Ενα αρχείο, με έγγραφα γραμμένα στην ελληνική, φωτίζει ένα κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας λίγο πριν από την Επανάσταση του 1821
«Υψηλώτατε, μεγαλοπρεπαίστατε, ντεβλετλή, μερχαμετλή βεζήρ εφένδη μου, τη υψηλώτητά σου σκλαβικώς προσκυνό, τον μεγαλοδίναμον θεόν παρακαλώ να σου αυξάνη το οτζάκι σου με ώλλα τα χαϊρλή μουράτια της καρδιάς σου, αμήν...».
Μ’ αυτό τον τρόπο απευθύνονταν για 33 ολόκληρα χρόνια οι υποτελείς του πιο γνωστού πασά στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, του Τεπελενλή. Ενα πρόσωπο καθόλου τυχαίο για την περίοδο που έζησε και επηρέασε και καθόλου αδιάφορο για τους ιστορικούς, μια προσωπικότητα που έχει απασχολήσει τους μελετητές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, έχει πρωταγωνιστήσει σε πολλούς μύθους του νεότερου ελληνικού κράτους, αλλά και σε λαϊκά μυθιστορήματα, σε ταινίες, σε τραγούδια, ακόμα και σε σίριαλ! Κι αν μέχρι σήμερα είχαμε σχηματίσει μιαν εικόνα αυτής της σύνθετης και πολύπλοκης προσωπικότητας μέσα από την ιστορία ή τα σχεδιάσματα βιογραφίας του, σήμερα μπορούμε να παρακολουθήσουμε πώς δρούσε, πώς κυβερνούσε, πώς συναλλασσόταν, πώς συμπεριφερόταν στους υποτελείς, τους υπηκόους ή τα μέλη της οικογένειάς του, μέσα από τις σελίδες τεσσάρων τόμων, που μόλις κυκλοφόρησαν το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.
Το υλικό
Ο ιστορικός Βασίλης Παναγιωτόπουλος με τη συνεργασία των Δημήτρη Δημητρόπουλου και Παναγιώτη Μιχαηλάρη μετέγραψαν τα 1469 έγγραφα που βρίσκονται στο Αρχείο Αλή Πασά, στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, τα σχολίασαν, και επιμελήθηκαν το υλικό των τεσσάρων αυτών τόμων. Και δίνουν -κι όχι μόνο στους ιστορικούς- ένα γοητευτικό, πλούσιο και ενδιαφέρον ανάγνωσμα που διαφωτίζει «ένα κεντρικό πρόσωπο, θεσμικά και γεωγραφικά, στην πιο καίρια στιγμή της ελληνικής ιστορίας».
Ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος χαρακτηρίζει όσα περιέχονται σ’ αυτούς τους τέσσερις τόμους σαν «ένα ορυχείο που έχει μέσα πολύτιμα μέταλλα». Δεν είναι τα μόνα έγγραφα που σχετίζονται με τον Αλή Πασά. Είναι όμως αυτά που βρέθηκαν στην έδρα του. Και το σημαντικό είναι πώς είναι γραμμένα στην ελληνική γλώσσα. Ενα αρχείο που αρχικά περιήλθε στα χέρια του Κωνσταντινουπολίτη λόγιου Ιωάννη Χώτζη και κατόπιν στον Αιγυπτιώτη Δαμιανό Κυριαζή απ’ όπου και έφτασε στις συλλογές της Γενναδείου Βιβλιοθήκης. Ενα υλικό που στη δεκαετία του 1930 είχε εξάψει τη φαντασία κάποιων Αθηναίων λογίων, οι οποίοι φαντάζονταν ότι περιείχε απίστευτα μυστικά, που θα απαντούσαν σε μεγάλα ερωτήματα της ελληνικής ιστορίας.
Η καθημερινότητα
Ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος μας προσγειώνει. «Τα έγγραφα του Αλή Πασά είναι όλη η καθημερινότητά του, οι σχέσεις του με τα ανώτερα κλιμάκια εξουσίας, και είναι σπουδαίες μαρτυρίες για πράξεις και γεγονότα της ζωής του. Μέσα από την αλληλογραφία με απεσταλμένους του στην Κωνσταντινούπολη, έχουμε για πρώτη φορά μια πρωτογενή πληροφόρηση για τις σχέσεις του με την Υψηλή Πύλη. Διαφαίνονται οι σχέσεις του με τους γιους του, και ιδιαίτερα με τον Βελή. Περιέχονται επίσης κάποια μεμονωμένα έγγραφα που επανατοποθετούν στον χρόνο ιστορικά γεγονότα, για τα οποία μέχρι σήμερα είχαμε άλλη ενημέρωση. Οπως το έγγραφο που δείχνει ότι η κυρα-Φροσύνη δεν θανατώθηκε το 1801, όπως γνωρίζαμε, αλλά αργότερα, μια που στο αρχείο του Αλή Πασά βρέθηκε επιστολή που της απευθύνεται με χρονολογία 1803!
Για μένα το σημαντικότερο είναι ότι παρακολουθούμε -όχι κάθε μέρα, αλλά συστηματικά- μια ομαλή ροή της εξουσίας, την καθημερινότητά της, τα γεγονότα και τις επιδιώξεις ενός πανίσχυρου προσώπου. Ολα έχουν μια θέση σ’ αυτό που είναι ο ίδιος και το σύστημά του. Αυτό κυρίως μας δίνει το αρχείο του. Είναι συνοριακός πασάς και συνομιλεί με τέσσερις μεγάλες δυνάμεις. Εν τέλει είναι ένα κεντρικό πρόσωπο της ελληνικής ιστορίας στα τέλη του 18ου αιώνα, και στις πρώτες δεκαετίες του 19ου, λίγο πριν την ελληνική Επανάσταση», συμπληρώνει ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος.
Η Επανάσταση του 1821 πόσο υπάρχει σ’ αυτό το αρχείο, τον ρωτάμε; «Δεν φτάνει στην ελληνική Επανάσταση, διότι ήδη από το 1820 αποκηρύσσεται από την Πύλη και αρχίζει η πολιορκία του. Ο προσεκτικός αναγνώστης όμως θα βρει ισχυρές ενδείξεις για τη σχέση του με την ελληνική επανάσταση μέσω της νεόκοπης ρωσοφιλίας του. Ο Αλή Πασάς είχε καταλάβει ότι κάτι γίνεται, αντελήφθη ότι μέσα ήταν οι Ρώσοι (που στην πραγματικότητα ήταν οι Ελληνες της Ρωσίας) και προσπάθησε να αποκτήσει με τους Ρώσους κάποιες επαφές που όμως δεν ευδοκίμησαν», μας εξηγεί ο Βασ. Παναγιωτόπουλος.
Ληστής και ηγεμόνας
Τελικά ποιος ήταν ο χαρακτήρας του μακροβιότερου πασά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας; Ενας «όψιμος μεσαιωνικός ηγεμόνας ή ένας Αλβανός-μουσουλμάνος πασάς στα χρόνια της οθωμανικής αποδιοργάνωσης;». Ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος στην αναλυτικότατη εισαγωγή του επιχειρεί το ψυχογράφημα και το πορτρέτο του: «Στα όρια της ιδιοφυΐας και της νεύρωσης, ιδιοτελής και ισχυρογνώμων, επίμονος και επίβουλος, ο Αλή Πασάς διαχειρίστηκε τις πολιτικο-διπλωματικές συνθήκες της εποχής του και τις ατέλειες του οθωμανικού διοικητικού συστήματος με σκοπό την ίδρυση μιας κληρονομικής Ηγεμονίας -ένα σχέδιο που μέσα από απερίγραπτα δαιδαλώδεις διαδρομές, το έφθασε στα όριά του και στο άδοξο τέλος του. (...) Μια προσωπικότητα, που ξεπερνώντας τις συνθήκες της αφετηριακής συγκρότησής της, έφθανε σε σημείο μιας ακοίμητης εποπτείας επί των πραγμάτων αλλά και, ταυτόχρονα, μιας παροιμιώδους αδυναμίας κατανόησης των συνθηκών και των ορίων του εαυτού του και της εποχής του». Ενας ηγέτης που «βουτηγμένος στη δεισιδαιμονία και σε μια βαθιά λαϊκή, δηλαδή “αμαρτωλή”, θρησκευτικότητα, φορέας ενός πρωτόγονου αξιακού συστήματος, το μόνο που μπορούσε να κατορθώσει ήταν η καταπολέμηση των αντιπάλων του, στο εσωτερικό του πασαλικίου και στις γειτονικές περιοχές επέκτασης της κυριαρχίας του ή εκείνων, που στην αβυσσαλέα καχυποψία του, θεωρούσε ως αντιπάλους του» (τ. Δ΄ σ. 17-18). Οπωσδήποτε μια περίπλοκη περίπτωση ενός πασά που ήταν παρών σε μια καθοριστική περίοδο της ελληνικής ιστορίας. Σ’ αυτή την τετράτομη έκδοση μας αποκαλύπτονται μερικά ακόμη από τα «μυστικά» του και πολλές διαδρομές του σε μια καίρια στιγμή της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.
Πηγή: Καθημερινή (Ολγας Σελλα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου