16/4/09

Περί σχολικών ψυχολόγων ή «Τα παιδιά θέλουν τους γονείς τους!»

Με αφορμή του τραγικό γεγονός στον Ο.Α.Ε.Δ. του Ρέντη γίνεται πάλι από κάποιους προσπάθεια να αποδοθούν ευθύνες στο σχολείο δηλ. στους εκπαιδευτικούς. Γνωστό το έργο, νωπές οι μνήμες από την υπόθεση του Άλεξ στη Βέροια, όταν οι διάφοροι τηλεεισαγγελείς και τηλεδικαστές επιτήθονταν με μένος κατά των «ανίκανων», «αδιάφορων» κ.λπ. εκπαιδευτικών. «Λύση-πανάκεια» που προτείνεται και τότε και τώρα: η καθιέρωση του θεσμού του σχολικού ψυχολόγου.
Ποια η στάση όμως των εκπαιδευτικών απέναντι στο θεσμό του σχολικού ψυχολόγου;
Το Κέντρο Έρευνας και Εφαρμογών Σχολικής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών σε έρευνα που πραγματοποίησε με δείγμα 306 εκπαιδευτικούς, 406 γονείς και 537 μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης κατέληξε μεταξύ των άλλων στα εξής συμπεράσματα:
Το 10-20% των παιδιών στο ελληνικό σχολείο, αντιμετωπίζει κοινωνικά και συναισθηματικά προβλήματα, που παρεμποδίζουν την ικανότητά του για μάθηση.
Το 97,2% των εκπαιδευτικών θεωρούν απαραίτητη την παρουσία ψυχολόγων μέσα στο σχολείο.
Το 91,7% των εκπαιδευτικών πιστεύουν ότι ο σχολικός ψυχολόγος μπορεί να βοηθήσει τους μαθητές στην αντιμετώπιση των προβλημάτων τους.
Θετικοί λοιπόν, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι εκπαιδευτικοί απέναντι στο θεσμό του σχολικού ψυχολόγου.
Η ανάγκη καθιέρωσης του θεσμού του σχολικού ψυχολόγου, ειδικά στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, είχε άλλωστε επισημανθεί ήδη από το 2007 στο Συνέδριο «Η Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και οι προκλήσεις της εποχής μας» που πραγματοποιήθηκε στις 17-20/ 05 / 2007 στη Σχολή Επιστημών Αγωγής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
Από έρευνα που παρουσιάσθηκε στο Συνέδριο (δείγμα 161 μαθητών και μαθητριών της Ε΄ και ΣΤ΄ τάξης δημόσιων σχολείων σε συνοικίες και προάστια της Αθήνας στα οποία δεν υπήρχε σταθερή συνεργασία με σχολική ψυχολογική υπηρεσία και οι 161 γονείς των συγκεκριμένων μαθητών), είχαν εξαχθεί τα παρακάτω συμπεράσματα:
Οι γονείς και οι μαθητές :
α) πιστεύουν ότι γνωρίζουν αρκετά για το ρόλο του σχολικού ψυχολόγου,
β) εκτιμούν σε μεγάλο βαθμό τη συμβολή του ψυχολόγου στην επίλυση προβλημάτων των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων,
γ) έχουν αρκετά υψηλές προσδοκίες από τη βοήθεια που μπορεί να παράσχει ο ψυχολόγος σε ποικίλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μαθητές,
δ) διάκεινται πολύ ευνοϊκά ως προς τη συνεργασία των γονέων με τον ψυχολόγο,
ε) έχουν ιδιαίτερα θετική στάση ως προς τη μόνιμη παρουσία ψυχολόγου στο σχολείο.
Στο παραπάνω συνέδριο τονίστηκε η αναγκαιότητα διεύρυνσης του πεδίου δράσης των Συμβουλευτικών Σταθμών και στα σχολεία της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, μιας και: «το Δημοτικό αποτελεί τον ιδανικό χώρο για προγράμματα πρόληψης και προαγωγής της ψυχικής υγείας των παιδιών για ποικίλους λόγους: αφορά όλα τα παιδιά στο βαθμό που η φοίτηση είναι υποχρεωτική, τα παιδιά βρίσκονται σε μικρή ηλικία, το πρόγραμμα είναι σχετικά πιο ευέλικτο σε σύγκριση με τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, και ο/η εκπαιδευτικός έχει μεγαλύτερη ευχέρεια και δυνατότητα, λόγω του μεγάλου χρονικού διαστήματος που περνάει με τα παιδιά μιας τάξης, να γνωρίζει τα παιδιά και με κατάλληλη κατάρτιση να ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους και να βοηθάει σημαντικά στην ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη» (Χατζηχρήστου, 1999).
Υπάρχει λοιπόν συμφωνία ως προς την αναγκαιότητα εισαγωγής του θεσμού των σχολικών συμβούλων από γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικούς. Μένει απλώς να προχωρήσει η πολιτεία στην καθιέρωση το μέτρου αυτού. Τελικά όμως όλα είναι αποκλειστικά θέμα εισαγωγής ψυχολόγων στα σχολεία μας; Θα λυθεί-αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά πλέον το πρόβλημα που σύμφωνα με στοιχεία έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις; Περισσότεροι από 190.000 Έλληνες έφηβοι πάσχουν από διαφόρων μορφών ψυχολογικά προβλήματα. Σύμφωνα με στοιχεία των ΚΕΔΔΥ, το 12-15% του συνολικού μαθητικού πληθυσμού, παρουσιάζει αυξημένες μαθησιακές δυσκολίες, που στο 80% των περιπτώσεων υποκρύπτουν σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα.
Αρκεί ο σχολικός ψυχολόγος για να αλλάξει ριζικά η παραπάνω κατάσταση; Νομίζω πως όχι, αν η αντιμετώπιση του προβλήματος περιοριστεί στο θεσμό των σχολικών ψυχολόγων. Όπως αναφέρεται στο Δελτίο Τύπου της ΟΛΜΕ σχετικά με το περιστατικό βίας σε Σχολή του ΟΑΕΔ (10/04/09):
«…Οι ποικίλες μορφές βίας που εκδηλώνονται σε εκπαιδευτικούς χώρους αποτελούν σήμερα ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Περιστατικά βίας έχουν κατ’ επανάληψη βρεθεί στο επίκεντρο της επικαιρότητας και έχουν προβληθεί από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας με ιδιαίτερη έμφαση, αν και στη χώρα μας δεν είναι συνήθη.
Εκείνο που συνήθως δεν τονίζεται όσο πρέπει είναι ότι η βία στους χώρους της εκπαίδευσης δεν μπορεί να εξετάζεται χωρίς να συνυπολογίζεται η επίδραση του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο ζουν τα παιδιά. Και σε αυτό το ευρύτερο περιβάλλον, στο οποίο επίσης συμμετέχουν και κοινωνικοποιούνται οι νέοι, οι σχέσεις των ανθρώπων χαρακτηρίζονται συχνά από βιαιότητα κάθε είδους, άμεσα συνδεδεμένη με διακρίσεις, καταπίεση και εκμεταλλευτικές σχέσεις.
Παράλληλα, πρέπει να διερευνηθεί ο τρόπος με τον οποίο επιδρούν τα μέσα μαζικής επικοινωνίας στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς των νέων. Ο χειρισμός ακραίων περιστατικών βίας από τα μέσα πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή. Επίσης, πρέπει να δοθεί έμφαση και στους κινδύνους που απορρέουν από την κακή χρήση νέων τεχνολογιών, κυρίως το Διαδίκτυο (Internet)…».

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η συνέντευξη που παραχώρησε ο ψυχίατρος Νίκος Σιδέρης στην εφημερίδα «Η Καθημερινή» (Κυριακή 12 Απριλίου 2009) με αφορμή την έκδοση του νέου του βιβλίου με τίτλο «Τα παιδιά δεν θέλουν ψυχολόγο. Γονείς θέλουν!» (εκδόσεις Μεταίχμιο).

- Τι σας έκανε να γράψετε αυτό το βιβλίο;

Τα τελευταία τρία – τέσσερα χρόνια, όλο και συχνότερα με πλησιάζουν άνθρωποι και μου λένε: «Έχω κάποια προβλήματα με το παιδί, να το φέρω να το δείτε;». Κάνοντας μια σύντομη κουβέντα μαζί τους, 9 στις 10 φορές έβγαζα το συμπέρασμα ότι δεν χρειαζόταν το παιδί ψυχολόγο, αλλά οι γονείς είχαν ανάγκη από συμβουλές. Η παρατήρηση του φαινομένου και η αντίδραση των ανθρώπων σε αυτά που τους έλεγε, ότι δηλαδή το παιδί δεν θέλει ψυχολόγο αλλά οι γονείς, με έκανε να ασχοληθώ με το βιβλίο.

- Τι λείπει από αυτά τα παιδιά; Γιατί ξεχειλίζουν απαισιοδοξία;

Ένα παιδί δεν χορταίνει με ύλη χορταίνει με αγάπη και η αγάπη είναι το κοινό νόμισμα στο οποίο μετατρέπονται τα πάντα στην εμπειρία του παιδιού. Ό,τι και να ζήσει ένα παιδί το μετατρέπει σε αγάπη. Αν η οποιοαδήποτε εμπειρία δεν έχει αγάπη μέσα της, είναι άνευ σημασίας. Και εκτός από αγάπη, χρειάζονται και κανόνες. Τα παιδιά πρέπει να ξέρουν ότι στη ζωή δεν είναι χύμα τα πράγματα, όλες οι διαδικασίες διέπονται από κάποιους κανόνες. Άλλοτε ευχάριστους, άλλοτε δυσάρεστους. Υπάρχουν παιχνίδια στα οποίο επιλέγεις να μπεις και παιχνίδια στα οποία συμμετέχεις εξ ορισμού. Και τα δύο έχουν κανόνες.

- Πιστεύετε ότι το σχολείο είναι πηγή βίας;

Δεν νομίζω ότι το σχολείο είναι η πρωτογενής πηγή της βίας. Το να περιμένουμε από το σχολείο να κάνει τη δουλειά των γονιών είναι ανακόλουθο. Στο σχολείο κανονικά το παιδί πηγαίνει για να μάθει γράμματα και πράγματα. Κι αν η οικογένεια διαλύει τα καλά λόγια που ακούς στο σχολείο, τότε δεν γίνεται τίποτα. Δεν είναι ορθολογικό να περιμένεις από το σχολείο να είναι και οικογένεια. Είναι ένα περιβάλλον μετάδοσης γνώσεων και της ικανότητας να μαθαίνεις, σε διδάσκει την κοινωνική συμβίωση μέσα από κανόνες κι ένα πνεύμα ελευθερίας στη σκέψη και την έκφραση. Η οικογένεια είναι κάτι άλλο. Δεν είσαι υποχρεωμένος να μαθαίνεις χρήσιμα πράγματα μέσα στην οικογένεια. Αλλά πώς φέρεται ένας άνθρωπος σε έναν άλλον άνθρωπο. Πώς λειτουργείς στις ανθρώπινες σχέσεις;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου