26/9/10

Στον δρόμο για την «Τελική Λύση»

Στη Διάσκεψη της Βάνζεε, ανώτερα στελέχη του Τρίτου Ράιχ σχεδίασαν το Ολοκαύτωμα των Εβραίων


 «Η Ευρώπη πρέπει να εκκαθαριστεί από τους Εβραίους από την Ανατολή ίσαμε τη Δύση». Με αυτή τη δήλωση, ο Ράινχαρντ Χάιντριχ, ο υπ' αριθμόν 2 στην ιεραρχία των SS μετά τον Χάινριχ Χίμλερ, άνοιξε τη Διάσκεψη στο προάστιο του Βερολίνου Βάνζεε, στις 20 Ιανουαρίου 1942. Βέβαια οι Γερμανοί είχαν αρχίσει τη γενοκτονία των Εβραίων από το 1940. Ωστόσο, στη Βίλα Βάνζεε, 15 ανώτερα στελέχη του Τρίτου Ράιχ συναντήθηκαν, προκειμένου να συντονιστεί καλύτερα και να επισπευσθεί η εφαρμογή του σχεδίου «Τελική Λύση του Εβραϊκού Ζητήματος», με το οποίο ο στρατάρχης Χέρμαν Γκέρινγκ είχε επιφορτίσει τον Χάιντριχ. 
Και αυτό γιατί με την έναρξη της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα είχε αυξηθεί στα μάτια της ναζιστικής ηγεσίας η πιθανότητα τα τέσσερα εκατομμύρια Εβραίοι της δυτικής Σοβιετικής Ενωσης να βρεθούν σύντομα υπό γερμανικό έλεγχο. Το κόστος σε πυρομαχικά για να εκτελεστούν τόσοι άνθρωποι ήταν απαγορευτικό. Νέα στρατόπεδα εξόντωσης ήδη ετοιμάζονταν όταν συγκλήθηκε η Διάσκεψη. Οι ναζί γνώριζαν ότι τις μεγάλες αποφάσεις για τη μοίρα των Εβραίων τις έπαιρνε ο ίδιος ο Χίτλερ, συμβουλευόμενος -εφόσον το επιθυμούσε- μόνο τον Χίμλερ και τον Γκέρινγκ. Στη Διάσκεψη, λοιπόν, ο Χάιντριχ ενήργησε ουσιαστικά ως απεσταλμένος του Χίμλερ για να ανακοινώσει στους παρευρισκομένους ειλημμένες αποφάσεις. Αυτό που επετεύχθη στη Βίλα Βάνζεε -πέρα από την αποσαφήνιση όλων των πιθανώς ασαφών σημείων σχετικά με τη δολοφονία των Εβραίων- ήταν να μετατραπούν οι υπουργοί του Ράιχ σε συνεργοί και συνυπεύθυνοι στο σχέδιο για την «Τελική Λύση». Μετά τη Διάσκεψη της Βάνζεε, η συστηματοποίηση της γενοκτονίας «απογειώθηκε» σε όλη την Ευρώπη.
(Στεφανος Xελιδονης)



Πρωτόκολλο θανάτου με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες


Της Αννας Mαριας Δρουμπουκη*


Στις 29 Νοεμβρίου του 1941 ο Ράινχαρντ Χάιντριχ, αρχηγός της Αστυνομίας Ασφαλείας του Ράιχ και επικεφαλής του γερμανοκρατούμενου Προτεκτοράτου στη Βοημία και τη Μοραβία (στην Τσεχία), διέταξε τον Αντολφ Αϊχμαν, διευθύνοντα σύμβουλο του RSHA (Κεντρικό Γραφείο Ασφαλείας του Ράιχ) και υπεύθυνο του εκτοπισμού των Εβραίων, να οργανώσει μια επιτελική συνάντηση της «αφρόκρεμας» των SS και των εκπροσώπων του ναζιστικού κόμματος NSDAP. «Στις 31 Ιουλίου του 1941 ο στρατάρχης Χέρμαν Γκέρινγκ με εξουσιοδότησε να προβώ στις αναγκαίες οργανωτικές και τεχνικές λεπτομέρειες προς επίλυση του εβραϊκού ζητήματος και να του παρουσιάσω μια αναλυτική πρόταση σύντομα». Για να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα, όλες οι ενδιαφερόμενες πλευρές θα έπρεπε να συναντηθούν. Παρ’ όλο που ο Χάιντριχ δεν διασαφήνισε με λεπτομέρειες την ατζέντα της Διάσκεψης, όλοι υπέθεσαν πως αυτή θα αφορούσε τον εκτοπισμό των Εβραίων που ζούσαν στις υπό γερμανική κατοχή χώρες της Ευρώπης.
Η Διάσκεψη προγραμματίστηκε για τις 9 Δεκεμβρίου του 1941, στο όμορφο παραλίμνιο προάστιο του Βερολίνου, Βάνζεε. Ομως την παραμονή, στο άκουσμα της ιαπωνικής επίθεσης στο Περλ Χάρμπορ, η Διάσκεψη ματαιώθηκε, προκειμένου οι συμμετέχοντες να μεταβούν στο Ράιχσταγκ εν όψει των νέων σοβαρών εξελίξεων και στο Ανατολικό Μέτωπο. Στις 12 Δεκεμβρίου του 1941, μια μέρα αφού κήρυξε τον πόλεμο στις ΗΠΑ, ο Χίτλερ βρήκε άλλη μια ευκαιρία να τονίσει στους επικεφαλής του κόμματός του τα συναισθήματα αποστροφής που έτρεφε για τους Εβραίους: «Δεν είμαστε εδώ για να λυπηθούμε τους Εβραίους, αλλά τον δικό μας γερμανικό λαό που θρηνεί άλλους 160.000 νεκρούς στο Ανατολικό Μέτωπο. Οι φταίχτες γι’ αυτήν την αιματηρή σύρραξη πρέπει να πληρώσουν με τις ζωές τους». Φυσικά ο Φύρερ ως υπαίτιο εννοούσε τον «εβραιομπολσεβικισμό», που αποτελούσε τον προαιώνιο εχθρό της αυτοκρατορίας. Ο Χανς Φρανκ, γενικός κυβερνήτης στην κατεχόμενη Πολωνία, επανέλαβε στους υφισταμένους του τα λόγια του Φύρερ στις 16 Δεκεμβρίου του 1941: «Δεν μπορούμε να πυροβολήσουμε 3,5 εκατομμύρια Εβραίους της Πολωνίας, ούτε μπορούμε να τους δηλητηριάσουμε, αλλά είμαστε σε θέση να πάρουμε αποτελεσματικά μέτρα που θα οδηγήσουν στην επιτυχημένη εξολόθρευσή τους (sic). Με τους Εβραίους, σας το λέω ειλικρινά, πρέπει να ξεμπερδεύουμε».
Παρ’ όλο που ο Χίτλερ πίστευε πως η Σοβιετική Ενωση θα κατέρρεε μέσα στο καλοκαίρι του 1942, η εξόντωση των Εβραίων της θα έπρεπε να συντελεστεί άμεσα. Η εντατικοποίηση των εκτελέσεων στις ήδη κατεχόμενες περιοχές της ΕΣΣΔ κατέδειξε πως η «επίλυση» του εβραϊκού ζητήματος σε όλη την Ευρώπη ήταν πλέον πραγματικότητα.
Στις 20 Ιανουαρίου 1942 η Διάσκεψη τελικά πραγματοποιήθηκε. Στο στρογγυλό τραπέζι της Βίλας Βάνζεε κάθισαν 15 αξιωματούχοι του καθεστώτος, κυρίως των διαφόρων υπηρεσιών, αλλά και των υπουργείων Εξωτερικών και Εσωτερικών, με πιο γνωστούς τους Αϊχμαν και Χάιντριχ. Αντίθετα με τη συχνά διατυπωθείσα άποψη, δεν αποφασίστηκε τότε η γενοκτονία των Εβραίων, που είχε ήδη ξεκινήσει με τα Gaswagen (φορτηγά αερίων) το καλοκαίρι του 1940 αλλά και με τα Einsatzgruppen, μονάδες δηλαδή της SD (υπηρεσία ασφαλείας των SS) που από το 1939 διέπρατταν στην Πολωνία μαζικές σφαγές εναντίον των Εβραίων. Ο Αϊχμαν συνέταξε το Πρωτόκολλο που περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες το σχέδιο για την «Τελική Λύση», την εξόντωση δηλαδή των Εβραίων της Ευρώπης.
O Χάιντριχ, προκειμένου να ισχυροποιήσει τη θέση του στην ιεραρχική κλίμακα της Διάσκεψης, ξεκίνησε θυμίζοντας στους παριστάμενους την εξουσιοδότηση από τον Γκέρινγκ. Επομένως, η ευθύνη της ολοκλήρωσης του σχεδίου ανήκε σε αυτόν και τον αρμόδιο υπουργό Χάινριχ Χίμλερ. Επιπλέον, τόνισε πως ο Χίτλερ ενέκρινε μια νέα πολιτική «εκτόπισης» των Εβραίων στα ανατολικά και συνέχισε κάνοντας μια λεπτομερή αναφορά στους αριθμούς του εβραϊκού πληθυσμού σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα, καθώς και στις ουδέτερες χώρες, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, τη Σουηδία και την Ελβετία. Η ένταξή τους στη λίστα υπονοούσε πως στο μέλλον το Ράιχ θα ασκούσε έντονη πίεση σε αυτές για την παράδοση των Εβραίων.
«Στην πορεία προς την “Τελική Λύση” και υπό τη σωστή καθοδήγηση, οι Εβραίοι θα σταλούν για καταναγκαστικά έργα στα ανατολικά. Αυτό θα αποτελέσει μια εναλλακτική μορφή εξόντωσης. Αναμφισβήτητα, με αυτόν τον τρόπο η πλειοψηφία του εβραϊκού πληθυσμού θα εξολοθρευτεί με φυσικά μέσα». Οι Εβραίοι άνω των 65 ετών, και εκείνοι που πολέμησαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο θα στέλνονταν στα γκέτο. Στη Διάσκεψη δόθηκε ουσιαστικά ιδιαίτερο βάρος σε αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί «εξολόθρευση μέσω καταναγκαστικής εργασίας». Τη Διάσκεψη απασχόλησε και το ζήτημα των φυλετικώς «μεικτών» Εβραίων, που αναλύθηκε και σε επόμενες συναντήσεις, κυρίως στις 6 Μαρτίου του ’42. Ο Αϊχμαν, που κρατούσε τα πρακτικά της Διάσκεψης, αργότερα παραδέχτηκε πως όλα τα υπό συζήτηση θέματα αφορούσαν την εξολόθρευση και τον αφανισμό των Εβραίων. Διαβάζοντας κανείς τα πρακτικά της Διάσκεψης σχεδόν πείθεται πως η εξόντωση των Εβραίων θα πραγματοποιείτο με όλα τα μέσα και σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Στο τέλος της Διάσκεψης, οι συμμετέχοντες γιόρτασαν με ποτά το τέλος των εργασιών μιας «επιτυχημένης» μέρας, συγχαίροντας ο ένας τον άλλο. Ο Αϊχμαν αργότερα αναφέρει πως πρώτη φορά έβλεπε τον Χάιντριχ να καπνίζει και να πίνει κονιάκ, προφανώς εξαιτίας της ευφορίας του για την πλήρη εξουσιοδότηση που πέτυχε στο σχέδιο της «Τελικής Λύσης». Τριάντα αντίγραφα των πρακτικών στάλθηκαν στους αρμόδιους, και ο Γκέμπελς, διαβάζοντας το δικό του αντίγραφο σημείωσε πως «τώρα το εβραϊκό ζήτημα θα λυθεί σε πανευρωπαϊκή κλίμακα».
Συστηματική εξόντωση σε ολόκληρη την Ευρώπη
Στις 31 Ιανουαρίου του ’42 ο Αϊχμαν διέταξε καινούργιες εκτοπίσεις των Εβραίων της Γερμανίας σε γκέτο «της Ανατολής». Εκεί θα κρατούνταν μέχρι το τέλος του πολέμου και μετά θα εκτελούνταν, ενώ οι ικανοί προς εργασία θα αξιοποιούνταν αναλόγως. Στο μεταξύ, προκειμένου να αδειάσουν οι χώροι στα γκέτο για τους Εβραίους της Γερμανίας, οι Εβραίοι της Πολωνίας και γενικότερα της ανατολικής Ευρώπης θα έπρεπε να μεταφερθούν στα κοντινότερα στρατόπεδα, όπου η τύχη τους ήταν προδιαγεγραμμένη. Τον Φεβρουάριο του 1942, ως αποτέλεσμα των αποφάσεων της Διάσκεψης, όλα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης αναδιοργανώθηκαν, με την οικονομική και διοικητική οργάνωσή τους να υπάγεται στο Nέο Γραφείο Οικονομικής Διοίκησης των SS (SS-Wirtschafts-Verwaltungshauptamt) υπό τον Οσβαλντ Πολ. Πλέον τα στρατόπεδα ήταν επισήμως η πρωτογενής πηγή παροχής εργατών για έργα στην πολεμική μηχανή του Ράιχ. Αυτοί που αποδεικνύονταν αντιπαραγωγικοί εκτελούνταν και αντικαθίσταντο από «φρέσκους» εργάτες. Οι ανθεκτικότεροι στις αντίξοες και βάρβαρες συνθήκες εργασίας θα εκτελούνταν επίσης εξαιτίας της ενδεχόμενης συμμετοχής τους στην Αντίσταση.
Το πρόγραμμα εξόντωσης πλέον είχε συστηματοποιηθεί σε όλη την Ευρώπη: ο Χίμλερ, στις 13-14 Μαρτίου 1942 επισκέφτηκε την Κρακοβία και το Λιούμπλιν, όπου το πρόγραμμα των μαζικών εκτελέσεων με δηλητηριώδες αέριο είχε ξεκινήσει. Στις 17 Απριλίου διέταξε στη Βαρσοβία τον θάνατο των Εβραίων της δυτικής Ευρώπης που βρίσκονταν στο γκέτο του Λοτζ. Το ταξίδι του Χίμλερ στα ανατολικά συνεχίστηκε, προκειμένου να επιταχυνθούν οι διαδικασίες των μαζικών εξοντώσεων. Εξέδωσε ακόμα και μια γραπτή εντολή για την εξολόθρευση των τελευταίων Εβραίων της Ουκρανίας, που ξεκίνησε τον Μάιο του ’42. Ο Αϊχμαν συνέχισε να διατάζει τη μεταφορά των Εβραίων στα γκέτο. Περίπου 60 τρένα, το καθένα με περίπου 1.000 Εβραίους, έφυγαν τον Μάρτιο του ’42. Τα τελευταία κατάλοιπα εβραϊκών κοινοτήτων στη Γερμανία είχαν ξεριζωθεί. Οι πιο προνομιούχοι, λόγω των γάμων με «αρείους» ή αυτοί που είχαν καταφύγει στην οργανωμένη Αντίσταση, διέφυγαν του θανάτου. Οπως σημείωσε ο Χίμλερ στις 26 Ιουλίου του ’42: «Οι υπό κατάληψη ανατολικές περιοχές έχουν πλέον εκκαθαριστεί από Εβραίους (Judenfrei)».
Την αυθεντικότητα των εγγράφων της Διάσκεψης, αλλά και τη σημασία τους στην επίλυση του «εβραϊκού ζητήματος» έχουν αμφισβητήσει οι ρεβιζιονιστές ιστορικοί. Η Βίλα από το 1992 είναι μουσείο με αρχείο και πλούσιες συλλογές.


* Η κ. Αννα Μαρία Δρουμπούκη είναι υποψήφια διδάκτωρ Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.


Πηγή: Καθημερινή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου