Εάν έπρεπε κανείς να επιλέξει τους μεγαλύτερους ευεργέτες της ανθρωπότητας, ο Λουί Παστέρ θα ήταν σίγουρα ανάμεσά τους.
Έλυσε το μυστήριο πολλών λοιμωδών ασθενειών, αποδίδοντας τις αιτίες τους σε μικρόβια, και συνέβαλε στη δημιουργία των πρώτων εμβολίων. Κατέρριψε τον ευρέως διαδομένο μύθο της αυτόματης γένεσης, θέτοντας τα θεμέλια για την σύγχρονη βιολογία και βιοχημεία. Περιέγραψε επιστημονικά τα φαινόμενα της ζύμωσης και της αποσύνθεσης. Το έργο του αποτέλεσε το εφαλτήριο πολλών κλάδων της επιστήμης και ο ίδιος υπήρξε ο πρωτεργάτης για μερικές από τις πιο σημαντικές θεωρητικές αρχές και πρακτικές εφαρμογές της σύγχρονης επιστήμης.
Γεννήθηκε στο Ντολ της ανατολικής Γαλλίας, στις 27 Δεκεμβρίου 1822 και πέθανε στις Σέβρες στις 28 Σεπτεμβρίου 1895. Ο πατέρας του ήταν φτωχός βυρσοδέψης που μετακόμισε στο Αρμπουά όταν ο γιος του ήταν δύο μηνών. Κατά τα μαθητικά του χρόνια, προτιμούσε να αφιερώνει τον χρόνο του στο ψάρεμα και στη ζωγραφική. Για ένα διάστημα μάλιστα φαινόταν ότι θα ακολουθούσε το επάγγελμα του ζωγράφου. Τελικά, πήρε το απολυτήριό του στο Μπεσανσόν και στη συνέχεια πήγε στο Παρίσι για να σπουδάσει στην Ecole Normale Superieure.
Η πρώτη εργασία του αφορούσε τους κρυστάλλους. Όταν ο Μίτσερλιχ ανακοίνωσε ότι δύο τρυγικά οξέα, ίδια σε χημικές ιδιότητες και κρυσταλλική μορφή, αντιδρούσαν διαφορετικά, ο Παστέρ απέδειξε ότι οι κρύσταλλοι στην πραγματικότητα ήταν διαφορετικοί και εξήγησε την ανακολουθία.
Με τη μελέτη του στους κρυστάλλους κατέδειξε ότι η ανόργανη ύλη είναι συμμετρική κατά την κρυσταλλοποίησή της, σε αντίθεση με όλα τα οργανικά προϊόντα τα οποία είναι ασύμμετρα. Συμπέρανε ότι κάποια μεγάλη βιολογική αρχή κρυβόταν κάτω από αυτό. Ως αποτέλεσμα της ανακάλυψης του, έγινε καθηγητής φυσικής (1848) στο Λύκειο της Ντιζόν. Τρεις μήνες αργότερα, έγινε αναπληρωτής καθηγητής χημείας στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου και καθηγητής το 1852. Το 1854, κοσμήτορας και καθηγητής χημείας στο νέο Πανεπιστήμιο της Λιλ. Το 1856, η βρετανική Royal Society τού απένειμε το μετάλλιο Rumford για τις έρευνές του στην πόλωση του φωτός. Το 1857 έγινε διευθυντής επιστημονικών σπουδών στην Paris Ecole Normal, το 1863 καθηγητής γεωλογίας και χημείας στην Ecole des Beaux Arts, το 1867 καθηγητής χημείας στη Σορβόνη, όπου και παρέμεινε μέχρι το 1889, όταν έγινε διευθυντής στο Ινστιτούτο Παστέρ που ιδρύθηκε προς τιμήν του.
Το επόμενο αντικείμενο ενασχόλησής του υπήρξε η διερεύνηση της ζύμωσης και της αποσύνθεσης, όπου ανακάλυψε ότι και οι δύο διαδικασίες οφείλονται σε ζωντανούς μικροοργανισμούς διαφόρων ειδών. Αυτό τον οδήγησε στην απόρριψη της αυτόματης γένεσης, αποδεικνύοντας ότι ζωή μπορεί να προέλθει μόνο από ζωή. Η έρευνά του πάνω στη ζύμωση ήταν τόσο επιτυχής ώστε η Αυτοκράτειρα Ευγενία τού ζήτησε να αφοσιωθεί στην οργάνωση μεγάλων βιομηχανιών για το καλό της Γαλλίας. Απάντησε ότι θεωρούσε κατώτερο της αξιοπρέπειας για ένα επιστήμονα να αφιερώσει τον χρόνο του στο εμπόριο και ότι ενώ ευχόταν ότι κάποιοι άλλοι θα εκμεταλλεύονταν τις ανακαλύψεις του, ο ίδιος ήθελε να προχωρήσει το επιστημονικό του έργο.
Η φήμη του είχε εξαπλωθεί και η γαλλική κυβέρνηση του ανέθεσε να μελετήσει την ασθένεια των μεταξοσκωλήκων που έπληττε τη χώρα εκείνη την περίοδο. Ο Παστέρ βρήκε ότι οι μεταξοσκώληκες υπέφεραν από δύο ασθένειες και ότι η διάδοσή τους θα μπορούσε να αποφευχθεί με προσεκτικό διαχωρισμό των υγιών μεταξοσκωλήκων από τους άρρωστους.
Αυτό αποτέλεσε και την αρχή της ενασχόλησής του με τις ασθένειες σε ανθρώπους και ζώα. Αφού ανακάλυψε το βακτήριο που προκαλεί τον άνθρακα (μία ασθένεια που είχε κάνει μεγάλες καταστροφές στα βοοειδή της Γαλλίας), βρήκε ότι η βιωσιμότητα του μικροβίου μειωνόταν σε υψηλές θερμοκρασίες και έτσι παρήγαγε μια ήπια μορφή του μικροβίου που θα προστάτευε τα εμβολιασμένα ζώα από τη θανάσιμη εκδοχή του. Στη συνέχεια εντόπισε την αιτία της χολέρας στα πουλερικά και για μία ακόμη φορά κατασκεύασε το αντίστοιχο εμβόλιο για την πρόληψή της.
Η βακτηριολογία είχε κάνει πια τα πρώτα της βήματα και ο Παστέρ συνέχισε τις ανακαλύψεις του. Περιέγραψε τον στρεπτόκοκκο και άλλα είδη παθογόνων μικροβίων, ενώ η εργασία του στη λύσσα τού έφερε παγκόσμια αναγνώριση. Ανίκανος να βρει την αιτία της πάθησης που δεν είχε ανακαλυφθεί ακόμη, κατόρθωσε να δημιουργήσει από τον μυελό των οστών ζώων που είχαν πεθάνει από την ασθένεια, ένα εμβόλιο που θα προστάτευε τους ανθρώπους από τα δαγκώματα των άρρωστων ζώων.
Η θεραπεία συνάντησε πολλές αντιδράσεις. Οι Γερμανοί μιλούσαν σαρκαστικά για «ένα φάρμακο για το οποίο δεν ξέρουμε τίποτα για μία ασθένεια για την οποία ξέρουμε ακόμη λιγότερα». Με τον καιρό, ο Παστέρ δικαιώθηκε. Οι Ρώσοι, που αντιμετώπιζαν πολλά κρούσματα λύσσας, από δαγκώματα άρρωστων λύκων στις στέπες, το θεώρησαν μεγάλη υπηρεσία και ο τσάρος τίμησε τον Παστέρ με προσωπική επίσκεψη. Στη συνέχεια, οι Βρετανοί το βρήκαν θαυματουργό. Ακολούθησαν πολλές χώρες που το υιοθέτησαν. Τέλος, η γερμανική κυβέρνηση εγκαθίδρυσε το Ινστιτούτο Παστέρ και αναγνώρισε την προσφορά της ανακάλυψης.
Από τον Παστέρ δεν έλειψαν οι τιμές. Εκτός από τα μετάλλια Rumford και Copley (1856, 1874), το 1868 η αυστριακή κυβέρνηση του παρέδωσε το ποσό των 10.000 φράγκων για το έργο του στους μεταξοσκώληκες. To 1873, έλαβε από τη γαλλική Société d' Encouragement το ποσό των 12.000 φράγκων. Το 1882, η ρωσική Κοινότητα για την Αγροτική Οικονομία του απένειμε μετάλλιο. Την ίδια χρόνια παρέλαβε το μετάλλιο Albert και το βραβείο Bressa (5.000 φράγκα). Η γαλλική κυβέρνηση του χορήγησε ετήσια σύνταξη 12.000 φράγκων (1874) που το 1883 αυξήθηκε στα 25.000 φράγκα. Επίσης του απονεμήθηκαν όλα τα μετάλλια της Λεγεώνας της Τιμής από τη Ρωσία, τη Δανία, την Ελλάδα, τη Βραζιλία, τη Σουηδία, την Τουρκία, τη Νορβηγία και την Πορτογαλία. Έγινε ξένο μέλος στην βρετανική Royal Society, μέλος στην Γαλλική Ακαδημία και ισόβιος Γραμματέας της Ακαδημίας των Επιστημών. Το εβδομηκοστά του γενέθλια γιορτάστηκαν λαμπρά στις 27 Δεκεμβρίου 1892 και ευχές στάλθηκαν από πολλές χώρες και όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Ο Παστέρ δεν έπαψε ποτέ να είναι βαθιά θρησκευόμενος. Σε όλη του τη ζωή απορούσε με τους επιστήμονες που δεν αναγνώριζαν την ύπαρξη του Δημιουργού μας σε οτιδήποτε μας περιβάλλει. Πέθανε κρατώντας στο χέρι του κομποσκοίνι και αφού άκουσε την ιστορία της ζωής του Αγίου Βιγκεντίου που είχε ζητήσει να του αφηγηθούν, επειδή πίστευε ότι το έργο του, όπως και αυτό του Αγίου Βιγκεντίου, θα μπορούσε να συνεισφέρει για να μειωθούν τα δεινά του ανθρώπου.
Πηγή: Focus (Παρασκευή 8 Σεπτεμβρίου 2006)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου