένος.
ζ) Στάσιμο Γ΄ (στίχ. 852-907)
Ο χορός θυμάται τις παλιές καλές ημέρες της βασιλείας του Δαρείου, ψάλει τις αρετές αυτού και τη συνετή διακυβέρνησή του και τέλος αποδίδει, όπως και ο Δαρείος, την καταστροφή σε θεϊκή θέληση.
η) Έξοδος (στίχ. 908-1076)
Έρχεται ο Ξέρξης ντυμένος με κουρέλια και θρηνεί για την ντροπιασμένη του καταστροφή, ενώ ο χορός τον κατακρίνει και τον ελεεινολογεί για το κουρέλιασμα της περσικής τιμής. Στη συνέχεια ο χορός τον ρωτά χωριστά για τον καθένα από τους ονομαστούς άνδρες που τον συνόδευαν στην εκστρατεία και από τις απαντήσεις του βασιλιά μαθαίνει ότι αφανίστηκαν όλοι. Ακολουθεί ο "κομμός", όπου αποκορυφώνεται ο θρήνος του Ξέρξη και του χορού, ο οποίος συνοδεύει το βασιλιά στην πορεία του προς την πόλη και τα ανάκτορα.
Κεντρική ιδέα
Η τραγωδία αυτή περιέχει τον πιο υπέροχο ύμνο προς την ελληνική φιλοπατρία και πολεμική αρετή. Γιατί σκοπός του ποιητή είναι να παρουσιάσει μέσα από την κατάπτωση της περσικής δύναμης τη λαμπρότητα και τη δόξα της ελληνικής νίκης στη Σαλαμίνα. Η αφήγηση του αγγελιαφόρου, όπου περιγράφεται με ζωντανά χρώματα η σύγκρουση των δύο στόλων, αποτελεί τον πιο έξοχο ύμνο αυτής της νίκης. Αν και βάρβαρος, ομολογεί την αυτοθυσία και την αγάπη των Ελλήνων προς την πατρίδα και τη θρησκεία, όταν αναφέρει τον υπέροχο πολεμικό παιάνα που έψαλλαν καθώς ορμούσαν στον αγώνα:
"..... ω παίδες Ελλήνων ίτε,
ελευθερούτε πατρίδ`,
ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας,
θεών τε πατρώων έδη θήκας τε προγόνων.
Νυν υπέρ πάντων αγών"

(στίχ. 402-405). (Παιδιά των Ελλήνων προχωρείτε, ελευθερώστε πατρίδα, παιδιά, γυναίκες, ελευθερώστε και τα θεία των πατρικών σας θεών και των προγόνων τους τάφους. Τώρα για τα πάντα πολεμάτε).
Η αξία της τραγωδίας
Ο Αισχύλος στους "Πέρσες" του άντλησε αρκετά στοιχεία από την τραγωδία του Φρύνιχου "Φοίνισσαι" που διδάχτηκε το 476, αλλά δε σώθηκε μέχρι τις ημέρες μας. Όλοι όμως ομολογούν ότι το γεγονός αυτό δε μειώνει καθόλου την αξία του έργου του, γιατί ο Αισχύλος στη σύνθεση του έργου του ακολούθησε εντελώς δικό του δρόμο. Με απαράμιλλη δεξιοτεχνία κλιμακώνει και κορυφώνει την αγωνία, ενώ η εκλογή του αγγελιαφόρου για την ανακοίνωση της είδησης της φοβερής καταστροφής αποτελεί το πιο έξοχο εύρημα του Αισχύλου και από άποψη ψυχολογική (οι ίδιοι οι Πέρσες και όχι οι Έλληνες διηγούνται την ελληνική νίκη) και από άποψη οικονομίας στη σύνθεση του έργου. Γενικά η πλοκή της τραγωδίας διαπνέεται από πλούσια ποιητική πνοή, η οποία ανεβάζει το έργο στο επίπεδο των μεγάλων δημιουργιών της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου