Οι τρεις στους τέσσερις υποψήφιους αναμένεται να εισαχθούν φέτος στα πανεπιστήμια, όμως πόσοι απ' αυτούς θα πάρουν πτυχίο κανονικά και πόσοι θα προστεθούν στη λίστα με τους λεγόμενους «αιώνιους φοιτητές» τον αριθμό των οποίων δεν γνωρίζουμε ακριβώς, αλλά υπολογίζεται σε περίπου 300.000;
Σύμφωνα με τα ίδια τα πανεπιστήμια, ο αριθμός των φοιτητών που ολοκληρώνει τις σπουδές κανονικά και παίρνει πτυχίο δεν είναι ικανοποιητικός, παρά το διπλασιασμό των εισακτέων, τα τελευταία χρόνια.
Οι ελληνικές οικογένειες πανηγυρίζουν για την επιτυχία του παιδιού τους σε μία πανεπιστημιακή σχολή για την οποία έχουν ξοδέψει πολλαπλάσια από την «απόδοσή» της. Ελάχιστες φορές όμως γνωρίζουμε πόσοι ακριβώς από τους επιτυχόντες συνεχίζουν και αποφοιτούν κανονικά, ενώ δεν έχουμε εικόνα για το ποσοστό που αποκαθίσταται επαγγελματικά, σε εύλογο χρονικό διάστημα στην ειδικότητα που σπούδασε.
Και φέτος, παρά τις περί του αντιθέτου προσδοκίες των πανεπιστημίων, το υπουργείο Παιδείας επέλεξε την άκρως φιλολαϊκή τακτική του διπλασιασμού και -σε μερικές περιπτώσεις- τριπλασιασμού του αριθμού εισακτέων ανά τμήμα και σχολή, σε σχέση με τα αιτήματα των ίδιων των πανεπιστημίων, που, μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων και των μετεγγραφών, θα δουν και πάλι να εκτοξεύονται στα ύψη οι ήδη υπερβολικοί για τις δυνατότητές τους αριθμοί φοιτητών. Ομως ο αριθμός των πτυχιούχων παραμένει χαμηλός.
Τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, που επεξεργάστηκε ο καθηγητής-ερευνητής Στράτος Στρατηγάκης, δείχνουν ότι «οι εισαγόμενοι τη δεκαετία του '90 ήταν περίπου 40-45.000 το χρόνο σε ΑΕΙ και ΤΕΙ. Το 2000 έφτασαν τους 82.000 και σταθεροποιήθηκαν σ' αυτό τον αριθμό έως το 2006, οπότε και εφαρμόσθηκε η βάση του δέκα, που είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί δραστικά ο αριθμός των εισαγομένων και να πέσει στις 55.000. Η αύξηση των θέσεων στη συνέχεια, προέκυψε με την ίδρυση περισσοτέρων από 100 νέων τμημάτων και με ταυτόχρονη αύξηση του αριθμού εισακτέων στα τμήματα.
»Θα περίμενε κανένας ότι ο αυξανόμενος αριθμός των εισακτέων θα έχει ως αποτέλεσμα και πολύ μεγαλύτερο αριθμό πτυχιούχων. Κάτι που δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα. Για παράδειγμα, στο διάστημα 2000-2006 περιμέναμε διπλασιασμό των πτυχιούχων, αφού υπήρχε μεγάλος αριθμός εισακτέων. Τελικά, η αύξηση ήταν περίπου 30% κατά μέσον όρο. Ετσι δημιουργήθηκε το φαινόμενο των "αιώνιων φοιτητών" το ποσοστό των οποίων αυξήθηκε, καθώς αυξανόταν ο αριθμός των εισαγομένων».
Δεν παίρνουν πτυχίο
Το φαινόμενο αυτό οφείλεται σε πολλές αιτίες. «Μία από αυτές», υποστηρίζει ο καθηγητής, «είναι ότι το επίπεδο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι τόσο χαμηλό ώστε οι μαθητές ακόμη και μετά από την προετοιμασία τους στο φροντιστήριο δεν καταφέρνουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των σχολών και να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους».
Στην έρευνα συγκρίνονται οι αριθμοί των πτυχιούχων της δεκαετίας από 1996-97 έως 2006-07. Σ' αυτό το διάστημα, παρατηρείται ότι «στις θετικές και τεχνολογικές επιστήμες, παρά το γεγονός ότι οι προοπτικές εργασίας είναι περισσότερες, οι πτυχιούχοι είναι πολύ λιγότεροι των φοιτητών που γράφτηκαν στο πρώτο εξάμηνο του 2001. Μικρότερη είναι η παραγωγή πτυχιούχων το 2007 από το 1997, παρά το διπλασιασμό του αριθμού των εισαγομένων».
Στο σύνολο των πανεπιστημίων, το 1993 γράφτηκαν 24.905 φοιτητές. Από αυτούς πήραν το πτυχίο τους το 1997, κανονικά δηλαδή ύστερα από μία τετραετία 23.145 φοιτητές. Το 2001 γράφτηκαν 42.929 φοιτητές και πήραν πτυχίο κανονικά 29.483, δηλαδή 13.446 λιγότεροι σε σύγκριση με το 1997.
Στα περισσότερα τμήματα θετικών επιστημών απ' αυτούς που εγγράφονται παίρνουν πτυχίο κανονικά οι μισοί. Για παράδειγμα:
Το 2001-2 γράφονται στο πρώτο εξάμηνο του τμήματος Μαθηματικών Ιωαννίνων 225 φοιτητές. Το 2006-7 παίρνουν πτυχίο μόλις... 66.
Στο τμήμα Χημείας του εν λόγω Πανεπιστημίου στο ίδιο διάστημα γράφτηκαν 142 και πήραν πτυχίο... 39. Στο Τμήμα Φυσικής Πατρών γράφτηκαν 180 και πήραν πτυχίο 76, ενώ στο Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών Θεσσαλονίκης, από τους 140 που γράφτηκαν πήραν πτυχίο οι 72.
Γνωστικό χάσμα
Το φαινόμενο της μη ολοκλήρωσης των σπουδών, σύμφωνα με την έρευνα, οφείλεται εκτός των άλλων και στο ότι «υπάρχει γνωστικό πρόβλημα. Δηλαδή, χάσμα ανάμεσα στο λύκειο και το πανεπιστήμιο.
Το πρόβλημα αυτό μεγαλώνει από τη στιγμή που περιορίστηκε η ύλη στα μαθηματικά και τη φυσική, σε σχέση με παλαιότερες εποχές που ίσχυε το σύστημα των δεσμών. Αποτέλεσμα είναι οι εισαγόμενοι να μην έχουν την αναγκαία υποδομή για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των σπουδών.
Ορισμένες φορές το πρόβλημα δημιουργείται και από τους παραλογισμούς του ίδιου του εξεταστικού συστήματος. Για παράδειγμα, πολλοί εισαγόμενοι στο Τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων δεν διδάσκονται και δεν εξετάζονται στη χημεία, που είναι βασικό για τις σπουδές τους μάθημα».
Πηγή: Ελευθεροτυπία (Μαρίας Παπουτσάκη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου