Στις 6 Απριλίου 1941 οι Γερμανοί παραδίδουν τη διακοίνωση του Βερολίνου για εισβολή στην Ελλάδα και σε τρεις μέρες καταλαμβάνουν τη Θεσσαλονίκη
Τα ξημερώματα της Κυριακής 6η Απριλίου 1941 επαναλαμβάνεται στην Αθήνα μια τραγική κωμωδία. Οπως ο Ιταλός πρεσβευτής Γκράτσι την 28η Οκτωβρίου 1940 είχε επιδώσει το πολεμικό τελεσίγραφο της Ρώμης προς την Αθήνα, έτσι και ο Γερμανός ομόλογός του Ερμπαχ παρέδιδε τη διακοίνωση του Βερολίνου για εισβολή στην Ελλάδα.
Η διαφορά ήταν πως τη δεύτερη φορά δεν δινόταν ούτε κάποια προσχηματική διορία ωρών στην ελληνική κυβέρνηση για να αποφασίσει. Πριν την επίδοση τα ναζιστικά στρατεύματα εισβάλανε μέσω Βουλγαρίας, ενώ τμήματά τους είχαν διεισδύσει στο ελληνικό έδαφος από την προηγούμενη νύχτα.
Ταυτοχρόνως, με την εισβολή στην Ελλάδα, οι μεραρχίες του Γ’ Ράιχ προελαύνουν στη Γιουγκοσλαβία, ενώ η αεροπορία του ισοπεδώνει το Βελιγράδι.
Με τη διακοίνωση κατηγορούνταν η Ελλάδα ότι δεν τήρησε ειλικρινή ουδετερότητα θέτοντας «εαυτήν αναγκαίως εις αγγλικήν εξάρτησιν και ενεπλέκετο εις τα έκτοτε υφιστάμενα αγγλικά σχέδια κυκλώσεως της Γερμανίας»! Εμφάνιζε πολλαπλάσιο τον αριθμό Αγγλων, που βρίσκονταν στη χώρα (ανέφερε 200.000, ενώ ήταν συνολικά γύρω στις 50.000) και κατέληγε:
«Η Ελλάς επιτρέπουσα εις αγγλικάς δυνάμεις να θέσουν και πάλιν πόδα εις την Ευρώπην και ούσα το μόνον ευρωπαϊκόν κράτος, που έπραξεν τοιούτον τι, ανέλαβε βαρείαν ευθύνην έναντι της ευρωπαϊκής κοινότητος... Η Γερμανία δεν δύναται περαιτέρω να μείνει άπρακτος. Οθεν η κυβέρνησις του Ράιχ έδωσε εις τα στρατεύματά της την διαταγήν να εκδιώξουν εκ του ελληνικού εδάφους τας βρετανικάς δυνάμεις. Πάσα αντίστασις προς τον γερμανικόν στρατόν θα συντριβεί αμειλίκτως...»
Το μήνυμα
Ανάλογο ήταν και το περιεχόμενο του μηνύματος που απηύθυνε την ίδια μέρα ο Χίτλερ προς τον γερμανικό λαό.
Η επιχείρηση «Μαρίτα», όπως ήταν η κωδική ονομασία του γερμανικού σχεδίου εισβολής, είχε τροποποιηθεί στις 27 Μαρτίου 1941, ώστε να συμπεριλάβει και τη Γιουγκοσλαβία, μετά την ανατροπή της φιλοναζιστικής κυβέρνησης στο Βελιγράδι τις προηγούμενες μέρες.
Είχε καταστρωθεί από τα τέλη του προηγούμενου χρόνου (Νοέμβριος ? Δεκέμβριος), με εντολή του ίδιου του Χίτλερ: «Λόγω της επικίνδυνης κατάστασης στην Αλβανία (Ελληνοϊταλικός πόλεμος) είναι αναμφίβολα απαραίτητο να ματαιωθεί η βρετανική προσπάθεια για τη δημιουργία αεροπορικών βάσεων κάτω από την προστασία ενός βαλκανικού μετώπου, οι οποίες θα μπορούσαν να είναι επικίνδυνες, πάνω απ' όλους στην Ιταλία, όπως επίσης στις ρουμανικές πετρελαιοπηγές.
Το σχέδιό μου, λοιπόν, είναι α) να δημιουργήσουμε μια βραδέως αυξανόμενη δύναμη κρούσης στη Νότιο Ρουμανία τους επόμενους μήνες και, β) όταν οι καιρικές συνθήκες το επιτρέψουν, πιθανόν τον Μάρτιο, να στείλουμε μια δύναμη κρούσης για την κατάληψη της βόρειας ακτής του Αιγαίου, περνώντας από τη Βουλγαρία και αν είναι απαραίτητο να καταλάβουμε όλη την Ελλάδα».
Μετά την αποβίβαση στην Ελλάδα βρετανικού εκστρατευτικού από Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς (αρχές Μαρτίου 1941) η πλήρης κατάληψη της Ελλάδας είχε ενταχθεί στα σχέδια του Βερολίνου. Από τότε άλλωστε το στρατιωτικό επιτελείο του Χίτλερ είχε αναλάβει και επίσημα τη διαχείριση και διευθέτηση του Βαλκανικού μετώπου.
Η τροποποίηση του σχεδίου με την ένταξη της Γιουγκοσλαβίας, δεν επηρέασε τις ημερομηνίες εφαρμογής του σχεδίου «Μαρίτα». Στις 5 Απριλίου όλα ήταν έτοιμα για ν’ απλωθεί ο πόλεμος στα Βαλκάνια και να μη μείνει ελεύθερη ούτε μια χερσαία περιοχή της Ευρώπης, πριν ξεκινήσει η εκστρατεία κατά της Σοβιετικής Ενωσης.
Οι ελληνικές δυνάμεις άντεξαν τις γερμανικές επιθέσεις
Με το κεφάλι ψηλά...
Η «μάχη των οχυρών» κρίνεται ως η κορυφαία αντίσταση των Ελλήνων. Επί ένα τριήμερο (6-9 Απριλίου) οι γερμανικές δυνάμεις, παρά τις λυσσώδεις επιθέσεις, δεν κατάφεραν να διασπάσουν την οχυρωμένη τοποθεσία. Οι υπερασπιστές τους μετά την ανακωχή αποχώρησαν με το κεφάλι ψηλά...
Οι βομβαρδισμοί
Το πιο καταστροφικό περιστατικό κατά τη γερμανική εισβολή ήταν ο βομβαρδισμός του Πειραιά τα χαράματα της 7ης Απριλίου. Το μέγεθος της καταστροφής οφείλεται στην ανατίναξη του αγγλικού μεταγωγικού «Κλαν Φέιζερ», που ήταν φορτωμένο με 300 τόννους εκρηκτικά και βρισκόταν στο λιμάνι.
Οι απώλειες
Επί δύο εβδομάδες κράτησαν οι μάχες του ελληνικού στρατού στα δύο βασικά μέτωπα. Στις μάχες του Μακεδονικού έχυσαν το αίμα τους περίπου 1.000 Ελληνες (νεκροί και τραυματίες σύμφωνα με τα στοιχεία του ΓΕΣ). Οι γερμανικές απώλειες ήταν περίπου 550 νεκροί και 2.000 τραυματίες.
ΑΜΕΤΟΧΟΣ Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΣΤΑ ΑΛΒΑΝΙΚΑ ΒΟΥΝΑ
Ανεδαφικά σχέδια αντίστασης
Τρεις μέρες μετά τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα, τα στρατεύματα του Ράιχ βρίσκονταν στη Θεσσαλονίκη. Η επίθεση είχε ξεκινήσει με προσβολή της οχυρωματικής «γραμμής Μεταξά» στην Ανατολική Μακεδονία. Αν και οι επιθέσεις ήταν ισχυρότατες, οι Γερμανοί συνάντησαν ισχυρή και απρόσμενη αντίσταση. Γραφόταν ένα δεύτερο ΟΧΙ.
Οι μαχητές στα οχυρά άντεξαν με ηρωισμό τα σφοδρότατα επιθετικά κύματα. Η ταχύτατη, όμως, συντριβή των γιουγκοσλαβικών δυνάμεων οδήγησε γρήγορα τις γερμανικές δυνάμεις στην Κεντρική Μακεδονία, μέσω της κοιλάδας του Αξιού. Οι Γερμανοί, παρακάμπτοντας τα οχυρά και ανατρέποντας τις αδύναμες ελληνικές δυνάμεις (ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα και στα πρόθυρα του Κιλκίς) προχωρούσαν ακάθεκτοι.
Συγχρόνως, η γερμανική αεροπορία βομβάρδιζε ανελέητα στρατεύματα και πόλεις. Τη μεγαλύτερη καταστροφή γνώρισε ο Πειραιάς, όπου βυθίστηκαν τόσο πλοία όσα ποτέ από τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821!
Με την κατάληψη της Θεσσαλονίκης συνθηκολόγησε το Τμήμα Στρατιάς Μακεδονίας (περίπου 60.000 άνδρες) κι ύστερα παραδόθηκαν τα οχυρά. Η κατάρρευση της άμυνας στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία, σε συνδυασμό με την κάθοδο των γερμανικών δυνάμεων από το Μοναστήρι προς τη Φλώρινα και την Καστοριά, απειλούσε με κύκλωση και ολοκληρωτική καταστροφή τον ελληνικό στρατό στην Αλβανία.
Υποχώρηση
Οι διαταγές για σύμπτυξη των μονάδων εκεί, όπως σημειώνουν στρατιωτικοί και ιστορικοί, δόθηκαν μόλις στις 12 Απριλίου, ενώ σε πολλές μονάδες στα δυτικά η υποχώρηση άρχισε μόνο έξι μέρες αργότερα. Δηλαδή, όταν, πια όλα είχαν κριθεί στ' ανατολικά. Ετσι, η υποχώρηση εξελίχτηκε, όπως ήταν αναμενόμενο, σε φυγή.
Τα ανεδαφικά σχέδια του ελληνικού Γενικού Επιτελείου, η αξίωση των Αγγλων να κερδίσουν όσο περισσότερο χρόνο προκειμένου να απαγκιστρωθούν ασφαλείς, οι διαφωνίες ως προς την τακτική της άμυνας είχαν προκαλέσει μια εκρηκτική κατάσταση. Στις 16 Απριλίου οι διοικητές των τμημάτων του στρατού ζητούσαν άμεση ανακωχή. Μέσα σ΄ αυτές τις δραματικές καταστάσεις ο διάδοχος του Μεταξά στην πρωθυπουργία Κορυζής αυτοκτόνησε.
Το βρετανικό σώμα, που κινείται εκείνες τις ώρες αυτόνομα, έχει συμπτυχθεί στη γραμμή Θερμοπυλών, ζητώντας τη συνέχιση της ελληνικής αντίστασης για δυο-τρεις εβδομάδες ακόμη. Μέσα στη σύγχυση, ο Τσολάκογλου, με τη σύμφωνη γνώμη των στρατηγών, υπογράφει στις 20 Απριλίου στο Μέτσοβο την πρώτη εκδοχή της ανακωχής. Θα ακολουθήσει δεύτερη στα Γιάννενα την επόμενη μέρα. Τις ίδιες ώρες αποφασίζεται εσπευσμένη αναχώρηση του βασιλιά και της νέας κυβέρνησης υπό τον Τσουδερό στην Κρήτη. Ο Παπάγος παραιτείται από την αρχιστρατηγία ενός στρατού που έχει ήδη συνθηκολογήσει μόνος του.
Στις 24-25 Απριλίου έχει σταματήσει ουσιαστικά κάθε στρατιωτική επιχείρηση. Οι Γερμανοί με μηχανοκίνητες μεραρχίες προχωρούσαν προς την Αθήνα - Εύβοια - Πάτρα - Μεσολόγγι καταδιώκοντας τις βρετανικές οπισθοφυλακές.
Το πρωί της Κυριακής 27ης Απριλίου, τρεις ακριβώς εβδομάδες μετά την εισβολή, το σκοτάδι της κατοχής θα σκεπάσει την Αθήνα. Δύο μέρες μετά, ο Τσολάκογλου θα διοριστεί πρωθυπουργός της πρώτης κυβέρνησης των προδοτών. «Καϋμένη Ελλάδα», όπως έγραφε στην τελευταία αράδα του ημερολογίου της η Πηνελόπη Δέλτα...
Αθηναϊκές ψευδαισθήσεις
Σήμερα αλλά και τότε ακόμη φαίνεται περίεργο ότι στις 10-11 Απριλίου 1941, ενώ είχαν παραδοθεί τα ελληνικά οχυρά, είχε πέσει η Θεσσαλονίκη και συνθηκολογήσει η μακεδονική στρατιά, οι ελληνικές δυνάμεις στο αλβανικό μέτωπο παρέμεναν ακόμη στις θέσεις τους. Δεν έλειπαν οι υποψίες περί προδοσίας της Αθήνας. Αλλά το παράδοξο έχει άλλη εξήγηση. Η ελληνική πολιτική ηγεσία έτρεφε την ψευδαίσθηση ότι μπορούσε να συνθηκολογήσει μονομερώς με τη Γερμανία ερήμην της Ιταλίας, διατηρώντας τα κεκτημένα στην Αλβανία. Αφελείς προσδοκίες. Η τελική συμφωνία συνθηκολόγησης φέρει και την ιταλική υπογραφή...
Προτεραιότητα οι Βρετανοί
Ενα ακόμη παράδοξο κατά τη εισβολή ήταν η διάσταση μεταξύ της στρατιωτικής ηγεσίας στα μέτωπα του πολέμου και της πολιτικο-στρατιωτικής εξουσίας στην Αθήνα. Ο βασιλιάς, η κυβέρνηση και ο αρχιστράτηγος Παπάγος έθεταν ως προτεραιότητα την ασφάλεια του βρετανικού εκστρατευτικού σώματος. Σε περίπτωση συνθηκολόγησης με τη Γερμανία, αυτό κινδύνευε να καταστραφεί ολοσχερώς. Το γεγονός -σε πλήρη αντίφαση με τα σχέδια, που υπαγόρευαν την καθήλωση των ελληνικών δυνάμεων στην Αλβανία- δημιούργησε πλήθος παρενεργειών στις αμυντικές προσπάθειες. Τελικά, οι Βρετανοί κατά την αποχώρησή τους θ' αφήσουν πίσω τους 12.000 αιχμαλώτους.
Επέτειος με σκιές από το παρελθόν
Αρκετές φορές στο παρελθόν η μαύρη επέτειος της γερμανικής εισβολής στην Ελλάδα και τα τριάμισι χρόνια ναζιστικής κατοχής και καταστροφής της χώρας σημειώνονταν με φόντο «σκιές του παρελθόντος». Ετσι, αποκαλούνταν παλιότερα στη διπλωματική γλώσσα των ελληνογερμανικών σχέσεων όσα δεν κατονομάζονταν, επισήμως, και διαδραματίστηκαν την εφιαλτική περίοδο 1941-1944.
Σ' αυτές τις περιπτώσεις, ανεξαρτήτως των συγκυριών κάθε φορά, το ζήτημα των πολεμικών αποζημιώσεων, που ουδέποτε κατέβαλαν οι διάδοχοι του Γ΄ Ράιχ, κατείχε δεσπόζουσα θέση. Ειδικά, το «κατοχικό δάνειο», που η εξόφλησή του αποτελούσε και αποτελεί διεθνή συμβατική υποχρέωση της «διάδοχης» Γερμανίας προς την Ελλάδα.
Η μη αποπληρωμή του, όπως είναι γνωστό, «σκόνταφτε» μέχρι την επανένωση των δύο Γερμανιών, σε μια εξωφρενική ρύθμιση των δυτικών συμμάχων για τις πολεμικές επανορθώσεις (Λονδίνο 1953). Σύμφωνα μ' αυτήν, προϋπόθεση για κάθε διακανονισμό και οριστική ρύθμιση των χρεών ήταν η ένωση της Γερμανίας. Εγινε, όμως, κι αυτό (Μόσχα 1990). Μέχρι τότε οι Γερμανοί, όσες φορές τολμούσαν οι ελληνικές κυβερνήσεις (όχι συχνά κι όχι σθεναρά) ν' αναφερθούν στις αποζημιώσεις και το δάνειο, προέβαλλαν τη συγκεκριμένη ρύθμιση, όταν δεν κώφευαν...
Φυσιολογικά, μετά την επανένωση θα έπρεπε, με μνήμη και επίγνωση του παρελθόντος , το Βερολίνο να ανταποκριθεί στις δανειακές υποχρεώσεις του.
Από καμιά άποψη δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, τυπικά και ουσιαστικά, η υποχρέωση της Γερμανίας για καταβολή του δανείου. Ακόμη και η δανειακή σύμβαση (Ρώμη 1942) ορίζει ρητά την επιστροφή του δανείου (η Ιταλία έχει πληρώσει το χρέος που της αναλογούσε). Βεβαίως, δεν υπάρχει ανάλογο προηγούμενο. Αυτό, όμως, συμβαίνει επειδή από καμιά άλλη χώρα η Γ΄ Ράιχ δεν άρπαξε αναγκαστικό δάνειο.
Αξίζει να σημειωθεί, με την ευκαιρία της εισβολής πως και το ίδιο το χιτλερικό καθεστώς αναγνώριζε το δάνειο. Στις αρχές του 1945 το προσδιόριζε, μάλιστα, σε 476.000.000 μάρκα (γύρω στα 5 δισ. σήμερα αν δεν υπολογιστούν τόκοι).
Πηγή: Έθνος (Τ. Κατσιμάρδος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου