23/4/10

Το σχολείο και η γοητεία της δικτύωσης

Όπως χαρακτηριστικά έχει υποστηριχθεί, «τα δίκτυα είναι κλίνες δοκιμών για τη μη-δέσμευση, αόρατοι χώροι, κοινωνικά σύννεφα...»

Γιώργος Μαυρογιώργος*

Σε όλες τις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προωθείται η δημιουργία ευρωπαϊκών δικτύων ερευνητικών κέντρων, εκπαιδευτικών μονάδων, σχολικών συμπράξεων κ.ά. Τα δίκτυα αυτά, σε επίπεδο ρητορικής, έχουν ως στόχο τη συνεργασία, την αλληλεγγύη, την ανταλλαγή εμπειριών, τη σφυρηλάτηση ενιαίου προσανατολισμού, την αξιοποίηση των γνώσεων, την ανάδειξη «καλών πρακτικών» κ.ά. Το «ψηφιακό» σχολείο συνδέεται ιδιαίτερα με την προώθηση των εκπαιδευτικών δικτύων. Ο παγκόσμιος ηλεκτρονικός ιστός προσφέρεται για μια εξ αποστάσεως δικτύωση στο διαδίκτυο. Μερικοί δε διστάζουν να μιλούν για «εκπαιδευτικές κοινότητες». Πρόκειται για μια εξέλιξη με εκρηκτικούς δείκτες εξάπλωσης και διάδοσης. Όσο γρήγοροι είναι οι ρυθμοί με τους οποίους εξοικειωνόμαστε και γοητευόμαστε με αυτές τις εξελίξεις άλλο τόσο αργούμε να τις κατανοούμε. Η ταχύτητα της διείσδυσης και της εξάπλωσής τους μας εμπλέκει, έτσι, σε νέες μορφές εξουσίας.
Το διαδίκτυο, αν και αρχικά σχεδιάστηκε για στρατιωτικούς λόγους ως σύστημα επικοινωνίας με υψηλούς δείκτες ασφάλειας, έχει εξελιχθεί σε μια μορφή επικοινωνίας που συνδυάζει τη γραφή, την εικόνα και τον ήχο και υπόσχεται μεγαλύτερη ελευθερία έκφρασης. Πρέπει να επισημάνουμε, ωστόσο, ότι η ηλεκτρονική επικοινωνία, η συμμετοχή, ο αποκλεισμός, οι ανταλλαγές και οι σχέσεις διαμορφώνονται από απόσταση, με αποτέλεσμα να είναι εκτεθειμένες στην άσκηση δυσδιάκριτου κοινωνικού ελέγχου.

Υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις ότι τα τεχνολογικά δίκτυα δε φαίνεται να είναι ικανά να προωθούν την ενεργό συμμετοχή, δεσμεύσεις ή την ουσιαστική δημοκρατία. Όπως χαρακτηριστικά έχει υποστηριχθεί, «τα δίκτυα είναι κλίνες δοκιμών για τη μη-δέσμευση, αόρατοι χώροι, κοινωνικά σύννεφα...».
Δε γνωρίζουμε πολλά για τους τρόπους, τις διαδικασίες και τους όρους κάτω από τους οποίους συγκροτούνται. Παρόλα αυτά, τα δίκτυα στην εκπαίδευση προβάλλονται ως ένας από τους κυρίαρχους τρόπους οργάνωσης και προώθησης της καινοτομίας. Η ανθρώπινη οργάνωση φαίνεται πως προσφέρεται για την ανάπτυξη κοινωνικών δικτύων.
Είναι γνωστά ορισμένα εκπαιδευτικά δίκτυα. Στο Ηνωμένο Βασίλειο διαμορφώνονται π.χ. Δικτυωμένες Κοινότητες Μάθησης. Ομάδες διευθυντών αναζητούν πηγές χρηματοδότησης για τη συγκρότηση σχολικών κοινοτήτων, με σκοπό την επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού προσωπικού. Με τη χρηματοδότηση που εξασφαλίζουν μπορούν να «αγοράζουν» τεχνογνωσία ώστε οι εκπαιδευτικοί να αναπτύσσουν «καλές πρακτικές» με βασικό κριτήριο το «τι λειτουργεί αποδοτικά», ώστε να παραχθούν πρότυπα για τυποποίηση. Όπως γίνεται φανερό, πρόκειται για μια δικτύωση που διαμορφώνεται «από τα πάνω» και προσδιορίζεται από την κυρίαρχη κουλτούρα της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας. Τα όρια της συμβολής των συγκεκριμένων Δικτυωμένων Σχολικών Κοινοτήτων προσδιορίζονται από μια βασική αντίφαση: την ίδια στιγμή που, στην Αγγλία, τα σχολεία είναι άκρως ανταγωνιστικά για την προσέλκυση μαθητών, καλούνται σε συνεργασία και ανταλλαγή εμπειριών και ιδεών με «κοινό στόχο» την αύξηση της αποδοτικότητας των εκπαιδευτικών!
Μια άλλη μορφή δικτύωσης είναι οι διακρατικές συμπράξεις και τα διακρατικά εκπαιδευτικά Δίκτυα που προωθούνται στο Κοινοτικό Πρόγραμμα «Σωκράτης». Η πρώτη προτεραιότητα του Comenius ήταν η σύσταση και ανάπτυξη δικτύων στα οποία να συμμετέχουν όλοι οι τύποι σχολείων και διάφορες επιχειρήσεις. Είναι σαφές ότι η ανάπτυξη των δικτύων συνιστά μια απόπειρα για προώθηση άτυπων μορφών ενδιάμεσης και μικρής κλίμακας εναρμόνισης προς τις κατευθύνσεις μιας ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής, με νεοφιλελεύθερο προσανατολισμό.
Η προώθηση της ιδέας των εκπαιδευτικών δικτύων δε συντελείται σε κοινωνικό κενό. Σε μια εποχή που μόνο βραχυπρόθεσμους σχεδιασμούς μπορούμε να έχουμε και όπου οι συνεχείς αλλαγές χαρακτηρίζουν τη γνωστική βάση της κοινωνίας, έχουμε ενδείξεις ότι η παιδαγωγική αξιοποιείται και επιστρατεύεται σε όλες τις δυνατές πτυχές της κοινωνικής ζωής. Ίσως εδώ έχουμε απήχηση της όλης ανάλυσης που έκανε ο Bernstein όταν μιλούσε για «Καθολικά Παιδαγωγημένη Κοινωνία» .Πρόκειται για μια στρατηγική ρύθμισης και εξαγοράς της νομιμοποίησης, ώστε η αβεβαιότητα, το ρίσκο και η ανασφάλεια να γίνουν αποδεκτά ως δομικά και αναπόφευκτα στοιχεία της νέας κοινωνικής πραγματικότητας, που έχει διαμορφωθεί ως αποτέλεσμα και των πολιτικών απορρύθμισης. Ο σύγχρονος καπιταλισμός υπαγορεύει ένα τύπο παιδαγωγικού λόγου που να αποσύρει κοινωνικές σταθερές και δεσμεύσεις. Έτσι, έχουμε διάφορες στρατηγικές που προτείνουν νέες παιδαγωγικές εφαρμογές. Πολλές απ΄ αυτές συγκροτούνται με την εισαγωγή των ΤΠΕ στην Εκπαίδευση και, κυρίως, με την πρόταση της δικτύωσης.
Αν και η έννοια του δικτύου υπαινίσσεται την ισοτιμία στη συνεργασία, στην πραγματικότητα, ευνοείται η αναπαραγωγή ανισοτήτων στο εσωτερικό ενός δικτύου αλλά και μεταξύ δικτύων. Όταν διερευνά κανείς τη λειτουργία των δικτύων, δεν μπορεί να παρακάμψει την ύπαρξη συγκρούσεων και ασύμμετρων σχέσεων εξουσίας στο εσωτερικό τους. Τα δίκτυα, συνήθως, τυποποιούνται και οι εξουσίες που εγκαθίστανται νομιμοποιούνται για να καθορίζουν με τη σειρά τους το μέτρο για το τι είναι να είσαι εταίρος.
Το πρόβλημα με τα δίκτυα είναι ότι απ΄ τη μια μπορούν να αξιοποιηθούν ως μέσο προώθησης της συνοχής και απ΄ την άλλη μπορούν να εξελιχθούν σε διαδικασία διαφοροποιήσεων και διακρίσεων και ανάμεσα σε φορείς και ανάμεσα σε χώρες-μέλη της ΕΕ. Ένας τέτοιος δείκτης είναι η πυκνότητα δικτύων που υπάρχουν από χώρα σε χώρα. Υπάρχουν ενδείξεις που μας επιτρέπουν να ισχυριστούμε ότι η συγκρότηση των ευρωπαϊκών σχολικών δικτύων προσδιορίζεται και από διακρατικές και από ενδοκρατικές εκπαιδευτικές ανισότητες. Απ΄ αυτήν την άποψη, η υπόθεση που μπορούμε να κάνουμε είναι ότι η λειτουργία και η κατανομή των δικτύων επιτείνει τις ανισότητες μεταξύ των εκπαιδευτικών μονάδων κάθε χώρας, μεταξύ εκπαιδευτικών περιφερειών και εκπαιδευτικών συστημάτων χωρών-μελών. Οι εκπαιδευτικές μονάδες με συγκριτικά πλεονεκτήματα ευνοούνται.
Αν λάβουμε υπόψη ότι αυτές οι συμπράξεις και τα δίκτυα δεν προϋποθέτουν την ουσιαστική συμμετοχή συλλογικών φορέων (εκπαιδευτικών, μαθητών, γονέων) και διαδικασίες συλλογικών αποφάσεων, μάλλον έχουμε και ενδείξεις υποχώρησης παρά δείκτες διεύρυνσης της δημοκρατίας. Έτσι, μπορούμε να επισημάνουμε και τη μετατόπιση, στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης, της άσκησης ελέγχου. Με την ανάπτυξη των δικτύων συνεργασίας η άσκηση ελέγχου προωθείται με συντονισμό από τα κάτω, με απώτερο στόχο τη «συνεργασία για τον ανταγωνισμό». Όπως εύστοχα έχει επισημανθεί, στην καρδιά των δικτύων «βρίσκεται ο αποκομμένος και ανέστιος εκπαιδευτικός, ο οποίος στερείται συνδικαλιστικής αντιπροσώπευσης». Στην Ελλάδα υλοποιήθηκε μια εκπαιδευτική δράση δικτύωσης σχολείων με τον ενδεικτικό τίτλο «Ασκοί του Αιόλου»! Προφανώς, εκείνοι που εμπνεύστηκαν τους σχετικούς τίτλους των προγραμμάτων αυτών, όπως και άλλων ( π.χ. «Σειρήνες», «Κίρκη», «Ναυσικά»), να είχαν σαφή επίγνωση των σχετικών συμβολισμών.

Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και Μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΥΠΠ Κύπρου

Πηγή: Πολίτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου