Η μελέτη πάντως διαπίστωσε ότι αν ο οδηγός φροντίζει να μην βάζει μόνο σκέτο νερό στους καθαριστήρες του, αλλά προσθέτει και κάποιο καθαριστικό, τότε τα βακτήρια σκοτώνονται και έτσι ανθρώπινες ζωές μπορούν να σωθούν.
Μια στις πέντε περιπτώσεις (ποσοστό 20%) μόλυνσης από τη λεγόμενη «νόσο των λεγεωνάριων» μπορεί να οφείλεται σε μια απρόσμενη αιτία, στο νερό με το οποίο οι υαλοκαθαριστήρες καθαρίζουν το παρμπρίζ του αυτοκινήτου, σύμφωνα με μια νέα βρετανική επιστημονική έρευνα. Η μελέτη πάντως διαπίστωσε ότι αν ο οδηγός φροντίζει να μην βάζει μόνο σκέτο νερό στους καθαριστήρες του, αλλά προσθέτει και κάποιο καθαριστικό, τότε τα βακτήρια σκοτώνονται και έτσι ανθρώπινες ζωές μπορούν να σωθούν.
Το στάσιμο ζεστό νερό για τους υαλοκαθαριστήρες, το οποίο βρίσκεται μέσα στα δοχεία αποθήκευσης των αυτοκινήτων, μπορεί να αποτελέσει έδαφος για την ανάπτυξη του επικίνδυνου βακτηρίου, το οποίο, αν εισπνευστεί, μπορεί να οδηγήσει σε πνευμονία τον οδηγό ή τους άλλους επιβάτες.
Οι ερευνητές σκέφτηκαν να ερευνήσουν, για πρώτη φορά διεθνώς, τη σύνδεση ανάμεσα στη συγκεκριμένη πάθηση και στο νερό των υαλοκαθαριστήρων, όταν πρόσεξαν ότι οι επαγγελματίες οδηγοί εμφανίζουν πέντε φορές περισσότερες πιθανότητες να προσβληθούν από τη «νόσο των λεγεωνάριων», συνεπώς υποψιάστηκαν ότι όσοι οδηγούν πολλή ώρα, έχουν αυξημένο κίνδυνο μόλυνσης για κάποιο λόγο.
Περισσότερο κινδυνεύουν όσοι οδηγούν ή ταξιδεύουν σε μικρό φορτηγάκι (τύπου «βαν»), όσοι οδηγούν συχνά σε βιομηχανικές περιοχές και όσοι αφήνουν συχνά ανοικτά τα παράθυρα του αυτοκινήτου τους. Οι ερευνητές, κάνοντας δειγματοληπτική έρευνα, βρήκαν ότι ένα στα πέντε αυτοκίνητα στη Βρετανία που δεν είχαν καθαριστικό παρμπρίζ αλλά μόνο νερό, είχαν ίχνη του μικροβίου (Legionella), ενώ σε κανένα αυτοκίνητο με καθαριστικό δεν βρέθηκε το επικίνδυνο βακτήριο, το οποίο δεν μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο ευρωπαϊκό περιοδικό επιδημιολογίας «European Journal of Epidemiology» και μεταξύ των ερευνητών βρισκόταν ο ελληνικής καταγωγής Γιώργος Καφάτος από το τμήμα στατιστικής και βιοπληροφορικής της Υπηρεσίας Προστασίας Υγείας (ΗΡΑ) της Βρετανίας.
Η «νόσος των λεγεωνάριων» είναι σχετικά σπάνια. Τα περιστατικά μόλυνσης είναι συνήθως σποραδικά και δεν ανιχνεύεται με βεβαιότητα η πηγή προέλευσης του μικροβίου. Ο αριθμός των περιστατικών είναι διαχρονικά ακανόνιστος και ποικίλει από χρόνο σε χρόνο. Η πάθηση πλήττει κυρίως άνδρες άνω των 50 ετών και έχει μοιραία κατάληξη για το 10-15% των περιστατικών. Τα συμπτώματά της μοιάζουν με αυτά της γρίπης και μπορεί να περιλαμβάνουν μυϊκούς πόνους, αίσθημα μεγάλης κόπωσης, πονοκεφάλους, ξερό βήχα και πυρετό.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου