5/3/10

Οι Ρόζενμπεργκ «έπρεπε» να πεθάνουν

H ιστορία του ζεύγους που πλήρωσε την αταλάντευτη προσήλωση στις ιδεολογικές αρχές του

Στις 5 Μαρτίου 1946 ο Ουίνστον Τσώρτσιλ - παρουσία του προέδρου Τρούμαν - εκφωνεί στο πανεπιστήμιο του Ουέστμινστερ του Μισούρι (ΗΠΑ) το λόγο του με τίτλο «Τα Νεύρα της Ειρήνης» (The Sinews of Peace). Σε αυτόν προαναγγέλλει το σχηματισμό «...ενός αδελφικού συνασπισμού των αγγλοφώνων λαών... μιας ειδικής σχέσης μεταξύ της Βρετανικής Κοινοπολιτείας και Αυτοκρατορίας και των ΗΠΑ...», ώστε να αναχαιτισθεί η σοβιετική επιθετικότητα και να διασφαλισθεί η ειρήνη. Ο Στάλιν απαντά αμέσως με συνέντευξή του στην «Πράβντα», και έτσι η υφέρπουσα από τη «Διάσκεψη της Γιάλτας» αντιπαλότητα επισημοποιείται καθαγιάζοντας τους αναφυομένους αντίρροπους δογματισμούς της μεταπολεμικής οικουμένης. Ελλείψει του κοινού εχθρού τα νέα τείχη υψώνονται και οι μέχρι πρότινος σύμμαχοι αποζητούν να διασφαλίσουν την εξουσία τους, να οριοθετήσουν τα κεκτημένα τους, να ανασυντάξουν τους λαούς. H κατάληψη της αρχής από το Μάο στην Κίνα το 1949 και η σχεδόν ταυτόχρονη ανακοίνωση των Σοβιετικών για την κατασκευή της δικής τους ατομικής βόμβας αιφνιδιάζουν το σύνολο των Αμερικανών και μετουσιώνουν τη βεβαιότητα της ατομικής υπεροπλίας σε τρόμο και πανικό. Ξάφνου ο κόσμος στέκει ξέπνοος μπρος στο απροσδόκητο της νέας πραγματικότητας. Οι δύο νέοι πόλοι εξουσίας σπεύδουν να απαιτήσουν τη δογματική συσπείρωση των κοινωνιών τους, αφανίζοντας κάθε ύποπτη παρέκκλιση.

Οι κατάσκοποι
Οι εξελίξεις του 1949 μεταβάλλουν ραγδαία το γεωπολιτικό σκηνικό και η ηγεσία των ΗΠΑ αναγορεύει τον κομουνιστικό κίνδυνο σε εθνικό ενσπείροντας σε όλη την κοινωνία καχυποψία και ανασφάλεια. Με αιχμές του δόρατος την επιτροπή του Κογκρέσου HUAC - House of Un-American Activities Com-mittee και το FBI ξεκινούν έρευνες αναζητώντας πιθανούς συνεργάτες της Σοβιετικής Ενωσης στις ΗΠΑ. H κορωνίδα της όλης προσπάθειας χειραγώγησης της κοινής γνώμης ολοκληρώνεται στις αρχές του 1950, όταν ο γερουσιαστής Μακάρθυ ισχυρίζεται ότι 200 υπάλληλοι του υπουργείου Εξωτερικών είναι κομουνιστές πράκτορες και εξαπολύει πραγματικό «κυνήγι μαγισσών».
Εν μέσω αυτού του φορτισμένου κλίματος το Φεβρουάριο του 1950 αποκαλύπτεται ότι ο Κλάους Φουκς, γερμανός θεωρητικός φυσικός, ο οποίος εργαζόταν για το «Πρόγραμμα Μανχάταν» (μυστικό πρόγραμμα κατασκευής της ατομικής βόμβας), είχε παραδώσει κατά τη διάρκεια του πολέμου απόρρητα έγγραφα στους Σοβιετικούς. Ενα περίπλοκο δίκτυο κατασκοπείας αρχίζει να εξιχνιάζεται φανερώνοντας μια σειρά ατόμων, που επιβουλεύτηκαν συνειδητά την ασφάλεια της υπερατλαντικής υπερδύναμης.
Ο Φουκς κατονόμασε κάποιον πράκτορα, τον οποίο γνώριζε ως «Ραίημοντ» και ο οποίος τελικά απεδείχθη ότι ήταν ο χημικός Χάρυ Γκολντ. Μετά από μια εβδομάδα ανακρίσεων ο Γκολντ ομολογεί αυτοβούλως και οδηγεί τις αρχές στο λοχία Νταίηβιντ Γκρήνγκλας, πρώην μηχανουργό στο εργαστήριο του Λος Αλαμος. Αυτός, άμεσα αποδεχόμενος την εμπλοκή του, καταθέτει ότι η αδελφή του Εθελ Ρόζενμπεργκ και ο σύζυγός της Τζούλιους είχαν συμμετάσχει σε κύκλωμα κατασκοπείας και μάλιστα ήσαν εκείνοι οι οποίοι τον εμύησαν.
Τον Ιούνιο του 1950 ο Τζούλιους Ρόζενμπεργκ συλλαμβάνεται και λίγες ημέρες αργότερα τον ακολουθεί η γυναίκα του. Με αυτό τον τρόπο θέλησαν οι αρχές να πιέσουν τον πρώτο να ομολογήσει και να αποκαλύψει τους συνεργούς του. Ταυτόχρονα και ενώ οι έρευνες του FBI συνεχίζονταν με αμείωτη ένταση, φίλοι του ζευγαριού εξαφανίζονται προς άγνωστες κατευθύνσεις. Ανάμεσά τους είναι και ο Μόρτον Σόμπελ, τον οποίο, κάποιος αυτοβούλως εμφανισθείς στις αρχές γνωστός των Ρόζενμπεργκ, κατηγόρησε ως συνεργάτη τους. Οι πράκτορες των υπηρεσιών ασφαλείας ανακαλύπτουν το φυγά Σόμπελ στο Μεξικό και τον επαναφέρουν διά της βίας στις ΗΠΑ, όπου και τίθεται υπό κράτηση.
H δίκη
Στις 6 Μαρτίου 1951 αρχίζει η δίκη κατά των Ρόζενμπεργκ και Σόμπελ. H ενοχή ή μη των εναγομένων, η υποψία μιας νέας υπόθεσης Ντρέυφους, προκαλεί το ενδιαφέρον, μα και την πόλωση της διχασμένης αμερικανικής και παγκόσμιας κοινής γνώμης. Ο αρχηγός του FBI Εντγκαρ Χούβερ, αλλά και το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κατεστημένου των ΗΠΑ, βλέπουν τον αγώνα κατά των τριών ως καταδίκη και αποτροπή της σοβιετικής διεισδυτικότητας, αλλά και ως μέσο αφύπνισης ενός αμερικανικού νεοπατριωτισμού. H κατηγορία είναι βαριά. Συνωμοσία με σκοπό την κατασκοπεία. Οι εναντίον των εναγομένων προσερχόμενοι μάρτυρες ισχυρίζονται ότι τόσο οι Ρόζενμπεργκ όσο και ο Σόμπελ προέβησαν σε ενέργειες με αποκλειστικό σκοπό να βοηθήσουν τους Σοβιετικούς να αποκτήσουν κρίσιμες απόρρητες πληροφορίες, σχετικές με το ατομικό πρόγραμμα των ΗΠΑ. Ιδιαίτερα ο Τζούλιους Ρόζενμπεργκ παρουσιάστηκε ως εξαιρετικά δραστήριος πράκτορας και ουσιαστικά ως ενορχηστρωτής και πυρήνας δικτύου συλλογής στοιχείων. Ο Νταίηβιντ Γκρήνγκλας και η γυναίκα του κατέθεσαν ότι η Εθελ εργάστηκε ως πράκτορας τυπώνοντας έγγραφα, τα οποία έπειτα παραδίδονταν στον Γκολντ, ο οποίος με τη σειρά του τα ενεχείρισε στον Ανατόλι Γιάκοβλεφ της KGB.
H ετυμηγορία
Οι μόνοι μάρτυρες, οι οποίοι εκλήθησαν από την υπεράσπιση, ήσαν οι ίδιοι οι κατηγορούμενοι και καθώς ο Σόμπελ αρνήθηκε να καταθέσει, τα φώτα επικεντρώθηκαν στο ζεύγος Ρόζενμπεργκ. Στον καταιγισμό ερωτήσεων για ενδεχόμενη συμμετοχή τους στο KK των ΗΠΑ το ανδρόγυνο αρνήθηκε να απαντήσει. Απέρριψαν όλα τα στοιχεία και τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και αντιμετώπισαν το εχθρικό προς αυτούς δικαστήριο με αξιοπρέπεια, μα και με περιφρόνηση. Ειδικά η Εθελ, τα στοιχεία κατά της οποίας στηρίζονταν αποκλειστικά στις αμφίβολες μαρτυρίες του αδελφού της και της συζύγου του, ουσιαστικά αρνήθηκε να υποστηρίξει τον εαυτό της, καθώς είχε επιλέξει την οδό της απόλυτης ταύτισης με τον άνδρα της.
Στις 29 Μαρτίου 1951 το δικαστήριο ανακοίνωσε την ετυμηγορία του καταδικάζοντας τους Ρόζενμπεργκ σε θάνατο στην ηλεκτρική καρέκλα και το Σόμπελ σε τριάντα χρόνια κάθειρξη. Την επαύριο της απόφασης ακολούθησε ένας διετής απεγνωσμένος αγώνας για τη σωτηρία των Ρόζενμπεργκ, τον οποίο συνέδραμαν χιλιάδες πολίτες, και όχι μόνο. Ακόμη και αυτός ο πάπας Πίος IB´ απηύθυνε έκκληση για τη μετατροπή της ποινής τους, η οποία όμως τελικά εκτελέστηκε στις 19 Ιουνίου 1953 στις φυλακές του Σινγκ Σινγκ.
Οι αποκαλύψεις
Το 1995 η Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ αποχαρακτήρισε απόρρητα έγγραφα της επιχείρησης «Venona», η οποία αφορούσε την προσπάθεια των αμερικανικών υπηρεσιών να αποκρυπτογραφήσουν τα κωδικοποιημένα τηλεγραφήματα των σοβιετικών πρακτόρων. Σε αυτά αποκαλύπτεται η μυστική δράση του Τζούλιους Ρόζενμπεργκ, ο οποίος αναφέρεται με τους κωδικούς «ΑΝΤΕΝΝΑ» και «LIBERAL». Ωστόσο η βοήθεια των πληροφοριών του Ρόζενμπεργκ για την κατασκευή της σοβιετικής ατομικής βόμβας δεν ήταν ούτε ουσιαστική ούτε επαρκής. Σε ό,τι αφορά τη σύζυγό του, η αναφορά είναι σχεδόν ασαφής, αφού χαρακτηρίζεται απλά ως «φίλα προσκείμενη». Στα απομνημονεύματά του ο Νικήτα Χρουστσόφ ονοματίζει τους Ρόζενμπεργκ ως πολύτιμους συνεργάτες για την προσπάθεια απόκτησης του υπερόπλου, γεγονός που αμφισβητούν όμως τα προσφάτως αποκαλυφθέντα σοβιετικά αρχεία, τα οποία προσδίδουν πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα σε ειδικούς σαν τον Φουκς. Ο Ντέηβιντ Γκρήνγκλας, ο οποίος επιβραβεύτηκε για τη μαρτυρία του στη δίκη γλιτώνοντας τη θανατική ποινή και καταδικαζόμενος σε δεκαετή φυλάκιση, δήλωσε στα τέλη του 2000 ότι προτίμησε να ψευδορκήσει κατά της αδελφής του, ώστε να προστατεύσει τη γυναίκα του και τα παιδιά του.
Οι Ρόζενμπεργκ υπήρξαν οι μοναδικοί κατάσκοποι ατομικής τεχνολογίας, οι οποίοι καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν, παρ' ότι υπήρξαν άλλοι, των οποίων η δράση ήταν και πολύ μεγαλύτερη και πιο επιβλαβής για τις ΗΠΑ. H απόλυτη άρνησή τους να συνεργαστούν με τις διωκτικές αρχές υπήρξε ο καθοριστικός παράγων για την εκτέλεσή τους. Αντίθετα ο Κλάους Φουκς, ο οποίος συμπορεύτηκε με τις κρατικές υπηρεσίες, αν και πολύ πιο δραστήριος και σημαντικός παροχέας απόκρυφων πληροφοριών, καταδικάστηκε μόλις σε 14 χρόνια φυλάκιση. Οι Ρόζενμπεργκ με το θάνατό τους άφησαν πίσω τους ορφανά δύο μικρά αγοράκια, των οποίων την κηδεμονία δεν δέχθηκε να αναλάβει κανείς... Τελικά μετά από επίμονες προσπάθειες του δικηγόρου του ανδρογύνου E. Μπλοχ τα παιδιά υιοθετήθηκαν από τους καλλιτέχνες Αννα και Αβελ Μέερπολ.
Το μήνυμα της ιστορίας
Τόσο η υπόθεση Ρόζενμπεργκ ως μεμονωμένο γεγονός όσο και ο Μακαρθισμός ως έκφανση μιας γενικότερης πολιτικής δεν αποτελούν αποκλειστικά αποκυήματα της αμερικανικής ή αγγλοσαξονικής ιδιαιτερότητας. Το 1947 στη Σοβιετική Ενωση ξεκίνησαν οι «(Ανα)- Κρίσεις της Τιμής», οι οποίες αποσκοπούσαν στη διερεύνηση της ηθικο-πολιτικής συμπεριφοράς των κρατικών λειτουργών. Το στέλεχος του ΚΚΣΕ Κουζνέτσοφ θεωρούσε τη διεξαγωγή των ερευνών απαραίτητη, καθώς «... πλήθος απόρρητων και στρατηγικών πληροφοριών της Σοβιετικής Ενωσης έχουν παραδοθεί σε δυτικές μυστικές υπηρεσίες». Οι έρευνες κατέληξαν στις «Δίκες της Τιμής» και στις διώξεις της υπόθεσης «Λένινγκραντ» και της «συνωμοσίας των γιατρών». Ο τερματισμός της παγκόσμιας σύρραξης ανέδειξε δύο νέους πόλους κυριαρχίας, οι οποίοι επεζήτησαν να θεμελιώσουν και να διατρανώσουν την ισχύ τους ανυψώνοντας τα σύμβολα του μανιχαϊσμού, δαιμονοποιώντας και εξοβελίζοντας το «αιρετικό». H εκτέλεση των Ρόζενμπεργκ δεν ήταν απόρροια της όποιας κατασκοπικής τους δράσης, αλλά το τίμημα που εκλήθησαν να πληρώσουν για την αταλάντευτη και αδιαπραγμάτευτη πίστη στις ιδεολογικές τους αρχές. Οπως αυτοί, έτσι και αναρίθμητοι άλλοι - όχι απαραίτητα εις θάνατον, αλλά και σε κοινωνική ασφυξία καταδικασμένοι - υπήρξαν θύματα του ψυχροπολεμικού σκοταδισμού, τον οποίο ενεπνεύσθησαν και ελάξευσαν οι παγκόσμιοι ηγεμόνες, επιτυγχάνοντας αμφότεροι τον πολιτικο-κοινωνικό αυτισμό.
Πηγή: Το Βήμα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου