Τραγωδία του Αισχύλου από τις σωζόμενες. Διδάχτηκε την άνοιξη του 467 π.Χ. Αποτελούσε το τρίτο δράμα μιας τριλογίας. Τα άλλα δύο ήταν ο "Λάιος" και ο "Οιδίπους", που δε μας σώθηκαν, όπως επίσης δε σώθηκε και το σατυρικό δράμα "Σφιγξ", που συμπλήρωνε την τριλογία. Από μερικούς η τετραλογία αυτή ονομάστηκε "Οιδιπόδεια", γιατί οι μύθοι των δραμάτων αναφέρονται στη ζωή του Οιδίποδα και της οικογένειάς του. Οι "Επτά επί Θήβας" συγκεκριμένα αναφέρονται στην πολιορκία των Θηβών από τον εξόριστο γιο του Οιδίποδα Πολυνείκη και από τους Αργείους στρατηγούς που του συμπαραστάθηκαν στην εκστρατεία, στη μάχη και στον αλληλοσκοτωμό των δύο αδελφών.
Πρόσωπα – Σκηνή
Τα πρόσωπα της τραγωδίας είναι: ο Ετεοκλής (βασιλιάς της Θήβας), ο αγγελιαφόρος κατάσκοπος, χορός παρθένων, η Ισμήνη, η Αντιγόνη, ο κήρυκας. Το δράμα ξετυλίγεται στη Θήβα, μπροστά στην Καδμεία ακρόπολη. Η σκηνή στο βάθος παριστάνει τα ανάκτορα. Μπροστά σ` αυτά βρίσκονται τα αγάλματα του Δία, του Άρη και της Αφροδίτης, όπως μαθαίνουμε από την πάροδο.
Υπόθεση
Όταν πέθανε ο βασιλιάς της Θήβας Οιδίποδας, τα παιδιά του Ετεοκλής και Πολυνείκης συμφώνησαν να εναλλάσσονται στη βασιλεία χρόνο με το χρόνο. Πρώτος ανέβηκε στο θρόνο ο Ετεοκλής, αλλά με τη λήξη της ετήσιας θητείας του αρνήθηκε να παραδώσει την εξουσία στον αδελφό του. Έφυγε λοιπόν ο αδικημένος Πολυνείκης από τη χώρα, ξεσήκωσε άλλους έξι βασιλιάδες και οι επτά μαζί ήρθαν να χτυπήσουν στη Θήβα τον Ετεοκλή. Η επίθεσή τους ήταν τρομερή. Εκφράστηκαν όμως με ασέβεια για τα ιερά και γι` αυτό τιμωρήθηκαν. Σκοτώθηκαν όλοι και μαζί τους τα δύο αδέλφια. Οι δύο αδελφές τους, Αντιγόνη και Ισμήνη, μένουν τώρα ολομόναχες στον κόσμο και θρηνούν την μοίρα τους. Η Θήβα σώθηκε από την καταστροφή. Οι νέοι όμως άρχοντες διατάζουν να ταφεί ο Ετεοκλής σαν υπερασπιστής της πατρίδας του και να μείνει άταφος ο Πολυνείκης, επειδή έστρεψε τα όπλα εναντίον της πατρίδας του.
Η Αντιγόνη όμως, που εμπνέεται από ευγενικά και φιλάδελφα αισθήματα, δε δέχεται την ατίμωση του Πολυνείκη και αποφασίζει να τον θάψει, έστω και με κίνδυνο της ζωής της. Ο χορός διχάζεται. Το ένα ημιχόριο πηγαίνει με το μέρος της Αντιγόνης, ενώ το άλλο μένει πιστό στο νόμο.
Ανάλυση
Πρόλογος (στίχ. 1-77)
Ο ήρωας της τραγωδίας Ετεοκλής προλογίζοντας καθησυχάζει τους φοβισμένους πολίτες της Θήβας και τους παρακινεί στο καθήκον. Έπειτα εμφανίζεται ο αγγελιαφόρος, που είχε σταλεί να κατασκοπεύσει τους εχθρούς, και με πολύ φοβερούς χαρακτηρισμούς διηγείται την ορμητικότητα και τη θρασύτητά τους. Ο Ετεοκλής εύχεται να προστατεύσουν οι θεοί την πόλη και αποχωρεί από τη σκηνή.
Πάροδος (στίχ. 78-180)
Στην άδεια σκηνή μπαίνει ο χορός των Θηβαίων γυναικών, οι οποίες φοβισμένες προσεύχονται και ζητούν από τους θεούς να σώσουν την πόλη.
Επεισόδιο Α΄ (στίχ. 181-286)
Επιστρέφει ο Ετεοκλής και επιπλήττει τις γυναίκες του χορού, γιατί αποθαρρύνουν με τη συμπεριφορά τους τους πολεμιστές. Ακολουθεί ένας ζωηρός διάλογος μεταξύ του Ετεοκλή και του χορού, στον οποίο προβάλλεται η δραστηριότητα του βασιλιά, καθώς αυτή έρχεται σε αντίθεση με την παθητικότητα των γυναικών. Ύστερα από αυτά αποχωρεί και πάλι ο Ετεοκλής.
Στάσιμο Α΄ (στίχ. 287-369)
Ο χορός θέλει να υπακούσει στη θέληση του άρχοντα για θάρρος και εγκαρτέρηση, μα δεν μπορεί. Ο φόβος είναι μεγαλύτερος από τα ενθαρρυντικά λόγια. Αναλογίζεται τις συνέπειες της ήττας και απαριθμεί τα δεινά της.
Επεισόδιο Β΄ (στίχ. 370-719)
Τρέχοντας μπαίνει στη σκηνή ο αγγελιαφόρος, ενώ από το αντίθετο μέρος έρχεται ο Ετεοκλής και προχωρεί βιαστικά προς αυτόν. Η πρώτη σκηνή (στίχ. 370-663) αποτελεί τον πυρήνα της τραγωδίας και περιέχει την περιγραφή των επτά αρχηγών των Αργείων και των επτά Θηβαίων στρατηγών, που ταγμένοι μπροστά στις επτά πύλες της πόλης είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τους αντιπάλους τους. Ο Ετεοκλής διαλέγει την έβδομη πύλη, επειδή έμαθε από τον αγγελιαφόρο ότι εκεί τάχτηκε ο αδελφός του Πολυνείκης. Στο σημείο αυτό κορυφώνεται το πάθος, γιατί οι γυναίκες του χορού παρακαλούν τον Ετεοκλή να μην αγωνιστεί εναντίον του αδελφού του και δημιουργηθεί αιώνιο μίασμα. Ο Ετεοκλής όμως είναι ανένδοτος και φεύγει τρέχοντας για τον πόλεμο, αν και γνωρίζει ότι η κατάρα του Οιδίποδα θα οδηγήσει τους δύο αδελφούς στην καταστροφή.
Στάσιμο Β΄ (στίχ. 720-791)
Όλος μαζί ο χορός τραγουδάει τονίζοντας την αλληλουχία που υπάρχει ανάμεσα στο αμάρτημα και την τιμωρία. Έτσι πετυχαίνεται η εσωτερική συναρμογή και συνοχή της τραγωδίας.
Επεισόδιο Γ΄ (στίχ. 792-831)
Εδώ βρίσκεται η "καταστροφή" του δράματος, η οποία επέρχεται με τον αμοιβαίο φόνο των δύο αδελφών. Την είδηση τη φέρνει ο αγγελιαφόρος, ο οποίος προσθέτει ότι η πόλη σώθηκε από τον κίνδυνο, γιατί νίκησαν οι Θηβαίοι στη μάχη.
Στάσιμο Γ΄ (στίχ. 832-960)
Ο χορός θρηνεί το άθλιο τέλος των δύο αδελφών, με το οποίο ξεπληρώθηκε η κατάρα του Οιδίποδα. Τα πτώματα των σκοτωμένων αδελφών φέρονται στη σκηνή, όπου έρχονται οι δύο αδελφές τους, Αντιγόνη και Ισμήνη, και τους θρηνούν.
Κομμός (961-1004)
Διαλογικός νεκρικός θρήνος, που μερικά χειρόγραφα τον αποδίδουν στις δύο αδελφές, ενώ άλλα στις κορυφαίες των ημιχορίων. Το τελευταίο φαίνεται και πιο σωστό.
Έξοδος (στίχ. 1005-1078)
Εμφανίζεται ο κήρυκας και αναγγέλλει την απόφαση των προβούλων της πόλης, σύμφωνα με την οποία ο νεκρός του Πολυνείκη θα παραμείνει άταφος, επειδή έστρεψε τα όπλα εναντίον της πατρίδας. Η Αντιγόνη όμως, που στηρίζεται στο δίκαιο της συγγένειας, επαναστατεί και δηλώνει ότι, αδιαφορώντας προς τους κινδύνους, θα θάψει το πτώμα του αδελφού της. Τέλος ο χορός διαιρείται σε δύο ημιχόρια, το καθένα από τα οποία εκφράζει και διαφορετική γνώμη για την ταφή του νεκρού.
Χαρακτήρας του δράματος
"Μεστόν Άρης", δηλ. πολεμικότατο, χαρακτήρισαν το δράμα αυτό οι αρχαίοι. Πραγματικά παρουσιάζει το φλογερό ενθουσιασμό του ατρόμητου τραγικού για τον πόλεμο. Οι χαρακτήρες των προσώπων είναι άκαμπτοι και τραχείς και κατακόρυφο του δράματος αποτελεί η σύγκρουση και ο αλληλοσκοτωμός των δύο αδελφών. Γι` αυτό ο σοφιστής Γοργίας είπε χαρακτηριστικά πως εδώ τον ποιητή δεν τον ενέπνευσε ο θεός Διόνυσος, όπως στα άλλα έργα του, αλλά ο θεός του πολέμου Άρης. Η διαπίστωση όμως αυτή κάνει ακόμα πιο αξιοθαύμαστη την τέχνη του Αισχύλου. Γιατί, αν και η πολεμική υπόθεση δεν είναι εύκολο να παρουσιαστεί στο θέατρο για λόγους τεχνικούς, παρ` όλα αυτά ο ποιητής κατόρθωσε με τη μεγάλη του τέχνη να παρακάμψει τις δυσκολίες και να μεταβάλει το δράμα, χωρίς καλά - καλά να το καταλάβει ο θεατής, σε επική διήγηση, διατηρώντας ταυτόχρονα ανέπαφα και τα στοιχεία που συνθέτουν το δράμα, δηλ. τη ζωντάνια, τη δύναμη στην περιγραφή, τον "έλεον" και τον "φόβον", στοιχεία που ταιριάζουν στην αγριότητα μιας τέτοιας υπόθεσης.
Ιδέες
Κύρια ιδέα του δράματος είναι η ακατάσχετη δύναμη της Ερινύας (της πατρικής κατάρας), η οποία με τον αλληλοσκοτωμό των δύο αδελφών επιφέρει τον όλεθρο ολόκληρου του γένους των Λαβδακιδών. Στην τραγωδία όμως αυτή διαφαίνονται και οι πολιτικές αντιλήψεις του Αισχύλου. Σε ένα στίχο, όταν μιλά για τον Αμφιάραο, λέει "δε θέλει να φαίνεται μονάχα δίκαιος, αλλά και να είναι τέτοιος". Με το στίχο αυτόν υπαινίσσεται τον Αριστείδη, στον οποίο ταιριάζει περισσότερο από κάθε άλλον η αρετή αυτή και τον οποίο εκτιμούσε ιδιαίτερα ο Αισχύλος, σαν αριστοκρατικός που ήταν.
Αξία
Η αξία του έργου φαίνεται και από το γεγονός ότι η τετραλογία, στην οποία ανήκει, πήρε το πρώτο βραβείο τη χρονιά που διδάχτηκε. Αντίπαλοι του Αισχύλου στον αγώνα αυτό ήταν ο Αριστίας, που ήρθε δεύτερος με τα δράματά του: "Περσεύς", "Τάνταλος", "Παλαισταί" και ο Πολυφράδμονας, που ήρθε τρίτος με την τετραλογία "Λυκουργεία". Οι δύο ανταγωνιστές του ήταν παιδιά των παλαιών του αντιπάλων, του Πρατίνα ο ένας και του Χοιρίλου ο άλλος.
Ειδικότερα στους "Επτά επί Θήβας" επαινείται ο διάλογος, που κατασκευάζει ο ποιητής για τη διήγηση της περιγραφής των ασπίδων των πολιορκητών, και έτσι αποφεύγει τη μονοτονία της μακράς διήγησης, καθώς επίσης και η συγκρότηση του χορού όχι από γέροντες Θηβαίους, αλλά από νεάνιδες, γιατί έτσι δημιουργείται ισχυρή αντίθεση ανάμεσα στη σκληρότητα των πολεμιστών και την τρυφερότητα των παρθένων.
Πηγή: LivePedia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου