15/6/10

Εγκληματίες πολέμου σε συνθήκες πολυτέλειας

Της Doreen Carvajal - The New York Times

Από τις μέρες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου όταν οι κατηγορούμενοι ναζί εγκληματίες περίμεναν την ετυμηγορία του δικαστηρίου, στις φυλακές της Νυρεμβέργης, μέχρι σήμερα, οι μεταρρυθμιστές του σωφρονιστικού συστήματος έχουν αλλάξει δραματικά τις συνθήκες υπό τις οποίες κρατούνται άνθρωποι που κατηγορούνται για ορισμένα από τα χειρότερα εγκλήματα πολέμου.

Σε φυλακές της Χάγης στην Ολλανδία, κρατούνται σήμερα πρώην πολέμαρχοι του Κονγκό, πρώην επικεφαλής της σερβικής πολιτοφυλακής, καθώς και ο πρώην Πρόεδρος της Σιέρα Λεόνε, οι οποίοι κατηγορούνται για δολοφονίες και βιασμούς και υποδούλωση της χώρας τους. Όλοι αυτοί κρατούνται σε κελιά που θυμίζουν κοιτώνες κολεγίων, με ξύλινα ράφια για βιβλία, τηλεοράσεις και προσωπικούς υπολογιστές. Στις ανέσεις που έχουν στη διάθεσή τους, υπάρχει ένα γυμναστήριο, ένας γυμναστής, ένα δωμάτιο προσευχής και μια κουζίνα, την οποία μοιράζονται οι κρατούμενοι για να δειπνήσουν, αλλά και να ανταλλάξουν συνταγές.
Τρεις πρώην πολέμαρχοι των οποίων οι υποθέσεις εκδικάζονται από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για Εγκλήματα Πολέμου, λαμβάνουν δωρεάν νομική βοήθεια, η οποία κοστίζει 35.000 ευρώ μηνιαίως. Οι κρατούμενοι έχουν χαρακτηριστεί άποροι, ωστόσο ένας εξ αυτών έχει επενδύσεις ύψους 500.000 ευρώ, διαθέτει καταθέσεις ύψους 150.000 ευρώ και πίνακες και κοσμήματα αξίας 300.000 ευρώ, τρία αυτοκίνητα και τέσσερα ακίνητα.

Ωστόσο, μια επιπλέον διευκόλυνση στους κρατουμένους -εισιτήρια αξίας δεκάδων χιλιάδων ευρώ για να τους επισκέπτονται οι συγγενείς τους από μακρινές αφρικανικές χώρες- είναι αυτή που προκαλεί σάλο μεταξύ των χωρών οι οποίες χρηματοδοτούν το Δικαστήριο. Οι χώρες αυτές υποστηρίζουν ότι το Δικαστήριο συστήθηκε για να αποτελέσει πρότυπο ανθρώπινων και πολιτισμένων συνθηκών κράτησης, σε αντίθεση με τα φρικτά εγκλήματα για τα οποία κατηγορούνται ορισμένοι κρατούμενοι. Μέχρι ποίου σημείου όμως;
Ορισμένα κράτη, μεταξύ των οποίων η Γαλλία, η Ιταλία, και άλλα μικρότερα κράτη, υποστηρίζουν ότι οι χώρες που χρηματοδοτούν το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για Εγκλήματα Πολέμου, δεν θα πρέπει -και οι ίδιες δεν θέλουν- να καλύπτει ανάγκες των κρατουμένων τις οποίες δεν καλύπτουν στους κρατούμενους των δικών τους φυλακών. Τι είδους παράδειγμα, διερωτώνται, δίνει το Δικαστήριο, όταν επιφυλάσσει τέτοια μεταχείριση στους κρατουμένους; «Δεν επιφυλάσσουμε σε αυτούς μεταχείριση ανάλογη με αυτή των κρατουμένων στις χώρες μας», λέει ο Φρανσίσκο Χοσέ Αγκιλάρ Ούρμπινα, πρεσβευτής της Κόστα Ρίκα στην Ολλανδία. «Σε κάποιον που κλέβει ένα κοτόπουλο για να θρέψει την οικογένειά του, τα κράτη δεν πληρώνουν τους συγγενείς του για να τον επισκεφθούν στη φυλακή».
Οι επισκέψεις των συγγενών των κρατουμένων αφορούν όμως μόνον ένα μικρό μέρος του προϋπολογισμού του Δικαστηρίου, το οποίο εγκρίνει ετησίως περί τα 102 εκατομμύρια ευρώ για το κόστος λειτουργίας του, αλλά και για τη δίωξη τεσσάρων κατηγορουμένων. Η έντονη ανησυχία ωστόσο προκαλείται από το γεγονός ότι οι δαπανηρές νομικές διαδικασίες διαρκούν υπερβολικά πολύ χρόνο, δεν καταλήγουν σε ετυμηγορία και δίνουν έμφαση στις διευκολύνσεις των φυλακών στους κρατουμένους σε τέτοιο βαθμό, ώστε ορισμένοι επικριτές τους τις αποκαλούν «το Χίλτον της Χάγης».
«Πίσω από όλα αυτά, υπάρχει ένας πόλεμος», λέει ο Ουίλιαμ Σέιμπας, διευθυντής του Κέντρου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Ιρλανδία, «ένας πόλεμος μεταξύ των δικαστών του Δικαστηρίου που τάσσονται υπέρ των περισσότερων δικαιωμάτων για τους κρατουμένους, και πολλών χωρών οι οποίες πληρώνουν το λογαριασμό». «Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για Εγκλήματα Πολέμου υπάρχει εδώ και επτά χρόνια και δεν έχει ολοκληρώσει ούτε μία δίκη», προσθέτει.

ΠΟΛΙΤΗΣ - 13/06/2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου