Θα μπορούσε η γεωλογική περίοδος που διανύουμε να αποδειχθεί η τελευταία στην ιστορική διαδρομή του ανθρώπου; Τα σενάρια λένε πως ναι!
Παρά τις «προσπάθειές» μας πάντως η Γη μάλλον θα επιζήσει και - χωρίς την επιβαρυντική παρουσία μας- θα ανακάμψει
Oταν ο νομπελίστας χημικός της ατμόσφαιρας Πολ Κρούτσεν επινόησε τη λέξη «Ανθρωπόκαινος», περίπου πριν από δέκα χρόνια, διατύπωσε μια εντυπωσιακή ιδέα: η ανθρώπινη δραστηριότητα επηρεάζει αυτή τη στιγμή τη Γη τόσο βαθιά ώστε να μπορούμε να κάνουμε λόγο για μια νέα γεωλογική εποχή.
Η Ανθρωπόκαινος Περίοδος δεν έχει γίνει ακόμη επίσημα αποδεκτή ως γεωλογική περίοδος, αν όμως τελικά αναγνωριστεί ίσως αποδειχθεί η βραχύτερη• και η τελευταία. Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κάποιος την εποχή αυτή να τελειώνει μόλις μερικές εκατοντάδες χρόνια αφότου άρχισε• μέσα σε ένα όργιο αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη και υπερκατανάλωσης.
Ας υποθέσουμε ότι αυτό συμβαίνει. Το συνεχώς αυξανόμενο αποτύπωμα της ανθρωπότητας στον φυσικό κόσμο οδηγεί, σε δύο ή σε τρεις εκατοντάδες χρόνια, σε οικολογική κατάρρευση και σε μια μαζική εξαφάνιση των ειδών. Χωρίς ορυκτά καύσιμα για την υποστήριξη της γεωργίας, η ανθρωπότητα θα αντιμετωπίσει σοβαρό πρόβλημα.«Πολλά πράγματα θα οδηγηθούν στον θάνατο• και πολλά από αυτά τα πράγματα θα είναι άνθρωποι»λέει ο Τομ Μπαρνόσκι, παλαιοντολόγος του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, στο Μπέρκλεϊ. Σύμφωνα με το πιο απαισιόδοξο σενάριο, η κοινωνία θα καταρρεύσει αφήνοντας μόλις μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους να προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα με ελάχιστα μέσα, σε μια νέα Λίθινη Εποχή.
Σενάρια στειρότητας
Το αν το είδος μας θα επιζήσει είναι δύσκολο να προβλεφθεί, τι μπορούμε όμως να πούμε για την τύχη της ίδιας της Γης; Λέγεται συχνά ότι όταν αναφερόμαστε στο «Να σώσουμε τον πλανήτη» στην πραγματικότητα συζητάμε το να σώσουμε τους εαυτούς μας• ο πλανήτης θα είναι μια χαρά χωρίς εμάς. Είναι όμως έτσι; Ή μήπως η καταστροφή που θα σημάνει το τέλος της Ανθρωποκαίνου θα τον βλάψει τόσο πολύ ώστε να τον μετατρέψει σε μια στείρα, έρημη γη;
Ο μόνος τρόπος για να το μάθουμε είναι να κοιτάξουμε πίσω στο παρελθόν του. Ούτε η απότομη πλανητική θέρμανση ούτε η μαζική εξάλειψη των ειδών αποτελούν μοναδικά χαρακτηριστικά του σήμερα. Η Γη έχει ξαναβρεθεί σε αυτή τη θέση. Τι μπορούμε λοιπόν να περιμένουμε αυτή τη φορά;
Ας πάρουμε το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η μεγαλύτερη ανησυχία των κλιματολόγων είναι το ενδεχόμενο η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη να ωθήσει τη Γη πέρα από δύο σημεία καμπής, τα οποία θα επιδεινώσουν δραματικά την κατάσταση. Το πρώτο είναι η «απόψυξη» της πλούσιας σε άνθρακα τύρφης, που είναι παγιδευμένη στα μονίμως παγωμένα εδάφη. Καθώς η Αρκτική θερμαίνεται, η τύρφη μπορεί να αποσυντεθεί και να εκβάλει τρισεκατομμύρια τόνους άνθρακα στην ατμόσφαιρα- ξεπερνώντας ίσως τους τρία εκατομμύρια τόνους που οι άνθρωποι θα μπορούσαν στη χειρότερη περίπτωση να εκπέμψουν από τα ορυκτά καύσιμα. Το δεύτερο είναι η απελευθέρωση του μεθανίου που είναι αποθηκευμένο ως ένυδρο άλας σε ιζήματα στα ψυχρά βάθη των ωκεανών. Αν οι ωκεανοί θερμανθούν και το μεθάνιο- το οποίο είναι ένα ισχυρό αέριο του θερμοκηπίου- αρχίσει να εισέρχεται στην ατμόσφαιρα, θα συνεισφέρει ακόμη περισσότερο στην αύξηση της θερμοκρασίας, επιταχύνοντας τη διάσπαση των ενύδρων αλάτων σε έναν φαύλο κύκλο.
«Αν διοχετεύσουμε όλα τα ορυκτά καύσιμα που διαθέτουμε στην ατμόσφαιρα, οι θερμοκρασίες θα ανέβουν στο σημείο στο οποίο και τα δύο αυτά αποθέματα άνθρακα θα απελευθερωθούν»λέει ο ωκεανογράφος Ντέιβιντ Αρτσερτου Πανεπιστημίου του Σικάγου. Κανείς δεν ξέρει πόσο καταστρεπτική θα είναι η αύξηση της θερμοκρασίας που θα προκύψει.
Θερμικά φαινόμενα
Για τον λόγο αυτό οι κλιματολόγοι κοιτάζουν με αυξανόμενο ενδιαφέρον μια περίοδο πριν από 55 εκατομμύρια χρόνια- γνωστή ως Θερμικό Μέγιστο της Παλαιοκαίνου-Ηωκαίνου- κατά την οποία η θερμοκρασία ανέβηκε κατά 9 βαθμούς Κελσίου μέσα σε μερικές χιλιάδες χρόνια• κάτι το οποίο σχεδόν ισοδυναμεί με τις πλέον δυσοίωνες προβλέψεις για τη σημερινή αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη.«Είναι η πιο πρόσφατη περίοδος κατά την οποία σημειώθηκε μια πραγματικά ταχεία θέρμανση»λέει οΠίτερ Γουίλφ , παλαιοντολόγος του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Πενσυλβανίας. «Επειδή δε ήταν σχετικά πρόσφατη,υπάρχουν ακόμη πολλά πετρώματα τα οποία καταγράφουν αυτό το γεγονός».
Μετρώντας ωκεάνια ιζήματα, τα οποία εναποτέθηκαν κατά το Θερμικό Μέγιστο, ο γεωχημικόςΤζέιμς Ζάχοςτου Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας έχει διαπιστώσει ότι η θέρμανση συνέπεσε με μια απότομη άνοδο του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Μεταξύ 5 και 8 τρισεκατομμύρια τόνοι άνθρακα εισήλθαν στην ατμόσφαιρα σε λιγότερα από 20.000 χρόνια. Από πού μπορεί να προήλθε αυτή η τεράστια ποσότητα;
Η ηφαιστειακή δραστηριότητα δεν μπορεί να δικαιολογήσει μια τέτοια αύξηση, λέει ο κ. Ζάχος. Αντ΄ αυτού, θεωρεί υπεύθυνη την αποσύνθεση της τύρφης, η οποία θα πρέπει να προκλήθηκε όχι από το λιώσιμο των μόνιμα παγωμένων εδαφώντο κλίμα τότε ήταν υπερβολικά θερμό ώστε να υπάρχουν μόνιμα παγωμένα εδάφη-, αλλά από την κλιματική ξήρανση. Τα απολιθώματα των φυτών αυτής της περιόδου μαρτυρούν ένα τέτοιου είδους επεισόδιο ξήρανσης.
Ανθρακική αλυσίδα
Αν ο κ. Ζάχος και οι συνάδελφοί του έχουν δίκιο, τότε πριν από 55 εκατομμύρια χρόνια η Γη πέρασε μια κρίση άνθρακα, η οποία έμοιαζε πολύ με αυτή την οποία φοβόμαστε σήμερα: μια ξαφνική, απότομη άνοδος του άνθρακα, ακολουθούμενη από μια εκτός ελέγχου απελευθέρωση ακόμη περισσότερων αερίων του θερμοκηπίου. Αυτό που επακολούθησε ίσως μπορεί να μας δώσει μια γεύση του τι μπορούμε να περιμένουμε αν η παρούσα κρίση ενταθεί. Οι γεωχημικοί γνωρίζουν ότι όταν μια ποσότητα του άνθρακα διοχετεύεται στον αέρα, μεγάλο μέρος της διαλύεται γρήγορα στο ανώτερο στρώμα του ωκεανού και στη συνέχεια διασκορπίζεται σταδιακά στα βαθύτερα ύδατα. Σε μερικούς αιώνες επιτυγχάνεται μια ισορροπία, με περίπου 85% του άνθρακα να διαλύεται στον ωκεανό και 15% να μένει στην ατμόσφαιρα• αυτός ο άνθρακας παραμένει επί δεκάδες εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια, κάτι το οποίο ο κ. Αρτσερ θεωρεί ότι θα αποτελέσει τη «μακρά ουρά» της Ανθρωποκαίνου. Ως πρόσφατα ωστόσο, οι ειδικοί του κλίματος είχαν συγκεχυμένη άποψη ως προς με το τι θα μοιάζει αυτή η ουρά.
«Εως ότου αναφανούν κάποιες περιπτώσεις προς μελέτη από το παρελθόν,υπήρχε πάντοτε ένας βαθμός αβεβαιότητας στα μοντέλα»λέει ο κ. Ζάχος. Οι μελέτες του αρχίζουν τώρα να ξεκαθαρίζουν αυτές τις αμφιβολίες. Τα ανθρακικά πετρώματα που εναποτέθηκαν στον πυθμένα των θαλασσών κατά τη διάρκεια της απότομης ανόδου του άνθρακα, για παράδειγμα, αποκαλύπτουν ότι οι ωκεανοί έγιναν γρήγορα υπερβολικά όξινοι. Αυτή η υπερβολική οξέωση όμως διήρκεσε μόλις 10.000 ή 20.000 χρόνιαούτε όσο ένα πετάρισμα των βλεφάρων για τα γεωλογικά δεδομένα - και στη συνέχεια οι ωκεανοί επανήλθαν σε σχεδόν φυσιολογικές συνθήκες για τα επόμενα 150.000
χρόνια. Ακόμη και τα αποθέματα τύρφης και ένυδρων αλάτων μεθανίου θα πρέπει να ανανεώθηκαν μέσα σε 2 εκατ. χρόνια, λέει ο κ. Ζάχος, επειδή σε αυτή την περίοδο ο πλανήτης υπέστη μια άλλη, μικρότερη κρίση άνθρακα, η οποία θα πρέπει επίσης να ενέπλεξε την τύρφη ή τα ένυδρα άλατα του μεθανίου. Αυτό υποδηλώνει ότι η μακρά ουρά της Ανθρωποκαίνου δεν θα διαρκέσει μάλλον περισσότερο από 2 εκατ. χρόνια- και πάλι όχι πολύ για τα γεωλογικά δεδομένα.
Παρ΄ όλα αυτά, η σημερινή άνοδος του άνθρακα διαφέρει από εκείνη της Υστερης Παλαιοκαίνου σε ένα σημαντικό σημείο: ο πλανήτης μας είναι πολύ ψυχρότερος από ό,τι τότε, επομένως η θέρμανση μάλλον θα έχει πιο βαθιά επίδραση. Κατά τη διάρκεια της Υστερης Παλαιοκαίνου, ο κόσμος ήταν θερμός και στο μεγαλύτερο μέρος του χωρίς πάγους. Τώρα έχουμε λαμπερούς, γυαλιστερούς μόνιμους πάγους, οι οποίοι αντανακλούν το ηλιακό φως πίσω στο Διάστημα. Οι πάγοι αυτοί θα λιώσουν δίνοντας τη θέση τους σε σκούρα πετρώματα και χώμα, που απορροφούν ενέργεια. Με όλο αυτό το νερό που θα προκύψει, η στάθμη της θάλασσας θα ανέβει και τα μόνιμα παγωμένα εδάφη θα αποψυχθούν πιο γρήγορα, ενισχύοντας τη θέρμανση ακόμη περισσότερο.
Αυτή η επιπλέον ώθηση θα μπορούσε λογικά να εκτρέψει τη Γη από το σημερινό κύκλο παγετωδών και μεσοπαγετωδών περιόδων και να την κάνει να επιστρέψει σε μια παλαιότερη, θερμότερη κατάσταση. «Η Γη δεν είχε πάγους για πολλά εκατομμύρια χρόνια.Οι παρούσες εποχές των παγετώνων ξεκίνησαν μόλις πριν από 35 εκατ.χρόνια,οπότε μπορεί και να βγούμε πάλι από αυτές» λέει οΠίτερ Τανς, ειδικός της ατμόσφαιρας της αμερικανικής Εθνικής Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (ΝΟΑΑ). Ο άρτι απογυμνωμένος από τον πάγο κόσμος ωστόσο απλώς θα επανέλθει σε μια γνωστή κατάσταση. Σύμφωνα με αυτή την ανάγνωση των στοιχείων, ακόμη και οι πιο δραστικές κλιματικές μεταβολές έχουν ελάχιστες πιθανότητες να οδηγήσουν τα φυσικά συστήματα της Γης σε μη χαρτογραφημένες περιοχές.
Σύνδρομο της Αφροδίτης
Αυτό όμως δεν είναι βέβαιο, όπως υπογραμμίζει οΤζέιμς Χάνσεν, διευθυντής του Ινστιτούτου Διαστημικών Μελετών Γκόνταρντ της ΝΑSΑ. Ο έγκριτος κλιματολόγος υποστηρίζει ότι τα επεισόδια του παρελθόντος δεν είναι καλός οδηγός για αυτό που πρόκειται να συμβεί στο μέλλον, για τον απλό λόγο ότι τώρα ο Ηλιος είναι φωτεινότερος απ΄ ό,τι τότε. Προσθέτοντας αυτό τον παράγοντα στα δεδομένα, η απελευθέρωση των ένυδρων αλάτων μεθανίου θα μπορούσε να οδηγήσει σε καταστροφικά και μη αναστρέψιμα επίπεδα- στο λεγόμενο «σύνδρομο της Αφροδίτης», το οποίο προκαλεί την εξάτμιση των ωκεανών και μπορεί να καταδικάσει τη Γη στη μοίρα του άνυδρου γειτονικού της πλανήτη.
Αυτά όσον αφορά την ίδια τη Γη, τι θα συμβεί όμως με τη ζωή; Αν ο κ. Χάνσεν έχει δίκιο, η Γη οδεύει προς τη στειρότητα. Αν όμως επικρατήσει το λιγότερο απαισιόδοξο σενάριο, τα πράγματα θα είναι διαφορετικά.
Οι βιολόγοι που μελετούν τη διατήρηση υποστηρίζουν ότι ίσως βρισκόμαστε ήδη στο μέσον ενός επεισοδίου εξάλειψης, το οποίο ενδεχομένως θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μια από τις μεγαλύτερες μαζικές εξαφανίσεις ειδών που έχουν συντελεστεί ποτέ- τέτοια ώστε να αλλάξει ριζικά την πορεία της εξέλιξης.
Παραδόξως, η κλιματική αναταραχή του Θερμικού Μεγίστου οδήγησε σε πολύ μικρή απώλεια της βιοποικιλότητας. «Κανείς δεν έχει εντοπίσει το όριο της Παλαιοκαίνου-Ηωκαίνου ως διάστημα μεγάλης εξάλειψης ειδών»λέει οΣκοτ Γουίνγκ , παλαιοβοτανολόγος του Ινστιτούτου Σμιθσόνιαν της Ουάσιγκτον. Αντιθέτως, τα απολιθώματα δείχνουν ότι τα είδη απλώς μετανάστευσαν, ακολουθώντας το προτιμώμενο για αυτά κλίμα στις διάφορες περιοχές του πλανήτη.
Σήμερα φυσικά αυτό συχνά δεν είναι δυνατόν επειδή οι δρόμοι, οι πόλεις και οι καλλιέργειες έχουν κατακερματίσει τόσους φυσικούς οικοτόπους. Τα πολικά και τα αλπικά είδη ίσως δουν το φυσικό περιβάλλον διαβίωσής τους να εξαφανίζεται εντελώς, και αυτό χωρίς να υπολογίσουμε όλους τους άλλους τρόπους με τους οποίους ο άνθρωπος θέτει σε κίνδυνο τα άλλα είδη.
«Αποτελούμε πραγματική θύελλα όσον αφορά τη βιοποικιλότητα» λέει ο Ντέιβιντ Τζαμπλόνσκι, παλαιοντολόγος του Πανεπιστημίου του Σικάγου. «Δεν είναι μόνο το υπερβολικό κυνήγι και η υπεραλίευση. Δεν είναι μόνο το ότι αλλάζουμε τη χημεία της ατμόσφαιρας και προκαλούμε οξέωση των ωκεανών.Δεν είναι μόνο το ότι εξολοθρεύουμε τα μεγαλόσωμα ζώα. Είναι επιπλέον το ότι τα κάνουμε όλα αυτά ταυτοχρόνως». Παρ΄ όλα αυτά, ο κ. Τζαμπλόνσκι πιστεύει ότι οι άνθρωποι δεν είναι ικανοί να προκαλέσουν μια εξάλειψη ανάλογη με αυτή που συντελέστηκε στο τέλος της Περμίου, πριν από 251 εκατ. χρόνια, όταν όπως εκτιμάται 96% των θαλάσσιων και 70% των χερσαίων ειδών εξαφανίστηκαν.
Είτε τελικά η μαζική εξάλειψη της Ανθρωποκαίνου φθάσει σε μέγεθος αυτή της Περμίου είτε καταταγεί δίπλα σε κάποιες άλλες, μικρότερες, το βέβαιο είναι ότι θα επιφέρει μεγάλες ανακατατάξεις στην εξέλιξη. Και εδώ, το παρελθόν μπορεί να μας δώσει κάποιες ιδέες για το τι μπορούμε να περιμένουμε.
Τα απολιθώματα μάς λένε ότι κάθε μαζική εξαφάνιση γίνεται με διαφορετικό τρόπο, επειδή η κάθε μία έχει τα δικά της μοναδικά αίτια. Παρ΄ όλα αυτά υπάρχει ένας κοινός παράγοντας: τα είδη που κινδυνεύουν περισσότερο είναι αυτά με το μικρότερο γεωγραφικό φάσμα. Οι μελέτες του κ. Τζαμπλόνσκι σε απολιθώματα θαλάσσιων σαλιγκαριών δείχνουν ότι τα είδη με πλαγκτονικές προνύμφες- τα οποία εξαπλώνονται γρήγορα- είναι πιο ανθεκτικά από τα είδη που έχουν πιο περιορισμένη κατανομή.
Κατσαρίδες κι αράχνες
Αν προσθέσουμε στα παραπάνω τις μαζικές διαταραχές των οικοτόπων, λέει ο κ. Τζαμπλόνσκι, αρχίζει να σχηματίζεται μια εικόνα της ζωής μετά την εξάλειψη της Ανθρωποκαίνου. Τα μικρά σωματικά μεγέθη, οι ταχείς ρυθμοί αναπαραγωγής και η ικανότητα εκμετάλλευσης των διαταραγμένων οικοτόπων, θα αποτελέσουν όλα πλεονεκτήματα.«Είναι μάλλον ένας κόσμος ποντικών, ζιζανίων και κατσαρίδων»λέει ο ερευνητής.
Το κύμα των εξαφανίσεων θα σαρώσει τα διάφορα είδη με έναν σχετικά προβλέψιμο τρόπο.«Πρώτα θα χάσουμε τα είδη που ήδη κινδυνεύουν,ύστερα θα προχωρήσει προς τα κάτω»λέει ο κ. Μπαρνόσκι.«Τελικά,θα πλήξει ορισμένα είδη τα οποία σήμερα δεν θεωρούμε ότι απειλούνται- για παράδειγμα,πολλά φυτοφάγα είδη της Αφρικής που σήμερα φαίνονται να έχουν υγιείς πληθυσμούς» .
Οι προβλέψεις για οποιοδήποτε συγκεκριμένο είδος είναι ωστόσο σχεδόν αδύνατες, καθώς η τύχη θα παίξει και αυτή τον ρόλο της. Οι επιζήσαντες θα αποτελούν ένα λίγο ως πολύ τυχαίο μείγμα ζιζανιοειδών φυτών και οπορτουνιστικών ζώων, επισημαίνει οΝταγκ Εργουιν, παλαιοβιολόγος του Ινστιτούτου Σμιθσόνιαν.
Αν η Ανθρωπόκαινος δεν τελειώσει με μια μαζική εξάλειψη, τα απολιθώματα μάς λένε πολλά ως προς το πώς θα μπορούσε να είναι η ανάκαμψη. Το αν τα νέα είναι καλά ή κακά εξαρτάται από την προοπτική από την οποία τα βλέπει κανείς.«Οι ανακάμψεις από μαζικές εξαφανίσεις είναι βραχείες γεωλογικά,από την ανθρώπινη άποψη όμως υπερβολικά μακρές.Συζητάμε για εκατομμύρια χρόνια»εξηγεί ο κ. Ζαμπλόνσκι.
Αμέσως ύστερα από μια μαζική εξάλειψη, τα απολιθώματα υποδηλώνουν ότι τα οικοσυστήματα μπαίνουν σε μια κατάσταση σοκ για αρκετά εκατομμύρια χρόνια. Για πολλά εκατομμύρια χρόνια μετά την εξάλειψη της Περμίου, για παράδειγμα, στα θαλάσσια περιβάλλοντα σε όλο τον κόσμο κυριαρχούσαν τα ίδια 25 ως 30 είδη.«Αρκετά βαρετό», σχολιάζει ο κ. Εργουιν.
Κάτι παρόμοιο συνέβη στην ξηρά μετά την εξάλειψη της Κρητιδικής. Απολιθώματα φυτών, προγενέστερα της εξάλειψης, από τη δυτική Βόρειο Αμερική μαρτυρούν ακμάζοντα οικοσυστήματα, με ποικιλία εντόμων, τα οποία τρέφονταν από μια μεγάλη ποικιλία φυτών. Μετά την εξάλειψη ωστόσο η ποικιλία τόσο των φυτών όσο και των εντόμων μειώνεται δραματικά, ενώ κάποιες μέθοδοι εξεύρεσης τροφής των εντόμων εξαφανίζονται εντελώς.
Στη συνέχεια, επικρατεί σύγχυση για 10 εκατ. χρόνια. Υπάρχουν συσσωρεύσεις απολιθωμάτων που περιλαμβάνουν μόνο ελάχιστα έντομα και φυτά, κάποιες με πολλά έντομα, αλλά λίγα φυτά, άλλες με πολλά φυτά, αλλά λίγα έντομα• σχεδόν τα πάντα εκτός από αυτό το οποίο οι οικολόγοι θα ονόμαζαν «φυσιολογικό». «Σε καμία στιγμή δεν έχουμε αυτό το οποίο θα αποκαλούσα ένα υγιές οικοσύστημα, με διάφορα έντομα που τρέφονται με διάφορα φυτά»λέει ο κ. Γουίλφ. Σε όλο αυτό το διάστημα η βιοποικιλότητα παραμένει χαμηλή, με ελάχιστα νέα είδη να εξελίσσονται.«Απλώς προσπαθούν να αντέξουν»λέει ο κ. Εργουιν.
Βραδεία ανάκαμψη
Μια μελέτη της ποικιλότητας θαλασσίων απολιθωμάτων το επιβεβαιώνει. Πριν από περίπου μία δεκαετία, οΤζέιμς Κίρχνερτου Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ και ηΑνι Γουέιλτου Πανεπιστημίου Ντιουκ ανέλυσαν μια βάση δεδομένων όλων των γνωστών θαλασσίων απολιθωμάτων για να δουν πόσο στενά οι κορυφώσεις του σχηματισμού ειδών ακολουθούσαν τις κορυφώσεις εξάλειψης.«Σκεφτήκαμε,όπως όλοι,ότι όταν υπάρχει μια μαζική εξάλειψη η εγκατάσταση νέων πληθυσμών αρχίζει σχεδόν αμέσως»εξηγεί ο κ. Κίρχνερ, ο οποίος σήμερα εργάζεται στο Ελβετικό Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο Ερευνών Δασών, Χιονιού και Χώρων Πρασίνου. Αντ΄ αυτού διαπίστωσαν ότι οι κορυφώσεις του σχηματισμού ειδών ακολουθούσαν σχεδόν 10 εκατ. χρόνια μετά τις κορυφώσεις εξάλειψης. «Κοντέψαμε να πέσουμε από τις καρέκλες μας»λέει ο ερευνητής. Στην πραγματικότητα μάλιστα, στα πρώτα μερικά εκατομμύρια χρόνια μετά την εξαφάνιση ο ρυθμός σχηματισμού ειδών πέφτει.«Αυτό υποδηλώνει για μας μια τραυματισμένη βιόσφαιρα.Τα επεισόδια εξάλειψης δεν αφαιρούν οργανισμούς από ένα οικοσύστημα, αφήνοντας πολλές ευκαιρίες σε νέα είδη να διαφοροποιηθούν.Αντιθέτως,αυτό το οποίο νομίζουμε ότι συμβαίνει είναι ότι καταρρέουν οι ίδιοι οι βιότοποι, οπότε δεν γίνεται να εμφανιστούν νέοι οργανισμοί για να τους καταλάβουν. Οι ίδιοι οι οικολογικοί θώκοι δεν υπάρχουν πια», λέει ο κ. Κίρχνερ.
Τελικά ωστόσο, η εξέλιξη κερδίζει και ύστερα από μερικές δεκάδες εκατομμύρια χρόνια η βιοποικιλότητα ανακάμπτει. Μερικές φορές, όπως μετά τη μαζική εξάλειψη της Ορδοβισίου πριν από 440 εκατ. χρόνια, το νέο καθεστώς μοιάζει πολύ με το παλιό. Πιο συχνά όμως, αναδύεται ένας καινούργιος κόσμος. «Δεν επανέρχεται η παλιά σκακιέρα, σχεδιάζεται ένα εντελώς καινούργιο παιχνίδι»εξηγεί ο κ. Εργουιν.
Κατά την Πέρμιο, στους ωκεανούς κυριαρχούσαν ζώα που τρέφονταν με διήθηση του νερού, όπως τα βραχιόποδα και οι θαλάσσιοι κρίνοι, τα οποία ζούσαν ολόκληρη τη ζωή τους προσκολλημένα στον βυθό. Τα αρπακτικά ήταν σπάνια. Ολα αυτά άλλαξαν μετά την εξάλειψη, οδηγώντας σε ένα πιο δυναμικό και πλούσιο οικοσύστημα.«Κατά τη δική μου άποψη,η μαζική εξαφάνιση του τέλους της Περμίου ήταν το καλύτερο πράγμα που συνέβη ποτέ στη ζωή» λέει ο κ. Εργουιν.
Με έναν παράξενο τρόπο λοιπόν, το συμπέρασμα είναι ενθαρρυντικό. Ακόμη και αν κατορθώσουμε να υπερπολλαπλασιαστούμε και να υπερκαταναλώσουμε τόσο ώστε να οδηγηθούμε πίσω στη Λίθινη Εποχή, η Γη μάλλον θα επιζήσει. Η ζωή θα συνεχιστεί. Εως ότου η μακρά ουρά της Ανθρωποκαίνου τελειώσει, το ελάχιστο που θα έχει μείνει από την ανθρωπότητα θα έχει μάλλον χαθεί. Μια νέα γεωλογική περίοδος θα αρχίσει. Κρίμα που δεν θα υπάρχει κανείς για να της δώσει ένα όνομα.
© 2009 Νew Scientist Μagazine, Reed Βusiness Ιnformation Ltd.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου