Ακόμα και οι κατά τεκμήριο καλά προετοιμασμένοι υποψήφιοι της Θετικής Κατεύθυνσης τα βρίσκουν μπαστούνια με τα Μαθηματικά.
Άλλωστε τα Μαθηματικά από την εποχή των δεσμών «ταλαιπωρούσαν» τους υποψηφίους. Τότε, 6 ή 7 -ανάλογα με τη χρονιά- στους 10 υποψηφίους βρίσκονταν στον βυθό της βαθμολογίας. Τα τελευταία χρόνια οι υποψήφιοι της Θετικής Κατεύθυνσης σημειώνουν σχετικά καλές επιδόσεις που διαφοροποιούνται από χρονιά σε χρονιά ανάλογα με τον βαθμό ευκολίας/δυσκολίας των θεμάτων.
Τα ποσοστά «αριστούχων» (18-20) κυμαίνονται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα. Το υψηλότερο σημειώθηκε το 2009 προσεγγίζοντας το 26,50% μετά το 22,68% του 2005, ενώ αντίθετα το 2008 καταγράφεται ένα από τα χαμηλότερα 9,37%. Το 15-17,9 είναι σχετικά δύσκολη υπόθεση, αφού το ποσοστό των υποψηφίων που βρίσκεται σε αυτήν τη βαθμολογική κλίμακα είναι μικρότερο του 20% τα τελευταία χρόνια.
Το 2008 ήταν μόλις 16,66% κι αυτό μαρτυρά συνθήκες εξεταστικής σφαγής, αλλά το 2009 πλησίασε το 47%! Ξεπερνώντας κάθε ιστορικό προηγούμενο. Περίπου 1 στους 3 υποψηφίους σταθερά από το 2001 μέχρι το 2007, αλλά και το 2009 βρίσκεται στο υπόγειο της βαθμολογίας, ενώ το ποσοστό του 2008 ξεπέρασε το 40%.
Με λίγα λόγια, το «άριστα» είναι πολύ δύσκολη υπόθεση ακόμα και για του άριστα προετοιμασμένους υποψηφίους. Η υπέρβαση του «16» είναι όρος εκ των ουκ άνευ για όσους υποψηφίους στοχεύουν στα υψηλόβαθμα τμήματα.
Αξεπέραστο εμπόδιο
Το υψηλότερο και ανυπέρβλητο εμπόδιο για τη συντριπτική πλειονότητα των υποψηφίων της Τεχνολογικής Κατεύθυνσης είναι τα Μαθηματικά. Εντυπωσιακό είναι ότι και την περίοδο των δεσμών (1995-2001) για την 4η Δέσμη και την περίοδο των Πανελλήνιων Εξετάσεων καταγράφονται υψηλότατα ποσοστά αποτυχίας που δείχνουν ότι κάτι σάπιο υπάρχει στο «βασίλειο» των εξετάσεων και του ελληνικού σχολείου.
Ποσοστά που συνηθέστατα υπερβαίνουν το 70% και ενίοτε το 80%. Με άλλα λόγια, σταθερά περισσότεροι από 7 στους 10 υποψηφίους -κάποτε και 8 στους 10- «βουλιάζουν» στον βυθό της βαθμολογίας (0-9,9). Η υπέρβαση του «15» είναι άπιαστο όνειρο για την πλειονότητα, αφού τα ποσοστά των «αριστούχων» κυμαίνονται από 1,32% έως 4,60% και όσων «σκαρφαλώνουν» στην κλίμακα 15-17,9 από 4% έως 8% περίπου.
Αυτό σημαίνει ότι οι υποψήφιοι της Θετικής Κατεύθυνσης που κατά κανόνα έχουν υψηλότερες επιδόσεις απ΄ αυτούς της Τεχνολογικής αποκτούν μεγάλο προβάδισμα όσον αφορά τα υψηλόβαθμα και περιζήτητα τμήματα.
Το 2007 σημειώθηκε το χαμηλότερο ποσοστό αποτυχίας (66,22%), ενώ το 2009 αυξήθηκε οριακά προσεγγίζοντας το 67,09%
Στο ανελέητο κυνήγι των μορίων, όπου μερικά μόρια παίζουν καθοριστικό ρόλο για την εισαγωγή των υποψηφίων στο τμήμα των πρώτων προτιμήσεών τους ή σ' ένα άλλο που λίγο τους ενδιαφέρει ή για την παραμονή τους ή όχι στον τόπο κατοικίας κάθε λεπτομέρεια έχει τη σημασία της. Ιδιαίτερη σημασία έχει, όχι μόνο η γνώση του τρόπου εξέτασης αλλά και μιας σειράς οδηγιών που η εφαρμογή τους μπορεί να δώσει στους υποψηφίους το «κάτι» ή και πολύ παραπάνω.
Πώς εξετάζεται
Στους μαθητές δίνονται τέσσερα (4) θέματα από την εξεταστέα ύλη, τα οποία μπορούν να αναλύονται σε υποερωτήματα, με τα οποία ελέγχεται η δυνατότητα αναπαραγωγής γνωστικών στοιχείων, η γνώση εννοιών και ορολογία και η ικανότητα εκτέλεσης γνωστών αλγορίθμων, η ικανότητα του μαθητή να αναλύει, να συνθέτει και να επεξεργάζεται δημιουργικά ένα δεδομένο υλικό, καθώς και η ικανότητα επιλογής και εφαρμογής κατάλληλης μεθόδου.
Τα τέσσερα θέματα που δίνονται στους μαθητές διαρθρώνονται ως εξής:
α. Το πρώτο θέμα αποτελείται από ερωτήματα θεωρίας που αφορούν έννοιες, ορισμούς, λήμματα, προτάσεις, θεωρήματα και πορίσματα. Με το θέμα αυτό ελέγχεται η κατανόηση των βασικών εννοιών, των σπουδαιότερων συμπερασμάτων, καθώς και η σημασία τους στην οργάνωση μιας λογικής δομής.
β. Το δεύτερο και το τρίτο θέμα αποτελείται το καθένα από μία άσκηση που απαιτεί από τον μαθητή ικανότητα συνδυασμού και σύνθεσης εννοιών αποδεικτικών ή υπολογιστικών διαδικασιών. Η κάθε άσκηση μπορεί να αναλύεται σε επιμέρους ερωτήματα.
γ. Το τέταρτο θέμα αποτελείται από μία άσκηση ή ένα πρόβλημα που η λύση του απαιτεί από τον μαθητή ικανότητες συνδυασμού και σύνθεσης προηγούμενων γνώσεων, αλλά και την ανάληψη πρωτοβουλιών στη διαδικασία επίλυσής του. Το θέμα αυτό μπορεί να αναλύεται σε επιμέρους ερωτήματα, τα οποία βοηθούν τον μαθητή στη λύση.
Η βαθμολογία κατανέμεται ανά 25 μονάδες στο καθένα από τα τέσσερα θέματα.
Έξι βασικοί κανόνες
Κωδικοποιούμε 6 βασικούς κανόνες που αν τους ακολουθήσουν κατά γράμμα οι καλά διαβασμένοι διαγωνιζόμενοι δεν πρόκειται να «χάσουν» καμία ερώτηση. Οι κανόνες αυτοί έχουν γενικότερη αξία και εφαρμογή και στην αντιμετώπιση των θεμάτων της Φυσικής.
1) Διαβάζουμε προσεκτικά τις εκφωνήσεις για να κατανοήσουμε τα δεδομένα και τα ζητούμενα. Αντίθετα, αποφεύγουμε τη βιαστική ανάγνωση που είναι πιθανό να μας οδηγήσει να ταυτίσουμε το ή τα θέματα με ερωτήματα που ήδη έχουμε μελετήσει. Ένα θέμα μπορεί να διατυπωθεί με πολλούς τρόπους και να απαιτεί διαφορετικές απαντήσεις.
2) Αρχίζουμε να απαντάμε από τα θέματα που μας φαίνονται πιο προσιτά και εύκολα. Αν κάποιο θέμα μας φαίνεται ιδιαίτερα δύσκολο, το αφήνουμε για αργότερα. Το ίδιο κάνουμε, αν δεν είμαστε απόλυτα σίγουροι για τις απαντήσεις μας.
3) Να μη χάνουμε πολύ χρόνο σε κάποια «δύσκολα» σημεία «κολλώντας» σε αυτά χωρίς να έχουμε υπολογίσει τον χρόνο για να απαντήσουμε στα υπόλοιπα θέματα και στο τέλος να επανέλθουμε στα σημεία που είχαμε «κολλήσει». Προσοχή, ώστε να μην αφήνουμε θέμα αναπάντητο. Ακόμα και σε ένα ερώτημα μιας άσκησης να γράψουμε έστω ένα τμήμα της λύσης.
4) Τα υποερωτήματα της άσκησης (3ου και 4ου θέματος) είναι συνήθως ισοδύναμα, συνεπώς το καθένα μπορεί να απαντηθεί χωρίς να απαιτείται η απάντηση του προηγούμενου ή του επόμενου. Τις περισσότερες φορές τα συμπεράσματα των πρώτων ερωτημάτων πρέπει να χρησιμοποιηθούν στα επόμενα.
5) Να μη βιαζόμαστε και εξαντλώντας τον χρόνο εξέτασης να αφιερώνουμε 15-20 λεπτά για να ελέγξουμε προσεκτικά το γραπτό μας και να διορθώσουμε τυχόν λάθη. Οφείλουμε να χρησιμοποιούμε τους μηχανισμούς επαλήθευσης σε κάθε άσκηση, περιορίζοντας έτσι την πιθανότητα λάθους.
6) Κατά τη βαθμολογία ενός προβλήματος ή μιας άσκησης πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως θετικά στοιχεία και τα εξής:
(α) Η ορθή αφετηρία και η μέχρις ενός σημείου (έστω και όχι μέχρι τέλους) ορθότητα στην επεξεργασία ή ορθότητα στην επεξεργασία μόνο σε ορισμένα σημεία που πάντως αποτελούν τμήμα μιας ορθής διαδικασίας επίλυσης του προβλήματος.
(β)Η σωστή αφετηρία μόνο όταν θα μπορούσε να οδηγήσει σε ορθό αποτέλεσμα. Η εκτίμηση φυσικά θα είναι ανάλογη.
(γ) Τα σωστά και πλήρη σχήματα που κρίνονται χρήσιμα για την ορθή επίλυση του προβλήματος.
(δ) Το αποτέλεσμα ενός προβλήματος ή μιας άσκησης δεν λαμβάνεται υπόψη, όταν δεν δικαιολογείται από την πορεία της επίλυσης που αναγράφεται στο γραπτό ή όταν το αποτέλεσμα αναγράφεται χωρίς να προηγείται επεξεργασία του προβλήματος.
(ε) Κατά τη βαθμολογία δεν λαμβάνεται υπόψη η προσπάθεια επίλυσης όταν έχει λανθασμένη αφετηρία και ακολουθεί εσφαλμένη πορεία.
Πηγή: ethnos.gr / ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου