3/12/09

Βασίλι Καντίνσκι

Ο πρίγκιπας της ζωγραφικής και πατέρας της τέχνης που επέμενε να ονομάζει "συμπαγή", εκνευριζόμενος όποτε άκουγε να την ονομάζουν "αφηρημένη", γεννήθηκε στις 4 Δεκεμβρίου του 1866.

«Σε ηλικία δεκατριώνδεκατεσσάρων ετών, μπόρεσα, επιτέλους, να αγοράσω ένα κουτί λάδια, με τα λεφτά του κουμπαρά μου. Κι ακόμη και σήμερα, μπορώ να νοιώσω το συναίσθημα εκείνο, όταν πρωταντίκρυσα τη φρέσκια μπογιά να βγαίνει από το σωληνάριο. Πρέπει απλώς να πιέσεις απαλά με τα δάχτυλά σου και να σου! αυτά τα περίεργα, μυστηριώδη πράγματα που ονομάζουμε μπογιές.»


Σε ηλικία δεκατριών δεκατεσσάρων χρονών, ένα παλικαράκι ρούσο με αίμα πριγκιπικό, που το έλεγαν Βασίλι Βασίλιεβιτς Καντίνσκι, ανακάλυπτε τη ζωγραφική. Γεννημένος στις 4 Δεκέμβρη του παλιού ημερολογίου, εν έτει 1866, στη Μόσχα, ήταν παιδί μεγαλωμένο μες στη μουσική. Ο ευγενής Μογγόλος πρίγκηψ πατέρας του ήταν μαϊστορας των παραδοσιακών μουσικών οργάνων της μακρινής ρώσικης Ανατολής και έπαιρνε πάντα το μικρό Βασίλι ταξίδια στην Κιάτκα της Σιβηρίας, τη μακρινή πατρίδα απ' όπου κάποτε ξεκίνησε η φημισμένης καλλονής νόνα του για να κατακτήσει την Ρωσία. Η μητέρα του, μουσικός και εκείνη, πιανίστα, αγαπούσε να ταξιδεύουν στη Δύση, και κυρίως την αγαπημένη της Ιταλία.

Για τη φαμίλια των Καντίνσκι, αφορμή και αιτία περηφάνιας ήταν η μουσική φλέβα του Βασίλι, λοιπόν. Χαίρονταν να τους συνοδεύει στο πιάνο και το τσέλο, όσο χαίρονταν και τις επιτυχίες του στα μαθήματα. Πίστευαν ότι, όπως άρμοζε στη θέση του, το αγόρι τους, καλοαναθρεμμένος ευγενής της επαρχίας μετά τα πέντε, μεγάλωνε στην Οδέσσα με γερές διασυνδέσεις στην Μόσχα, θα ακολουθούσε νομικές σπουδές και θα γινόταν ένας ακόμη αριστοκράτης δικηγόρος με καλλιτεχνικές κλήσεις. Έτσι και έγινε. Ολοκλήρωσε τις νομικές του σπουδές, έκανε και το διδακτορικό του.

Στη Μόσχα, ο Βασίλι ανακαλύπτει πόση χαρά κρύβεται στη ζωγραφική. Ειδικά, η ορθόδοξη λειτουργική ζωγραφική. Παίρνει σβάρνα τις εκκλησιές και τα μοναστήρια για να λατρέψει τις εικόνες. «Στις αγιογραφίες και τη ρώσικη λαϊκή ζωγραφική βρίσκονται οι ρίζες της ζωγραφικής μου» εξομολογήθηκε χρόνια αργότερα, στη Γερμανία, όπου του έλειπαν οι εικόνες στον πραγματικό τους χώρο, παρ' ότι τον συνόδευε πάντα η μεγάλη του προσωπική συλλογή.
Η ακαδημαϊκή παιδεία του Βασίλι δεν πήγαινε πίσω απλώς, οι ρίζες της ζωγραφικής του ήταν στην καρδιά και στην νικηφόρα παράδοση του τόπου του. Όπως είχε δηλώσει, τον είχαν πείσει ότι η εικαστική Τέχνη ήταν μια πολυτέλεια, απαγορευμένη σε ένα Ρώσο. Οι λαϊκές ζωγραφιές και οι αγιογραφίες ήταν η απόδειξη πως η Τέχνη ήταν καθημερινότητα και ζωή για το Ρώσο, επ' ουδενί πολυτέλεια.

Διδάσκων στο πανεπιστήμιο της Μόσχας, ανακαλύπτει πως δεν αντλεί καμμία χαρά από τα νομικά. Είναι, ακόμη, ξένος στο ακαδημαϊκό περιβάλλον. Παρ ότι οι άλλοι τον θεωρούν επιτυχημένο και πανεπιστήμια του προσφέρουν έδρες Νομολογίας, εκείνος ασφικτυά. Στα 30 του χρόνια αφήνει τα πάντα γιατί ανακαλύπτει τι θέλει να κάνει στη ζωή του. Θέλει να ζωγραφίσει.

Σπουδάζει στο Μόναχο, αποφοιτά της Ακαδημίας Καλών Τεχνών το 1900. Για λίγα χρόνια παγιδεύεται στον ακαδημαϊσμό. Τον απελευθερώνει το χρώμα. Παιδί ακόμη είχε πει πως τα χρώματα τον μάγευαν, έμοιαζαν να έχουν δική του ζωή το καθένα. Τώρα τη δανείζουν σε κείνον. Είναι χαρακτηριστικό πως, σχεδόν ποτέ δε χρησιμοποιεί το μαύρο, το πένθιμο, το μόνο χρώμα που δεν είχε ζωή.

Η πρώτη του χρωματιστή έκθεση γίνεται στη Μόσχα το 1903. Ταξιδεύει σε όλη την Ευρώπη και στη Βόρειο Αφρική, γεμίζει χρώματα, ζωγραφίζει, ερωτεύεται, παντρεύεται, χωρίζει, ζωγραφίζει, ζωγραφίζει, ζωγραφίζει. Μες από την τριβή, τη χαρά της ανακάλυψης, γεννιέται η νέα ζωγραφική, αυτή που οι κριτικοί θα ονομάσουν αφηρημένη. Μισούσε τον όρο, τον θεωρούσε στρεβλό. Έλεγε πως κάνει συμπαγή, συμπυκνωμένη τέχνη. Μόνο που οι θεωρητικοί έχουν τον τρόπο τους με τις ορολογίες και τον νίκησαν...

«Βάζω πινελιές και στάλες χρώμα στους καμβάδες με τη σπάτουλα και τις κάνω να τραγουδούν με όση σφοδρότητα αντέχω».
Β. Καντίνσκι

Ο Βασίλι Καντίνσκι είναι λάθος άλλοθι για τους οπαδούς του η Τέχνη για την Τέχνη. Υπήρξε δημιουργός του διαλόγου των τεχνών, ειδικά των δύο αγαπημένων του, της μουσικής και της ζωγραφικής. Δεν είναι τυχαίο πως στα θεωρητικά του έργα συνέκρινε χρωματικές κλίμακες με μουσικά όργανα ή ότι βαφτίζει τους πίνακές του Ιντερμέτζο και Παραλλαγή. Όπως δεν είναι τυχαία και η βαθιά, δημιουργική σχέση του με το Φραντς Μαρκ: ο πρίγκιπας της Στέπας και ο γεροφτιαγμένος Γερμανός είχαν την ίδια ιδιαίτερη ανάγκη της πνευματικής εμπειρίας του κόσμου, αληθινής και καθαρής από ψιμύθια ή βαρβαρισμούς, τόσο βαθιάς που να ξαναγεννά σύμβολα, ιερογλυφικά και μυστικές διαλέκτους στο έργο του Βασίλι.

Το 1917 ο Βασίλι γύρισε στη Μόσχα, δέσμιος του έρωτά του για την συμπατριώτισσά του Νίνα Αντρέβσκαγια τρίτη και παντοτεινή γυναίκα της ζωής του. Οι μπολσεβίκοι τον αγκαλιάζουν. Από το 1918 ως το 1922 αναλαμβάνει το μόνο ακαδημαϊκό ρόλο που του άξιζε: διδάσκει ζωγραφική στην ακαδημία καλών τεχνών της Μόσχας και συμβουλεύει σε θέματα εικαστικής μουσειακής παιδείας την κυβέρνηση.

Το 1922, τον κλέβει από τη Μόσχα η σχολή Μπάουχαους. Τον καλεί ένας αγαπημένος παλιόφιλος από την πρώτη του γερμανική περίοδο, ο Πολ Κλέε. Καθηγητής στη Βαϊμάρη, ο Βασίλι διδάσκει ότι θέλει και γράφει τα σημαντικής ιστορικής και παιδευτικής σημασίας βιβλία του Σχετικά με το πνευματικό στην Τέχνη και Σημείο και Γραμμή.

Ο δάσκαλος γίνεται καλλιτεχνης της παρακμής όταν οι ναζί κλείνουν τη σχολή το 1933. Στη Μόσχα τα πράγματα ανάλογα: έχει αναλάβει ο Στάλιν. Φεύγει στη Γαλλία, εγκαθίσταται στο Παρίσι. Όμως και κει τον βρίσκουν οι ναζί. Δεν είδε την χώρα ελεύθερη. Πέθανε τον Ιούνιο του 1944, ενώ δούλευε με το χρώμα του θανάτου άπλωνε πάνω στο έργο του, με τι πινέλο, με τη σπάτουλα, το μαύρο άγριο, από το σωληνάριο. Ακόμη μια απόδειξη ότι η τέχνη δεν ήταν ποτέ για την τέχνη. Τουλάχιστον όχι η μεγάλη τέχνη.

Πηγή: Σκάι (Λαμπρινή Χ. Θωμά - 04/12/2007)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου