23/11/09

Ορισμός της πίστης...

Πίστη (η) ουσ.

Το να αποδέχεσαι άνευ αποδείξεων,

τα λεγόμενα κάποιου,

που μιλά άνευ γνώσεων,

για πράγματα άνευ προηγουμένου.


Ambrose Bierce

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου