Μαρία ΝΕΓΡΕΠΟΝΤΗ - ΔΕΛΙΒΑΝΗ
πρ. πρύτανης, και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, πρόεδρος του Ιδρύματος ΔελιβάνηΗ κηδεμονία της Ελλάδας από το ΔΝΤ όχι μόνο δεν ήταν μονόδρομος, αλλά ήταν και αδικαιολόγητη από κάθε πλευρά. Πράγματι, ο διεθνής αυτός οργανισμός ειδικεύεται στην παροχή βοήθειας προς αναπτυσσόμενες, και όχι προς αναπτυγμένες οικονομίες, όπως είναι η περίπτωση της χώρας μας. Επιπλέον, η κακή δημοσιονομική μας κατάσταση δεν αποτελεί εξαίρεση, αφού όχι μόνον ολόκληρος ο ευρωπαϊκός νότος αντιμετωπίζει παρόμοια προβλήματα, αλλά και για τις οικονομίες του πλούσιου βορρά προβλέπεται, για το 2010, δημόσιο χρέος που θα ξεπεράσει το 110% του ΑΕΠ τους.
Είναι, βέβαια, γεγονός ότι υπήρξε το Μάιο κάποια δυσκολία πληρωμής ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών μας, η οποία όμως δεν αποτελεί ικανή δικαιολογία για την υπαγωγή μας στις φαρμακερές δαγκάνες του ΔΝΤ, και μάλιστα χωρίς την ελάχιστη αντίσταση. Και τούτο, γιατί υπήρχαν εναλλακτικές λύσεις, όπως είναι κατεξοχήν αυτή της αναδιαπραγμάτευσης του χρέους, που δεν εξομοιώνεται βεβαίως με χρεοκοπία, ούτε με στάση πληρωμών, ούτε φυσικά και με την ανάγκη εξόδου μας από την ευρωζώνη. Αναδιαπραγμάτευση, που να απέβλεπε στην επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του χρέους και στη μείωση του ελλείμματος στα πλαίσια που ορίζει το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Η φρικτή μοίρα όλων, ανεξαιρέτως, των οικονομιών, που είχαν τη δυστυχία να υπαχθούν στο ΔΝΤ, όφειλε να οπλίσει τους Ελληνες αρμόδιους με θάρρος, εφευρετικότητα και αγωνιστικότητα για να το αποφύγουν με νύχια και δόντια. Εξάλλου, η εξαιρετικά προβληματική φάση που διανύει η ΕΚ και η ευρωζώνη απέκλειαν, λογικά, και σε πείσμα του μένους της κυρίας Μέρκελ, οποιαδήποτε ακραία λύση εναντίον της χώρας μας, αφού ήταν βέβαιο ότι θα παρέσυρε και τις λοιπές οικονομίες του ευρωπαϊκού νότου, και θα ήταν διαλυτική για την ευρωζώνη.
Το τραγικότερο, όμως, στοιχείο αυτού του κρανίου τόπου είναι το ότι, δυστυχώς, και σε πείσμα των απάνθρωπων θυσιών που το Μνημόνιο μας υποχρεώνει να υποστούμε, και μάλιστα σε απροσδιόριστο βάθος χρόνου, αυτές θα είναι χωρίς αντίκρισμα. Πράγματι, η χώρα μας θα βυθιστεί σε ανεξέλεγκτη ύφεση και σε καλπάζοντα στασιμοπληθωρισμό, που θα καταποντίσει κάθε αναπτυξιακή προοπτική της, για πολλά χρόνια - γιατί, βεβαίως, είναι άκρως αφελής η όποια ελπίδα περί της δυνατότητας συνύπαρξης του ΔΝΤ με αναπτυξιακή πολιτική -, θα εκθρέψει στρατιές ανέργων, θα αυξήσει το ποσοστό των φτωχών, των νεόφτωχων και των εργαζομένων φτωχών, θα προλεταριοποιήσει τη μεσαία τάξη και, πάνω απ' όλα, θα επιδεινώσει επικίνδυνα τις ήδη ακραίες ανισότητες κατανομής του εισοδήματος, παρεμποδίζοντας έτσι τη στοιχειωδώς ομαλή λειτουργία της οικονομίας. Το ανέφικτο της υλοποίησης των ανειλημμένων υποχρεώσεών μας προβάλλει, ξεκάθαρα, από την απλή αντιπαράθεση των σχετικών αριθμητικών δεδομένων. Από 110% το δημόσιο χρέος μας στο ΑΕΠ το 2009 θα ανέλθει σε 200%, αντίστοιχα, το 2020. Εξάλλου, οι τόκοι των δανείων θα αυξάνουν με εφιαλτικούς ρυθμούς - Ε11.9 δισεκατομμύρια το 2009, Ε17.1 δισεκατομμύρια το 2012 και Ε20.4 δισεκατομμύρια το 2014. Συνοπτικά, Ε240 δισεκατομμύρια θα χρειαστούν τα επόμενα πέντε χρόνια για την εξυπηρέτηση του χρέους. Και όλα αυτά θα συνυπάρχουν με ΑΕΠ, που θα συρρικνώνεται, συνεχώς, μέσα στο αδυσώπητο περιβάλλον στασιμοπληθωρισμού του ΔΝΤ. Αναπόφευκτα, φυσικά, θα μειώνονται και τα δημόσια έσοδα. Για τους εμφανείς αυτούς λόγους, μας εκλαμβάνουν στο εξωτερικό ως ήδη χρεοκοπημένους, κάτι που άλλωστε απεικονίζεται και στη συμπεριφορά των αγορών απέναντί μας. Αυτές οι τελευταίες όχι μόνο δεν ηρέμησαν μετά την υπογραφή του Μνημονίου, αλλά αντιθέτως έγιναν πιο κερδοσκοπικά επιθετικές από πριν. Παράλληλα, ένας σημαντικός αριθμός γνωστών οικονομολόγων υποστηρίζει καθημερινά, και με αδιάσειστα στοιχεία και επιχειρήματα, ότι η μοναδική πια λύση για την Ελλάδα είναι η αναδιαπραγμάτευση του χρέους της. Αλλά ...το διευθυντήριο της ΕΕ, από κοινού με την ελληνική κυβέρνηση αποκλείουν εκ προοιμίου την αναδιαπραγμάτευση του χρέους, χωρίς ωστόσο να εξηγούν και το γιατί. Αυτοί υποστηρίζουν ότι θα τα καταφέρουμε!
Ηταν, συνεπώς, εύλογη η απορία μέχρι πριν λίγες ημέρες τού γιατί οι αρμόδιοι προτίμησαν την πιο σκληρή, όσο και ταυτόχρονα αδιέξοδη λύση, για τον ελληνικό λαό: Δηλαδή, υπέρογκες θυσίες χωρίς προοπτική. Η απορία αυτή διασκεδάστηκε ήδη και με τον τραγικότερο τρόπο χάρις στην πρόσφατη εξαγγελία των μέτρων, που αφορούν τις εργασιακές σχέσεις και που κατεδαφίζουν το κράτος Πρόνοιας.
Πράγματι, η δραματική αυτή εξέλιξη των εργασιακών σχέσεων, που αποτελούσε ανέκαθεν το πιο προσφιλές, αλλά και μέχρι στιγμής απραγματοποίητο όνειρο των φανατικών νεοφιλελεύθερων, θα ήταν αδιανόητη χωρίς την κατάκτηση της Ελλάδας από το ΔΝΤ και την εν λευκώ εκχώρηση σ' αυτό του δικαιώματος να αποφασίζει για τη ζωή και το θάνατό μας. Η εισβολή αυτή του ΔΝΤ στη χώρα μας ήταν η ανέλπιστη ευκαιρία, που έκανε μεμιάς πραγματικότητα τα πιο καταχθόνια νεοφιλελεύθερα σχέδια. Να υπενθυμίσω σχετικά ότι, για τους ακραιφνείς νεοφιλελεύθερους, ο υπ' αριθμόν 1 εχθρός είναι το κράτος Πρόνοιας, το οποίο θεωρούν υπεύθυνο για τα δημόσια ελλείμματα και του αρνούνται λόγο ύπαρξης.
Η Ελλάδα, λοιπόν, που έδωσε τα φώτα του πολιτισμού στην Ευρώπη, που γέννησε τη δημοκρατία και που οι μεταγενέστεροι των Ελλήνων φιλόσοφοι πρόσθεσαν ελάχιστα στις δικές τους θεωρήσεις, επελέγη για ένα ρόλο άκρως αποκρουστικό και αυτόχρημα εγκληματικό, αυτόν δηλαδή του νεκροθάφτη του καπιταλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο, που ήταν δημιούργημα, αποκλειστικά, της Ευρώπης, και που ήταν, γι' αυτό, δικαίως υπερήφανη.
Είναι λογικό να υποτεθεί ότι το μικρό μέγεθος της Ελλάδας δεν εκπροσωπούσε από μόνο του αρκετά σημαντικό στόχο, ώστε να δικαιολογήσει τη σύλληψη μια συνωμοσίας αυτής της εμβέλειας. Η Ελλάδα, ωστόσο, ως ο πιο αδύναμος, αλλά και χωρίς αντιστάσεις κρίκος, κρίθηκε ως ιδανική γέφυρα, για να περάσει από πάνω της το δολοφονημένο πτώμα του κοινωνικού κράτους, και για να κηδευτεί χωριστά από το καθένα από τα λοιπά μέλη της ΕΕ, με το ισχυρό επιχείρημα ότι έχει, ήδη, προηγηθεί η νεκρώσιμη ακολουθία στην Ελλάδα.
Η απόφαση αυτή της ΕΕ, σχετικά με την κατεδάφιση του κράτους Πρόνοιας, δεν είναι νέα. Προωθήθηκε, συστηματικά, τα τελευταία 3-4 χρόνια στο εσωτερικό των επί μέρους εθνικών οικονομιών κάτω από την ταμπέλα των δήθεν αναγκαίων μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας.
«Η απόφαση αυτή του διευθυντηρίου της ΕΕ:
Πάρθηκε εν ψυχρώ στους κόλπους της.
Συσκοτίστηκε επιμελώς για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Διοχετεύθηκε στις κυβερνήσεις των επιμέρους κρατών - μελών με την υποχρέωση σταδιακής διεκπεραίωσης, στην οποία έχουν, πιθανότατα, τεθεί κάποια ανελαστικά χρονικά περιθώρια.
Φρόντισε να συγκαλυφθούν οι πραγματικοί στόχοι και τα αναπόφευκτα δυσμενή αποτελέσματά της, για τους εργαζόμενους.
Ενθάρρυνε και υπέδειξε τη χρησιμοποίηση όλων των διαθέσιμων μέσων, προκειμένου να υλοποιηθεί χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα: της προπαγανδιστικής πειθούς, των υποσχέσεων που σύντομα αποδεικνύονται χωρίς αντίκρισμα, ακόμη και της τρομοκράτησης των εργαζόμενων σχετικά με τις συνέπειες και τις ανεξέλεγκτες καταστάσεις που θα αντιμετώπιζαν αν δεν συναινούσαν»1.
Αυτές οι μεταρρυθμίσεις στο χώρο της εργασίας, που επιπλέον είναι παντελώς άσχετες με το πρόβλημα του χρέους και των ελλειμμάτων, παρεισέφρησαν, ωστόσο, με ύπουλο τρόπο στο Μνημόνιο, και πέρασαν ως λεπτομέρειά του, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για τον κυρίαρχο λόγο της καταρχήν ανεξήγητης εισβολής του ΔΝΤ στην Ελλάδα. Η υλοποίηση αυτών των μεταρρυθμίσεων - αν τελικά δεν αποσοβηθεί - θα αποτελέσει τη λαμπρότερη νίκη των φανατικών νεοφιλελεύθερων εναντίον της εργασίας. Οι εργαζόμενοι, σε ολόκληρη την Ευρώπη, θα είναι εφεξής έρμαια του εργοδότη, υποκείμενα της κάθε μορφής εκμετάλλευσης, χωρίς δικαιώματα, χωρίς ασφάλεια και χωρίς αξιοπρέπεια που να απορρέει από την εργασία τους. Και μετά την τραγική αυτή τροπή των εργασιακών σχέσεων στην Ευρώπη, είναι απορίας άξιο το πώς και το γιατί εξακολουθεί η συζήτηση γύρω από τις λεπτομέρειες του Ασφαλιστικού. Ενός Ασφαλιστικού, δηλαδή, που δε θα έχει λόγο ύπαρξης σε ελάχιστα χρόνια από σήμερα, όταν η μόνιμη απασχόληση, στα πλαίσια της οποίας και μόνο μπορεί να υπάρξει ασφάλιση, θα αποτελεί παρελθόν.
Θεωρητικά, Ηγέτης (με κεφαλαίο Η), εντελώς ανεξάρτητα από την ταμπέλα του κόμματος στο οποίο θα ανήκε, σοσιαλιστικού ή συντηρητικού, όταν συνειδητοποιούσε τον εγκληματικό ρόλο που απαιτούν απ' αυτόν οι ίδιοι εκείνοι που με τις ακρότητες και τους φανατισμούς τους προκάλεσαν τις δύο μεγάλες οικονομικές κρίσεις, βυθίζοντας δις την ανθρωπότητα στην απόγνωση, θα απέρριπτε με βδελυγμία τις όποιες πιέσεις τους και θα βροντοφωνούσε: ως εδώ και μη παρέκει. Και ο Ηγέτης αυτός σίγουρα θα περνούσε στην Ιστορία, με χρυσά γράμματα, ως σωτήρας που εμπόδισε την επιστροφή της αγοράς εργασίας του 21ου αιώνα σ' έναν ασύλληπτης βαρβαρότητας δεύτερο Μεσαίωνα. Αυτός ο μυθικός Ηγέτης, εξάλλου, θα φρόντιζε να συνεταιριστεί τους λαούς της Ευρώπης και να τους εμψυχώσει σ' έναν κοινό αγώνα επιβίωσης με την άμεση απομάκρυνση, από τα κέντρα αποφάσεων, των φανατικών νεοφιλελεύθερων, αυτών που με τις επιλογές τους προετοιμάζουν την τρίτη μεγάλη παγκόσμια κρίση.
Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, είναι αδύνατη η επίκληση της ύπαρξης μονόδρομων ή, ακόμη, και της ανάγκης λήψης οδυνηρών μέτρων για τη σωτηρία της χώρας μας. Γιατί, σε τι είδους σωτηρία αναφερόμαστε όταν με τα μέτρα που τώρα αποφασίζονται οδηγούνται σε πλήρη εξαθλίωση, και χωρίς ημερομηνία λήξης, τα 4/5 του ενεργού ελληνικού, και σίγουρα στη συνέχεια, και του ευρωπαϊκού πληθυσμού;
Η μεγάλη οικονομική κρίση των ετών 1929-33, καθώς και η τρέχουσα δεύτερη μεγάλη κρίση, που ξέσπασε το 2007 - και που θα μας ταλανίζει για πολύ ακόμη -, έχουν ουσιαστικά και τηρουμένων των αναλογιών τις ίδιες γενεσιουργές αιτίες2. Διαφέρουν, ωστόσο, σημαντικά στις μετέπειτα εξελίξεις τους. Συγκεκριμένα, το τέλος της πρώτης εκείνης μεγάλης κρίσης συνέπεσε με την ολοκληρωτική αποπομπή της υπεύθυνης γι' αυτήν φιλελεύθερης ιδεολογίας. Ενώ, αντιθέτως, στη δεύτερη αυτή μεγάλη κρίση, που και πάλι προκλήθηκε από την ίδια επικίνδυνη ιδεολογία, οι ένοχοι, όχι μόνο παρέμειναν στις θέσεις - κλειδιά τους, όχι μόνο υπαγορεύουν τα μέτρα, που κατά την κρίση τους πρέπει να ληφθούν για την έξοδο από την κρίση - που οι ίδιοι προκάλεσαν - αλλά επιπλέον έχουν σε τέτοιο βαθμό ισχυροποιηθεί, ώστε είναι πια σε θέση να καταστρέψουν την κοινωνική Ελλάδα και ολόκληρη την Ευρώπη.
Λοιπόν, δεν είναι υπερβολή η διαπίστωση ότι χανόμαστε! Αν δεν αντιδράσουμε, έντονα και αποφασιστικά, σε τρία χρόνια θα έχουμε, ουσιαστικά, εξαφανιστεί από το διεθνή χάρτη, όπως άλλωστε προβλέπει με ανείπωτη κυνικότητα πρόσφατη αμερικανική έκθεση για την Ελλάδα.
1. Οι γραμμές αυτές γράφτηκαν το 2006-07 από την Μαρία Νεγρεπόντη - Δελιβάνη στο βιβλίο της με τίτλο «Μεταρρυθμίσεις, το ολοκαύτωμα των εργαζομένων στην Ευρώπη». Εκδόσεις Λιβάνη και Ιδρύματος Δελιβάνη, Αθήνα 2007, σ. 21.
2. Βλέπε Μαρία Νεγρεπόντη - Δελιβάνη, «Η Φονική Κρίση και η Ελληνική Τραγωδία», Εκδόσεις Λιβάνη και Ιδρύματος Δελιβάνη, Αθήνα 2010.
Πηγή: Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου