17/6/10

Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων - Σαρώνουν τα πάντα στην εκπαίδευση

 Γιούλα Γκεσούλη

Πολιτική σοκ και δέους σε όλα τα επίπεδα. Αρμαγεδών και στην Παιδεία. Μέσα στην αναμπουμπούλα κι ενώ η προσοχή του κόσμου είναι στραμμένη στα σκληρά οικονομικά μέτρα και στην κατεδάφιση της κοινωνικής ασφάλισης, στο υπουργείο Παιδείας προετοιμάζουν σαρωτική επίθεση, με κατεύθυνση Βρυξελλών. Νέο στοιχείο αυτής της σαρωτικής επίθεσης είναι το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων, το οποίο δόθηκε στη «δημόσια διαβούλευση», ώστε μέσα στο 2010-2011 να συγκροτηθεί σε αντιστοίχηση με το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή σύσταση.

Η Διαμαντοπούλου μας το είπε καθαρά: «Η δημιουργία του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων είναι μια μεγάλη ευκαιρία να απαγκιστρωθούμε από αγκυλώσεις του παρελθόντος». Και ποιες είναι αυτές οι «αγκυλώσεις»; Ο,τι θεωρούσαμε ως τώρα Παιδεία και μόρφωση. Και δη στο ουμανιστικό της σκέλος, αλλά και σε οργανωμένες κρατικές εκπαιδευτικές δομές. Εδώ και καιρό, βέβαια, οι γκρίζες ζώνες γύρω απ’ ό,τι αποκαλείται Παιδεία μεγαλώνουν και τα όρια μεταξύ Παιδείας και κατάρτισης γίνονται δυσδιάκριτα. Θριαμβεύει η αγοραία άποψη.
Χρήσιμο είναι μόνο ό,τι μπορεί να πουληθεί, ό,τι έχει αντίκρισμα στην καπιταλιστική αγορά. Η μόρφωση είναι υπόθεση ατομικής ευθύνης, όποιος θέλει να την κατακτήσει ας πληρώσει. Η κρατική εκπαίδευση οφείλει να προσφέρει μόνο δεξιότητες χρήσιμες για την αγορά εργασίας. Και μάλιστα δεξιότητες που δεν εγείρουν απαιτήσεις καλής πληρωμής και αξιοπρεπών όρων δουλειάς. Εξ ου και η έννοια της επανακατάρτισης, δηλαδή της συμπλήρωσης των δεξιοτήτων, έτσι που να ανταποκρίνονται σε νέες ανάγκες της αγοράς. Βρέθηκε, μάλιστα, και νέος βαρύγδουπος τίτλος. Βαφτίστηκε Διά Βίου Μάθηση (ΔΒΜ). Καμιά σχέση δεν έχει η ΔΒΜ με αυτό που φαντάζεται ίσως κάποιος αδαής. Δεν εξυπηρετεί το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να μορφώνεται διαρκώς, να κατακτά τα επιτεύγματα της επιστήμης, του πολιτισμού, των κοινωνικών επιστημών. Αντίθετα, έχει να κάνει με την αμορφωσιά, με τη διαιώνιση δηλαδή της δημιουργίας μισομορφωμένων-μισοειδικευμένων ανθρώπων μιας χρήσης, οι οποίοι έχουν αποδεχτεί ότι δεν θα έχουν εξασφαλισμένη εργασία και εργασιακά δικαιώματα και ότι για να επιβιώσουν πρέπει να αλλάζουν συνεχώς επάγγελμα (εδώ υποτίθεται ότι βοηθά η επανακατάρτιση), με τα μεσοδιαστήματα που ξεπετάγονται στο καναβάτσο της ανεργίας να γίνονται όλο και μεγαλύτερα. Η ιστορία των προγραμμάτων κατάρτισης στην Ελλάδα έχει κάνει σκόνη, βέβαια, τις θεωρίες της εύρεσης νέας εργασίας μέσω της επανακατάρτισης. Σχετική έρευνα της ΜΕΤΡΟΝ ΑΝΑΛΥΣΙΣ που έγινε στο παρελθόν για λογαριασμό του υπουργείου Εργασίας, απέδειξε ότι κανένα ρόλο δεν έπαιξαν τα προγράμματα αυτά στην αύξηση της απασχόλησης. Παρόλ’ αυτά στηρίζονταν αποφασιστικά από όλες τις κυβερνήσεις γιατί λειτουργούσαν ως μηχανισμός απόκρυψης της ανεργίας. Γι’ αυτό και σήμερα, εν αναμονή γιγάντωσης των ποσοστών ανεργίας, λόγω της κατάργησης των stage (που επίσης λειτουργούσαν ως τέτοιος μηχανισμός), της υιοθέτησης της πολιτικής των λιγοστών προσλήψεων και των μαζικών απολύσεων, τα προγράμματα επανακατάρτισης έχουν την τιμητική τους.

Ιστορική αναδρομή
Υπηρετώντας τους παραπάνω στόχους -την απόκτηση φθηνών «γνώσεων» και δεξιοτήτων μιας χρήσης, σύμφωνα με τις τρέχουσες ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς και την με ταχυδακτυλουργικό τρόπο μείωση του ποσοστού της ανεργίας- η ΕΕ θεωρεί «εδώ και δυο περίπου δεκαετίες τη διά βίου μάθηση καίριο πολιτικό διακύβευμα». Το 2000 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας απαίτησε από τα κράτη μέλη τη δρομολόγηση πολιτικών που θα εξασφαλίζουν «μεγαλύτερη διαφάνεια στα προσόντα (πτυχία, διπλώματα, πιστοποιητικά) και … ενίσχυση της διά βίου μάθησης». Ως γνωστόν, η «διαφάνεια στα πτυχία» οδήγησε στις συμφωνίες της Μπολόνια, του Βερολίνου και του Μπέργκεν, που απαιτούσαν το σπάσιμο των πανεπιστημιακών σπουδών σε κύκλους, εκ των οποίων ο πρώτος (προπτυχιακός), που αφορά στη συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών, ορίζεται να είναι μόνο τριετής και τον καθορισμό τους με βάση τις πιστωτικές μονάδες (που συλλέγονται μέσα από ατομικές διαδρομές) και όχι την ενότητα της επιστήμης. Στο Μπέργκεν συμφωνήθηκε η θέσπιση ενός γενικού πλαισίου για τα αντίστοιχα προσόντα. Το πλαίσιο αυτό περιλαμβάνει περιγραφικούς δείκτες, βασιζόμενους στα «μαθησιακά αποτελέσματα για τους τρεις κύκλους της ανώτατης εκπαίδευσης και εισάγει όρια πιστωτικών (ακαδημαϊκών) μονάδων για τον πρώτο και το δεύτερο κύκλο». Επιπλέον, οι αρμόδιοι υπουργοί δεσμεύτηκαν να διαμορφώσουν εθνικά πλαίσια προσόντων για την ανώτατη εκπαίδευση ως το 2010. Σε συνέχεια της Μπολόνια, που προέβλεπε οι πιστωτικές μονάδες να μπορούν να συλλέγονται και από συστήματα εκπαίδευσης εκτός του πλαισίου της ανώτατης εκπαίδευσης, συμπεριλαμβανομένων και των συστημάτων διά βίου εκπαίδευσης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης, το 2002, κάλεσε τα κράτη μέλη «να ενθαρρύνουν τη συνεργασία και να χτίσουν γέφυρες μεταξύ της τυπικής, της μη-τυπικής και της άτυπης μάθησης». Το 2007 η διά βίου μάθηση καθιερώνεται ως «κεντρικός άξονας κάθε στρατηγικής, πολιτικής και δράσης στον τομέα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης».
Οδοστρωτήρας στην Παιδεία
Ετσι, λοιπόν, φθάσαμε σήμερα στη χυδαία άποψη να θεωρείται «στόχος του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων η συνολική θεώρηση της μάθησης, με έμφαση στα αποτελέσματα των μαθησιακών δραστηριοτήτων (εκροές), ανεξαρτήτως του τρόπου με τον οποίο αποκτήθηκαν». «Ριζοσπαστική αλλαγή» θεωρεί τον «προσανατολισμό στο αποτέλεσμα της μάθησης» η ευρωπαιόδουλη τεχνοκράτισσα Διαμαντοπούλου, που «απαιτεί αλλαγή σκέψης και προσέγγισης της εκπαιδευτικής διαδικασίας και απομάκρυνση από το ‘’φορεοκεντρικό’’ μοντέλο εκπαίδευσης». Ενώ δε διστάζει να δηλώσει προκλητικά: «Δεν ενδιαφερόμαστε για τις ετικέτες. Το πώς αυτοπροσδιορίζεται ένας εκπαιδευτικός φορέας στις βεβαιώσεις ή στους τίτλους σπουδών που διανέμει δεν ενδιαφέρει». Είναι τόσος ο οίστρος της που δε διστάζει να φτύσει κατάμουτρα και τα Πανεπιστήμια –και μάλιστα την πανεπιστημιακή κάστα– λέγοντας ότι «κάποιες εκπαιδευτικές βαθμίδες (ειδικά η Ανώτατη Εκπαίδευση) θεωρούν ότι το Πλαίσιο Προσόντων θέτει σε αμφισβήτηση την πρωτοκαθεδρία τους στα υψηλότερα επίπεδα ως αποτέλεσμα της ενίσχυσης της διαπερατότητας και του προσανατολισμού στο αποτέλεσμα της μαθησιακής δραστηριότητας».

Απαξιώνεται, λοιπόν, πλήρως η ουσία της εκπαίδευσης που βρίσκεται πίσω από ένα πτυχίο και δηλώνεται απροκάλυπτα ότι για το μόνο που νοιάζεται το ευρωπαϊκό και ντόπιο κεφάλαιο είναι η απόκτηση βασικών δεξιοτήτων, που θα καθιστούν εφικτό το μέγιστο βαθμό εκμετάλλευσης των «απασχολήσιμων» και την ελεύθερη (καταναγκαστική στην ουσία, λόγω της οικονομικής ανέχειας και της ανεργίας) διακίνησή τους. Ας θυμηθού-με εδώ ότι με το ίδιο σκεπτικό το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είχε καταδικάσει την Ελλάδα για τη μη ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας για τα επαγγελματικά δικαιώματα, που οδηγεί στην αναγνώριση των κολεγίων ως ιδιωτικών πανεπιστημίων.

Στο όνομα της συγκρότησης του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων, με το οποίο «όλες οι μορφές τυπικής, μη-τυπικής και άτυπης μάθησης όλων των βαθμίδων συσχετίζονται μεταξύ τους και τα αποτελέσματά τους αναγνωρίζονται και κατατάσσονται σε 8 επίπεδα» σε αντιστοίχηση με το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο, Παιδεία και επαγγελματική κατάρτιση μπαίνουν σ’ ένα γουδί και πολτοποιούνται από κοινού. Σ’ ένα τσουβάλι μπαίνουν τα πανεπιστημιακά πτυχία και τα «πτυχία» από κάθε είδους κερδοφόρα μαγαζιά, που δραστηριοποιούνται στον τομέα της «μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης» (π.χ. κολέγια που συνεργάζονται με πανεπιστήμια του εξωτερικού), τα πτυχία που αποκτιούνται από τις τυπικές δομές της εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων και τα παντός είδους πιστοποιητικά και βεβαιώσεις που αποχτιούνται από τη φάμπρικα των γνωστών «σεμιναρίων» και «επιμορφώσεων», αφού θα προσφέρουν πιστωτικές μονάδες. Μηχανισμό «πλυντηρίου» γι’ αυτές τις μονάδες, που θα τους προσδίδουν εγκυρότητα και αξία θα αποτελούν οι δομές «πιστοποίησης» και «αξιολόγησης». Το παράδειγμα που έδωσε η υπουργός Παιδείας ήταν άκρως διαφωτιστικό: Μαθήματα ελληνικής ιστορίας και Πολιτισμού σε ένα Κέντρο Εκπαίδευσης Ενηλίκων, διπλώματα ΙΕΚ, επιμορφωτικά σεμινάρια π.χ. για νέες μεθόδους βιολογικής καλλιέργειας, βεβαιώσεις σπουδών από Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών, ΚΕΚ κ.λπ. όλα θα μπαίνουν στο τσουβάλι, όλα θα προσμετρώνται.
 

Είναι κατανοητό ότι η εξέλιξη αυτή θα ισοπεδώσει την εκπαίδευση, αφού απαξιώνει την αναγκαιότητα της ολόπλευρης μόρφωσης και επιβραβεύει στην ουσία την αμορφωσιά. Παράλληλα διευκολύνει το κράτος να αποστασιοποιηθεί από τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις του απέναντι στην εργαζόμενη κοινωνία να προσφέρει στη νεολαία της μόρφωση και καθιστά την εκπαίδευση ατομική ευθύνη του καθενός. Η «εκπαιδευτική» διαδρομή ενός εκάστου καθορίζεται εν πολλοίς από τις αντοχές και την τσέπη του. Οσο για τα παραμύθια που λέει η Διαμαντοπούλου ότι δήθεν μόνον έτσι θα αυξηθούν οι δυνατότητες απασχόλησης και οι ευκαιρίες επαγγελματικής ανέλιξης, ο κόσμος πρέπει να τ’ ακούει βερεσέ. Απόδειξη είναι όλο το παρελθόν των προγραμμάτων κατάρτισης και επανακατάρτισης, αλλά και η ίδια η ζώσα πραγματικότητα. Τρανταχτό παράδειγμα η μαζική ανεργία των πτυχιούχων, που κάθε οικογένεια σχεδόν τη βιώνει στο σπίτι της, αλλά και η απασχόλησή τους στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις όχι με τις προϋποθέσεις που απαιτούν οι γνώσεις και το πτυχίο τους (αμοιβή, καθήκοντα), αλλά με μισθούς εξαθλίωσης και εργασία «λάντζας».

Η υπουργός Παιδείας ισχυρίζεται ότι η δημιουργία του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων «είναι μια μεγάλη ευκαιρία για να βάλουμε τάξη στο άναρχο πεδίο των κάθε είδους βεβαιώσεων και πιστοποιητικών από φορείς εκπαίδευσης και κατάρτισης». Εμείς θυμίζουμε ότι τα ίδια ισχυρίζονταν και οι προκάτοχοί της Στυλιανίδης και Σπηλιωτόπουλος, αλλά και η ίδια πριν λίγο καιρό, όταν με πρόσχημα την «τάξη στο άναρχο πεδίο», που οι πολιτικές των κυβερνήσεών τους εξέθρεψαν, νομιμοποίησαν τα «κολέγια», τα ενέταξαν στο υπουργείο Παιδείας και δρομολόγησαν τις διαδικασίες και για την «πανεπιστημιοποίησή» τους, με το σχετικό νόμο Στυλιανίδη και το ΠΔ για την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας που ετοιμάζουν.
Εριδες χωρίς περιεχόμενο
«Πτυχία», λοιπόν, άπειρων ταχυτήτων όσα και οι ατομικές «εκπαιδευτικές διαδρομές». Είναι φανερό ότι μέσα στο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων χωρούν και τα «κολέγια», τα οποία γίνονται από την πίσω πόρτα ιδιωτικά πανεπιστήμια. 

Τα 8 επίπεδά του, κατ’ αντιστοιχία του Ευρωπαϊκού Πλαισίου, περιγράφουν τα «προσόντα» που πρέπει να διαθέτει κανείς για να καταταγεί σε κάποιο από αυτά, φωτογραφίζοντας και την κατάταξη των διαφόρων μορφών εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Η τελική μορφή των επιπέδων του Πλαισίου επαφίεται στη «διαβούλευση», στην οποία θα πάρουν μέρος οι πάντες: φορείς παροχής εκπαίδευσης και κατάρτισης όλων των μορφών και βαθμίδων, φορείς πιστοποίησης, φορείς αναγνώρισης ακαδημαϊκών τίτλων και επαγγελματικών δικαιωμάτων, φορείς διασφάλισης της ποιότητας, κοινωνικοί εταίροι και εκπρόσωποι της αγοράς εργασίας. Σκοπίμως, σ’ αυτή τη φάση, η κυβέρνηση δεν θέλει να πάρει ξεκάθαρη θέση για την κατάταξη των κολεγίων, για να μπορεί να παίξει μετά, ανάλογα με τις εξελίξεις (κυρίως σε κινηματικό επίπεδο). Από τα διαφαινόμενα στο πλαίσιο καθορισμού των προσόντων, φαίνεται ότι τα κατατάσσει στο επίπεδο 4 ή 5, με την πλάστιγγα να γέρνει περισσότερο προς το 5. Οι κολεγιάρχες, όμως, είναι ανένδοτοι και υποστηρίζουν ότι τα κολέγια που συνεργάζονται με πανεπιστήμια του εξωτερικού πρέπει να καταταγούν ανυπερθέτως στο επίπεδο 6 μαζί με τα Πανεπιστήμια, αφού τα «πτυχία» τους τα χορηγούν τα ξένα πανεπιστήμια, μαζί με την κατάταξη των αποφοίτων τους στο ευρωπαϊκό επίπεδο 6.  Είναι, όμως θλιβερό το γεγονός ότι τα Πανεπιστήμια και τα Πολυτεχνεία έχουν καταπιεί την κάμηλο της πλήρους απαξίωσης και διάλυσης της Παιδείας και διυλίζουν τον κώνωπα της κατάταξης. Τα μεν Πολυτεχνεία διεκδικούν την κατάταξη στο επίπεδο 7 (επίπεδο κατόχων master), ξέχωρα από τα Πανεπιστήμια που κατατάσσονται στο 6, ενώ η συντεχνία των ΤΕΙ διεκδικεί να καταταγεί μαζί με τα Πανεπιστήμια, κλείνοντας τα μάτια μπροστά στην ψευδεπίγραφη «ανωτατοποίηση», πράγμα που δεν δέχονται τα Πανεπιστήμια. Σε τούτον τον ανίερο καυγά, είναι λυπηρό να είναι διαιτητής η κυβέρνηση, που τα έχει ξεπουλήσει όλα.

Οι καιροί δεν περιμένουν. Την τελευταία κουβέντα πρέπει να την πει το κίνημα.


ΥΓ:
1) Μαθησιακά αποτελέσματα: τι γνωρίζει, κατανοεί και είναι ικανός να κάνει κάποιος μετά την ολοκλήρωση μιας μαθησιακής διαδρομής, είτε προέρχεται αυτή από την εκπαίδευση και την κατάρτιση, είτε από τη μη-τυπική ή άτυπη μάθηση, είτε από την επαγγελματική και κοινωνική εμπειρία.

2) Τυπική εκπαίδευση: «οδηγεί στην απόκτηση πιστοποιητικών αναγνωρισμένων σε εθνικό επίπεδο από τις επίσημες αρχές». Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο, ΕΠΑΛ, ειδικά σχολεία, σχολεία δεύτερης ευκαιρίας, ΤΕΙ, Πανεπιστήμια.

3) Μη-τυπική εκπαίδευση: «λαμβάνει χώρα σε οργανωμένο εκπαιδευτικό πλαίσιο (προγράμματα σπουδών, διδάσκοντες, αξιολόγηση μαθησιακών αποτελεσμάτων) και μπορεί να οδηγήσει (αλλά όχι αναγκαστικά) στην απόκτηση πιστοποιητικών αναγνωρισμένων σε εθνικό επίπεδο». Π.χ. φροντιστήρια σχολικών μαθημάτων, ξένων γλωσσών, χειρισμού Η/Υ, ωδεία, προγράμματα κατάρτισης σε ΚΕΚ, ενδοεπιχειρησιακή κατάρτιση, Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών, σχολές γονέων, σχολές λαϊκής επιμόρφωσης κ.λπ.

4) Ατυπη μάθηση: «δε λαμβάνει χώρα σε οργανωμένο εκπαιδευτικό πλαίσιο αλλά είναι ενταγμένη στο πλαίσιο επαγγελματικών δραστηριοτήτων, του ελεύθερου χρόνου, κοινωνικών, αθλητικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων. Προς το παρόν δεν αναγνωρίζεται και δεν πιστοποιείται». Π.χ. Συμμετοχή σε περιβαλλοντική οργάνωση, οδηγίες από το προϊστάμενο ή τους αρχαιότερους συναδέλφους για το χειρισμό μιας μηχανής στο χώρο εργασίας, οδηγίες από μέλος της οικογένειας για την προετοιμασία μιας εργασίας στο σχολείο, επίσκεψη σε μουσείο, μάθηση στο σπίτι με τη βοήθεια του Διαδικτύου, κ.λπ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου