Ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας γεννήθηκε στην Αθήνα στις 26 Φεβρουαρίου του 1906. Στα μαθητικά του χρόνια, είχε δάσκαλο τον Κ.Παρθένη. Στο Παρίσι, όπου συνέχισε τις σπουδές του, πήρε μαθήματα Φιλολογίας και Αισθητικής στη Σορβόνη και μελέτησε τη ζωγραφική στην Academie Ranson κοντά στον Bissiere, και τη χαρακτική κοντά στον Γαλάνη. Στο Παρίσι συμμετείχε στο Salon des Independants του 1923 και παρουσίασε την πρώτη ατομική του έκθεση το 1927 στην γκαλερί Percier. Την έκθεση αυτή παρουσίασε ο Maurice Reynal, ένας από τους σπουδαιότερους κριτικούς του κυβισμού, και την επισκέφτηκε ο Πικάσο, ο οποίος επιδοκίμασε το νέο ζωγράφο. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη γαλλική πρωτεύουσα δημοσίευσε άρθρα για την τέχνη, μελέτησε τα ευρωπαϊκά ρεύματα, και κυρίως τον κυβισμό, και γνωρίστηκε με τον Μπράκ, τον Ματίς, τον Λεζέ, τον Αρπ, τον Κορμπιζιέ και άλλους καλλιτέχνες.
Το 1934 επέστρεψε στην Ελλάδα όπου έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για διάφορα ζητήματα που απασχολούσαν την ελληνική τέχνη. Το 1936 και το 1937 εκδίδει μαζί με τον αρχιτέκτονα Πικιώνη, τον ποιητή Παπατσώνη, το σκηνοθέτη Καραντινό, το γλύπτη Τόμπρο και το ζωγράφο Παπαλουκά το περιοδικό Τρίτο Μάτι, μηνιαία επιθεώρηση τέχνης, που παρουσίαζε έργα και καλλιτέχνες, καθώς και λογοτεχνικά κείμενα. Εκείνη την εποχή συνδέεται με το κίνημα της ελληνικότητας και τη γενιά του '30, γενιά καλλιτεχνών που δημιουργούν στις δεκαετίες 1930, 1940, και προσπαθούν να συνδυάσουν στα έργα τους τα στοιχεία της ελληνικής παράδοσης με τα επιτεύγματα της σύγχρονης ευρωπαϊκής τέχνης. Στον πυρήνα αυτού του κινήματος βρισκόταν ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας μαζί με τον Τσαρούχη, τον Εγγονόπουλο και τον Μόραλη. Το 1941 ο Γκίκας εκλέγεται καθηγητής της Αρχιτεκτονικής σχολής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου όπου διδάσκει έως το 1958. Το 1973 εκλέγεται στη μία από τις δύο έδρες Ζωγραφικής στην Ακαδημία Αθηνών και την ίδια χρονιά είναι ο πρώτος εν ζωή καλλιτέχνης που εκθέτει έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ασχολήθηκε με την οργάνωση της Πινακοθήκης Γκίκα στο σπίτι της οδού Κριεζώτου, την οποία δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη. Πέθανε το 1994 στην Αθήνα.
Το έργο του
Ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας ήταν πολύπλευρος καλλιτέχνης. Ζωγράφος αλλά και γλύπτης, χαράκτης, συγγραφέας, δοκιμιογράφος και σκηνογράφος. Ήταν επίσης μελετητής της αρχαίας και της βυζαντινής τέχνης, αλλά και της λαϊκής παράδοσης, λάτρης της ελληνικής φύσης, του τοπίου, του φωτός, ενώ είχε πάντα επαφή με τα ευρωπαϊκά και πρωτοποριακά ρεύματα της τέχνης, και κυρίως με τον κυβισμό, του οποίου θεωρήθηκε ο κυριότερος Έλληνας εκπρόσωπος.
Μέσα από τα ζωγραφικά του έργα αναζητούσε την αρμονία, το μέτρο και την καθαρότητα που χαρακτηρίζει την ελληνική τέχνη, γι' αυτό και στράφηκε προς τον κυβισμό, στην αυστηρή γεωμετρία του οποίου έβρισκαν απάντηση οι ανησυχίες του. Τον ενδιέφερε επίσης πολύ η απόδοση των όγκων και των επιπέδων των τοπίων, όπως διαμορφώνονταν κάτω από το έντονο ελληνικό φως, καθώς και η απόδοση των χρωμάτων τα οποία θυμίζουν το φοβισμό.
Κατά τη δεκαετία του '30 τα έργα του, όπως το Σύνθεση με ρυθμικά αντικείμενα του 1935, είναι πολύ επηρεασμένα από τον κυβισμό. Στα τέλη της δεκαετίας αυτής, οι πίνακές του χαρακτηρίζονται από μια γόνιμη ελληνικότητα στην οποία φτάνει μέσα από τα τοπία της Ύδρας. Το άπλετο φως του νησιού, η γεωμετρία της αρχιτεκτονικής του, η αρμονία του τοπίου του πλούτισαν τη ζωγραφική του. Τα στοιχεία αυτά τα συνδύασε με τις τεχνικές και τις κατακτήσεις του κυβισμού και το αποτέλεσμα ήταν ένα κράμα ελληνικού και ευρωπαϊκού πνεύματος. Χαρακτηριστικοί πίνακες της περιόδου: το Μεγάλο Τοπίο της Ύδρας και το Ταράτσες στην Ύδρα, του 1938. Μετά τον πόλεμο, το έργο του έχει φτάσει στην κορύφωσή του. Στη δεκαετία του '50 προχωράει σε μεγαλύτερη αφαίρεση και στη συνέχεια προστίθεται στα έργα του μια συμβολιστική διάθεση, όπως στο Genii Loci του 1970, και ο έντονος κυβισμός υποχωρεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου