Διάβασα το άρθρο του κ. Λακασά στην «Καθημερινή» με τίτλο: «Αξιολόγηση των σχολείων θέλουν πολλοί καθηγητές» και υπότιτλο: «Απάντηση σε όσους δεν τη δέχονται», το οποίο δημοσιεύτηκε στις 14-7-10. Λοιπόν, στο άρθρο οφείλεται μια απάντηση, διότι αφενός παρουσιάζεται η μια πλευρά και αποκρύπτεται η αιτιολογημένη άποψη της άλλης και αφετέρου αποκρύπτονται πολλά γεγονότα και αλήθειες.
Αναφέρεται, από ελλιπή ενημέρωση θέλω να πιστεύω, ότι οι εκπαιδευτικοί και η ΟΛΜΕ αρνούνται να αξιολογηθούν και ουσιαστικά συνεχίζουν την παγιωμένη μηδενιστική άρνηση σε οποιαδήποτε μορφή αξιολόγησης. Σας ενημερώνω ότι από το 1997 το 8ο συνέδριο της ΟΛΜΕ έχει λάβει απόφαση για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, την οποία φυσικά έχει καταθέσει στο υπουργείο. Επίσης στη συνέχεια έχουν κατατεθεί προτάσεις από τον κλάδο για: τη δημιουργία κέντρων στήριξης του εκπαιδευτικού έργου, τη δημιουργία ζωνών εκπαιδευτικής προτεραιότητας, την ουσιαστική, περιοδική, καθολική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών με απαλλαγή από τα διδακτικά τους καθήκοντα κ.λπ. Ομως, αυτές οι θέσεις ποτέ δεν υιοθετήθηκαν από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Γιατί; Διότι προφανώς έπρεπε να δαπανηθούν χρήματα.
Η αυτοαξιολόγηση της κ. Διαμαντοπούλου δεν έχει καμιά σχέση με την πρόταση του κλάδου. Εχει ένα και μόνο σκοπό. Τη δημιουργία ενός φτηνού και επομένως απαξιωμένου δημόσιου σχολείου. Επίσης δεν συνδέεται με ένα σύνολο θεσμικών αλλαγών όπως: γενναία χρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης ουσιαστική επιμόρφωση, ευελιξία στα αναλυτικά προγράμματα, αλλαγές στο σύστημα διοίκησης και εποπτείας της εκπαίδευσης, συνεργασία του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου με τους συνδικαλιστικούς φορείς και το ΚΕΜΕΤΕ (Κέντρο Μελετών και Τεκμηρίωσης της ΟΛΜΕ) κ.λπ. Επιπλέον, στην προτεινόμενη από το υπουργείο αυτοαξιολόγηση πουθενά δεν γίνεται λόγος για: αναβάθμιση της ποιότητας του σχολείου, αλλαγή των σχολικών βιβλίων, μείωση της ύλης, υποστήριξη των σχολείων με την τοποθέτηση εκπαιδευμένου διοικητικού προσωπικού ως γραμματεία και τοποθέτηση υποδιευθυντών σε όλα τα σχολεία, τουλάχιστον στα μεγαλύτερα. Αντίθετα, η «αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας» έχει ενταχθεί σε χρηματοδοτούμενο πρόγραμμα από το ΕΣΠΑ με 7,2 εκατ. ευρώ για το 2010, τα οποία θα μοιραστούν σε επιτροπές σχεδιασμού, σχολικούς συμβούλους, επιμορφωτές και διευθυντές, επιχειρώντας με τον τρόπο αυτό τη διάσπαση του κλάδου.
Πέρα από τα παραπάνω, χαρακτηριστικό είναι και το ότι το υπουργείο Παιδείας δεν κοινοποίησε εγκαίρως το πολυνομοσχέδιο (στο οποίο εντάσσεται η αυτοαξιολόγηση) στην ΟΛΜΕ, ώστε να υπάρξει διαβούλευση και να κάνουμε και εμείς τις προτάσεις μας, αντιθέτως οι δείκτες για την αυτοαξιολόγηση είχαν ήδη τεθεί και είναι αυτοί των μελετών του ΟΟΣΑ, δηλαδή σύμφωνα με τις ανάγκες της αγοράς. Ετσι, λοιπόν, δείκτη αποτελεί και η ικανότητά μας να βρίσκουμε χρηματοδότες για το σχολείο, με αποτέλεσμα να καταργείται η υποχρέωση του κράτους να είναι ο μοναδικός χρηματοδότης της δημόσιας παιδείας, να ανοίγει ο δρόμος για τις επιχειρήσεις και να δημιουργείται το σχολείο της αγοράς. Σε αυτό το παιχνίδι, μάλιστα, μπαίνει και ο Σύλλογος Γονέων και όλοι ξέρουμε τι θα σημαίνει αυτό, αφού όσοι δίνουν χρήματα θα έχουν και απαιτήσεις.
Ταυτόχρονα, με την αυτοαξιολόγηση, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της περιοχής, τα σχολεία θα κατηγοριοποιηθούν σε καλά και μη, σε αποδοτικά και μη. Αυτό το σύστημα, όμως, το αγγλοσαξωνικό, οδήγησαν σε κλείσιμο πολλά σχολεία λαϊκών και αγροτικών περιοχών της Αγγλίας και των ΗΠΑ. Γι’ αυτό, πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, γιατί με το κλείσιμο σχολείων οι συνάδελφοι θα χάσουν τις οργανικές τους και, στο πλαίσιο της ελαστικότητας της εργασίας και της μείωσης του αριθμού των εκπαιδευτικών, δεν ξέρουμε τι μπορεί να επακολουθήσει. Η συντριπτική πλειοψηφία των συναδέλφων γνωρίζει όλα τα παραπάνω, για αυτό και απέρριψε τη συγκεκριμένη πρόταση του υπουργείου για την «αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας». Είναι ελάχιστοι οι σύλλογοι διδασκόντων σχολείων που την αποδέχτηκαν και δεν αποδεικνύεται, όπως ισχυρίζεστε στο άρθρο σας ότι, ο μικρός πυρήνας των σχολείων που δέχθηκαν να συμμετάσχουν στη διαδικασία διευρύνεται.
Τέλος, διαπιστώνω ότι τόσο εσείς όσο και αρκετοί συνάδελφοί σας, θεωρείτε ότι η αξιολόγηση αποτελεί πανάκεια για τη δημόσια εκπαίδευση. Γίνεται δε εδώ και κάποια χρόνια μια προσπάθεια απ’ όλους τους υπουργούς, με τη βοήθεια των ΜΜΕ (προφανώς και για λόγους μεγαλύτερης αναγνωσιμότητας, επισκεψιμότητας και τηλεθέασης), των δυνάμεων του κυβερνοσυνδικαλισμού και τη χρησιμοποίηση των συντηρητικών ανακλαστικών της κοινωνίας, να εμφανιστεί ότι η αξιολόγηση έχει την κοινωνική αποδοχή, όχι όμως και την αποδοχή των εκπαιδευτικών, επειδή οι τελευταίοι θέλουν τάχα να «λουφάρουν» και να αυθαιρετούν! Αποσιωπάται όμως έντεχνα ότι οι εκπαιδευτικοί απορρίπτουν την αξιολόγηση, όχι επειδή την φοβούνται, αλλά επειδή δεν έχουν εμπιστοσύνη. Επειδή αμφιβάλλουν για το αν θα εφαρμοστεί επιτέλους και στη χώρα μας η αξιοκρατία, την οποία όλοι επικαλούνται, αλλά κανένας όμως δεν την εννοεί. Διότι μέχρι τώρα το υπάρχον πολιτικό σύστημα φαίνεται να προτιμάει την αναξιοκρατία επειδή αυτή αποτελεί το όχημα επιβολής πάσης μορφής αυθαιρεσίας (βλέπε κάθε φορά επιβολή ημέτερων θέσεων, προσώπων, γραμμής κ.λπ.). Επίσης οι εκπαιδευτικοί απορρίπτουν την αξιολόγηση, ακόμη και τη μη τιμωρητική, που θα αποσκοπεί στη χειραγώγησή τους και την κατάργηση της παιδαγωγικής τους ελευθερίας.
Πανος Κατσουλας - Καθηγητής δημόσιας Β΄/θμιας Εκπ/σης - Πρόεδρος Δ.Σ. Β΄ ΕΛΜΕ Κορινθίας
Απάντηση
Στο σχετικό ρεπορτάζ αναφέρεται ότι με βάση τα στοιχεία του υπουργείου Παιδείας, 564 σχολεία δήλωσαν προαιρετικά ότι επιθυμούν να αυτοαξιολογηθούν, παρά την αντίθετη απόφαση της ΟΛΜΕ. Το κείμενο παρέθεσε τα βήματα της αξιολόγησης. Ο κ. Κατσούλας αναφέρει ότι οι εκπαιδευτικοί απορρίπτουν την αξιολόγηση όχι επειδή τη φοβούνται, αλλά επειδή αμφιβάλλουν εάν θα γίνει αξιοκρατικά. Ο ίδιος εκτιμά ότι το υπουργείο Παιδείας με την αυτοαξιολόγηση έχει σκοπό τη δημιουργία ενός φτηνού και απαξιωμένου δημόσιου σχολείου. Οι θέσεις του στο πλαίσιο ενός διαλόγου μπορούν να συζητηθούν, όμως ένα αποτελεσματικό σχέδιο χρηματοδότησης επιβάλλει αξιολόγηση του παραγόμενου έργου, των ελλείψεων και των αναγκών. Και είναι στο χέρι της εκπαιδευτικής κοινότητας να εφαρμοστεί αξιοκρατικά η αξιολόγηση.
Απ.Λ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου