24/3/10

Τεχνητό τείχος 23.000 ετών στο σπήλαιο της Θεόπετρας

Ηλικία 23.000 ετών αποδείχθηκε ότι έχει τείχος, που περιορίζει την είσοδο του σπηλαίου της Θεόπετρας. Σύμφωνα με όσα απέδωσε η έρευνα, το τείχος αυτό είναι το αρχαιότερο μέχρι σήμερα γνωστό τεχνικό έργο στον ελλαδικό χώρο και πιθανόν παγκοσμίως. Η χρονολόγηση του τεχνητού λιθοσωρού-τείχους έγινε με η μέθοδο της Οπτικής Φωταύγειας. Η ηλικία συμπίπτει απόλυτα με την ψυχρότερη περίοδο της τελευταίας παγετώδους εποχής και υποδηλώνει ότι το έργο κατασκευάστηκε από τους παλαιολιθικούς οικιστές του σπηλαίου για να προστατευθούν από το τότε δριμύ ψύχος. Οι έρευνες πραγματοποιήθηκαν στο εργαστήριο Αρχαιομετρίας του κέντρου «Δημόκριτος» από την επιστημονική ομάδα των Ν. Ζαχαριά, επίκουρο καθηγητή του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και του Δρ. Ι. Μπασιάκου, διευθυντή ερευνών του Ε.Κ.Ε.Φ.Ε. «Δημόκριτος».
Στο προϊστορικό σπήλαιο της Θεόπετρας κοντά στην Καλαμπάκα στη Θεσσαλία, έχουν πραγματοποιηθεί συστηματικές ανασκαφές κατά τα τελευταία 25 έτη υπό τη διεύθυνση της δρος Ν. Κυπαρίσση–Αποστολίκα, Προϊσταμένης της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας Νοτίου Ελλάδος του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού.

ΣΠΗΛΑΙΟ ΘΕΟΠΕΤΡΑΣ: Μια φυσική «χρονομηχανή»
Το σπήλαιο Θεόπετρας βρίσκεται στη βορειοανατολική πλευρά του ασβεστολιθικού βράχου, που υψώνεται στην κοινότητα Θεόπετρας, περίπου 4χλμ έξω από την Καλαμπάκα και έχει είσοδο αψιδωτή, διαστάσεων 17 x 3 μ περίπου. Το εσωτερικό του αποτελείται από μια κύρια αίθουσα 500 τ.μ. περίπου με μικρές κόγχες στην περιφέρεια. Ο σχηματισμός του ασβεστολιθικού βράχου της Θεόπετρας τοποθετείται στην ανώτερη Κρητιδική περίοδο (137.000.000 - 65.000.000 χρόνια από σήμερα). Η δημιουργία του σπηλαίου είναι κατά συνέπεια μεταγενέστερη της παραπάνω ηλικίας. Το σπήλαιο άρχισε να κατοικείται κατά τη Μέση Παλαιολιθική Εποχή (η οποία αρχίζει περίπου πριν 130.000 χρόνια).
Το σπήλαιο αυτό είναι το πρώτο που ανασκάπτεται στη Θεσσαλία και το μόνο μέχρι στιγμής σε όλη την Ελλάδα με συνεχείς ανθρωπογενείς επιχώσεις που ξεκινούν από τη Μέση Παλαιολιθική Εποχή και φθάνουν μέχρι το τέλος της Νεολιθικής (3000 π.Χ.). Η σημαντικότητα της χρονολογικής αυτής συνέχειας έγκειται στο γεγονός ότι για πρώτη φορά μπορούμε στον ελλαδικό χώρο να δούμε τη μετάβαση από τον Παλαιολιθικό στο Νεολιθικό τρόπο ζωής. Μεταξύ άλλων, στο σπήλαιο βρέθηκαν λίθινα εργαλεία Παλαιολιθικής - Μεσολιθικής και Νεολιθικής Εποχής, κεραμικά ευρήματα Νεολιθικά, οστέινα εργαλεία, κοσμήματα από όστρεο, ένα μοναδικό για τον ελλαδικό χώρο χρυσό κόσμημα της Παλαιολιθικής, της Μεσολιθικής και της Νεολιθικής περιόδου, καθώς και τα περίφημα ανθρώπινα αποτυπώματα της Θεόπετρας που χρονολογούνται στα 130.000 χρόνια πριν από σήμερα και αποτελούν σπανιότατο εύρημα όχι μόνο για τον ελλαδικό αλλά και για τον ευρωπαϊκό χώρο.
Η ανασκαφή ξεκίνησε το 1987 από την αρχαιολόγο Αικατερίνη Κυπαρίσση-Αποστολίκα και συνεχίστηκε μέχρι και το 2005 οπότε και ξεκίνησαν τα έργα για την ανάπλαση και ανάδειξη του σπηλαίου με τη δημιουργία διαδρόμου επισκεπτών ο οποίος εξυπηρετεί και Άτομα με Ειδικές Ανάγκες. Αυτή τη στιγμή τα έργα έχουν ολοκληρωθεί και το σπήλαιο είναι ανοιχτό στους επισκέπτες.
Για τους επιστήμονες η Θεόπετρα είναι το σημαντικότερο σπήλαιο της Ελλάδας, όχι μόνο λόγω των σπουδαίων ευρημάτων του - τα οποία αποτελούν παράλληλα και ενδείξεις ακόμη σημαντικότερων ανακαλύψεων - αλλά και γιατί είναι η μοναδική, μέχρι στιγμής, προϊστορική θέση η οποία αποδεικνύει τη συνέχεια του πολιτισμού στον ελλαδικό χώρο πολύ πριν τη Νεολιθική περίοδο. Πιο συγκεκριμένα διαπιστώθηκε ότι το σπήλαιο χρησιμοποιούνταν συστηματικά από τη Μέση και την Ανώτερη Παλαιολιθική, τη Μεσολιθική και τη Νεολιθική περίοδο, δηλαδή περίπου από το 75000-3500 π.Χ.
Οπως σημειώνεται στην εισήγηση της Εφορείας, η ανακάλυψη αυτή ανατρέπει τις επιστημονικές εκτιμήσεις για το χρονικό «κενό» στην ανθρώπινη δραστηριότητα στον ελλαδικό χώρο μεταξύ της Παλαιολιθικής και Νεολιθικής εποχής. Αυτό γιατί, ενώ είχαν βρεθεί σποραδικά Παλαιολιθικά ευρήματα κυρίως στις όχθες του Πηνειού, δεν είχε αποκαλυφθεί κάποιος τόπος μόνιμης εγκατάστασης ανθρώπων εκείνης της περιόδου, με αποτέλεσμα ξένοι κυρίως μελετητές να θεωρούν αυτά τα ευρήματα σαν αποτελέσματα σποραδικών μετακινήσεων παλαιολιθικών κυνηγών. Οι οποίοι με τη σειρά τους προέρχονταν από άλλες περιοχές του σημερινού ελλαδικού χώρου, όπως π.χ. από την Πελοπόννησο, όπου είχαν βρεθεί στοιχεία εγκατάστασης ανθρώπων στο σπήλαιο Φράγχθι από την Ανώτερη Παλαιολιθική μέχρι και τη Νεολιθική εποχή, ενώ δεν υπήρχαν στοιχεία για εγκατάσταση στη Μέση Παλαιολιθική. Ετσι πιστευόταν ότι στη Θεσσαλία δεν υπήρχε Μεσολιθική περίοδος - σε σχέση φυσικά με την ανθρώπινη παρουσία και δραστηριότητα - αν και η περιοχή θεωρούνταν ως η κοιτίδα του Νεολιθικού πολιτισμού σε Ελλάδα και Ευρώπη. Γι' αυτό και η αποκάλυψη στη Θεόπετρα του «κρίκου» που έλειπε για την αποσαφήνιση της ανθρώπινης παρουσίας κατά τη Μεσολιθική περίοδο στη Θεσσαλία είναι σημαντικό επιστημονικό γεγονός.
Τα αποτυπώματα ενός... παλιού παιχνιδιού
Το σπήλαιο, το οποίο αποτελείται από αίθουσα διαστάσεων 24Χ30 μ. ανασκάπτεται συνεχώς από το 1987 από την Εφορεία, υπό τη διεύθυνση της Αικατερίνης Κυπαρίσση - Αποστολίκα. Μεταξύ των άλλων ευρημάτων, ανακαλύφθηκαν και τέσσερα αποτυπώματα ανθρώπινων πελμάτων! Ανήκουν σε διαφορετικά πόδια και είναι πιθανόν να είναι παιδικά. Μάλιστα, στο στρώμα που βρέθηκαν τα αποτυπώματα βρέθηκαν και κατάλοιπα φωτιάς. Πρόκειται για τα δεύτερα σε αρχαιότητα αποτυπώματα που ανακαλύπτονται στην Ευρώπη, ενώ είναι σπανιότατα παγκοσμίως. Οι επιστήμονες επιδιώκουν τώρα να βρουν και τη συνέχειά τους, με απώτερο σκοπό να οδηγηθούν και στον ανθρώπινο τύπο που τα δημιούργησε, δηλαδή του Homo Sapiens neanderthalensis, του γνωστότερου, Νεάντερταλ. Αν βρεθεί τέτοιος σκελετός, ή «έστω» σκελετός Χόμο Σάπιενς - σάπιενς (ήδη έχουν ανακαλυφθεί δύο ακόμη σκελετοί αυτού του τύπου) αυτό θα σημαίνει ότι ο σύγχρονος άνθρωπος υπήρχε στη Θεσσαλία νωρίτερα από την υπόλοιπη Ευρώπη, στη δεύτερη περίπτωση ή ότι υπήρχε και στη Θεσσαλία Νεάντερταλ, στην πρώτη περίπτωση. Το ότι δεν έχουν βρεθεί μέχρι τώρα οστά στα παλαιολιθικά και μεσολιθικά στρώματα στο κέντρο της αίθουσας του σπηλαίου, αυτό οφείλεται σε μια φυσική, χημική διαδικασία που λαμβάνει χώρα σε συγκεκριμένες συνθήκες που επικρατούν σε ορισμένα σημεία του σπηλαίου, με αποτέλεσμα τα οστά να διαλύονται. Ωστόσο, οι αρχαιολόγοι θα συνεχίσουν τις έρευνές τους για οστά στις ασφαλείς, από αυτό το φαινόμενο, περιοχές του σπηλαίου, στο ίδιο βάθος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου