8/11/10

Είναι ικανοί να μας τρελάνουν: Προσπαθούν με επιστημονικά και παιδαγωγικά επιχειρήματα να παγιώσουν τα πολυμελή τμήματα.

Χρήστου Κυργιάκη
Πόση υπομονή πρέπει να διαθέτει κάποιος για να μπορεί να διατηρήσει την ψυχραιμία του με όσα διαβάζει ή ακούει τελευταία;


Όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα η ηγεσία του υπουργείου παιδείας με όλο τον κατακόρυφο και οριζόντιο μηχανισμό που διαθέτει, προσπαθούσε να μας πείσει ότι δεν υπάρχουν πολυμελή τμήματα στα σχολεία και ότι όλα πάνε καλά.        
Προφανώς δεν τους βγήκε.  
                                                                  
Λίγο τα κενά που αυξήθηκαν μετά τις 10 Οκτωβρίου λόγω συνταξιοδοτήσεων, λίγο οι ελάχιστοι διορισμοί μόνιμων εκπαιδευτικών, λίγο η μετακίνηση μαθητών από τα ιδιωτικά στα δημόσια σχολεία, λίγο οι καταργήσεις και συγχωνεύσεις τμημάτων και σχολείων, είχαν ως αποτέλεσμα τα τμήματα να γίνουν τελικά πολυπληθή.      Επειδή στις προθέσεις του υπουργείου δεν είναι να αλλάξει κάτι προς το καλύτερο για την επόμενη χρονιά, μάλλον αλλαγές προς το χειρότερο προβλέπονται, τα πολυμελή τμήματα τείνουν να παγιωθούν. Όσο οι αντιδράσεις των εμπλεκόμενων στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι χλιαρές και άτονες, όσο οι γονείς αποδέχονται χωρίς ιδιαίτερη αντίδραση να πληρώσουν τη νύφη, τόσο ανοίγει ο δρόμος για ακόμη πιο αντιδραστικά μέτρα. Όμως θα πρέπει, όπως γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις, τα αντιδραστικά αυτά μέτρα να καλύπτονται με «επιστημονικό» και «παιδαγωγικό» μανδύα.
Αντιγράφοντας μερικά αποσπάσματα από το ¨Βήμα on line¨ που αναφέρονται στις απόψεις σημαντικών στελεχών του υπουργείου παιδείας μπορούμε να πάρουμε μία πρώτη γεύση για το τι θα ακολουθήσει στη συνέχεια.

Ο αριθμός των μαθητών δεν κάνει και την καλή τάξη (ισχυρίζονται)
«Στα χρόνια μου ήμασταν στην κάθε τάξη 65 άτομα. Όταν σε σήκωνε ο δάσκαλος στο μάθημα, μετά χαλάρωνες για δύο μήνες πριν ξανακούσεις το όνομά σου...». Τα λόγια αυτά ανήκουν σε καθηγητή κεντρικού πανεπιστημίου, που έχει αναλάβει συμβουλευτικό ρόλο προς το υπουργείο Παιδείας για τις επικείμενες αλλαγές στα σχολεία της χώρας. Όπως λέει ο ίδιος, σχολιάζοντας τον θόρυβο των προηγούμενων ημερών σχετικά με την αναλογία μαθητών- διδασκόντων σε μια τάξη: «Δεν υπάρχει σωστός αριθμός μαθητών. Υπάρχει σωστός τρόπος διδασκαλίας. Ο αριθμός των μαθητών δεν αποτελεί το κατάλληλο κριτήριο για να μετρήσουμε την εκπαιδευτική διαδικασία και τα αποτελέσματά της...».         
Δηλαδή, ο πανεπιστημιακός καθηγητής, σύμβουλος του υπουργείου παιδείας μάς λέει πως θα πρέπει να μειώσουμε λίγο τις απαιτήσεις μας γιατί στο παρελθόν τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα από άποψη αναλογίας μαθητών προς δάσκαλο, όμως παρόλα αυτά οι μαθητές απολάμβαναν τότε περίοδο δίμηνης χαλάρωσης, ενώ τώρα είναι συνεχώς στην τσίτα. Άρα, τα τμήματα από του χρόνου να γίνουν 70μελή και σε κάθε εκπαιδευτικό να χορηγείται όχι λάπτοπ και αηδίες αλλά μία ξύλινη βέργα, όπως τον παλιό καλό καιρό. 

 Αφήστε που 2500 χρόνια πριν οι μαθητές χάραζαν σε πλάκες από μάρμαρο, χωρίς καν να τους παρέχονται δωρεάν βιβλία, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τους προγόνους μας να έχουν σημαντική ανάπτυξη στα γράμματα και τις τέχνες. Άρα, του χρόνου όλοι οι μαθητές να γράφουν σε μαρμάρινες πλάκες, τέρμα τα στυλό και τα τετράδια.

Αφελής ερώτηση προς τον κύριο πανεπιστημιακό καθηγητή: Αν τον ίδιο εκπαιδευτικό ενός δημόσιου σχολείου τον βάλουμε να διδάξει, πρώτα σε μία τάξη με 30 μαθητές και μετά σε μία τάξη με 10 μαθητές, το αποτέλεσμα σε σχέση με την εκπλήρωση συγκεκριμένων διδακτικών σκοπών και στόχων θα είναι το ίδιο; Το να μπεις σε μία τάξη για να κάνεις «διάλεξη» ή «ενημέρωση» είναι διαφορετικό από το να μπεις με σκοπό να κάνεις «μάθημα». Το να παρέχουμε δεξιότητες στους μαθητές, όπως σχεδιάζει για το άμεσο μέλλον το υπουργείο παιδείας, είναι τελείως διαφορετικό από το να παρέχουμε γνώση. Η παροχή δεξιοτήτων μπορεί να γίνει και με πολυμελή τμήματα, η παροχή γνώσης όμως δεν μπορεί. Αφού έχουν τη Φινλανδία ως παράδειγμα ας ρίξουν μια ματιά στον παραπάνω πίνακα.

Η παροχή γνώσης πρέπει να έχει ως κέντρο το μαθητή. Για να συμβεί αυτό είναι απαραίτητο να μπορεί ο εκπαιδευτικός να διαγνώσει τα ταλέντα, τις δυνατότητες και τις ιδιαιτερότητες του κάθε παιδιού. Είναι προφανές ότι όσο περισσότεροι είναι οι μαθητές τόσο πιο δύσκολα μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο.
«Τα παιδιά μισούν το σχολείο όχι γιατί είναι 25 σε κάθε τάξη» λέει χαρακτηριστικά στο «Βήμα» ο περιφερειακός διευθυντής Εκπαίδευσης της Αττικής κ. Ι.Κουμέντος. «Το μισούν γιατί είναι αποκρουστικός ο τρόπος διδασκαλίας. Μια τάξη με 20 παιδιά δεν θα άλλαζε τίποτα. Όταν η μέθοδος διδασκαλίας είναι του 1800 και δεν έχει αλλάξει τίποτα εδώ και χρόνια, πώς μπορείς να βασιστείς σε κριτήρια όπως η μείωση των μαθητών;» συνεχίζει. Ο κ. Κουμέντος δηλώνει ότι η λεγόμενη «μετωπική» διδασκαλία (η από έδρας διδασκαλία του εκπαιδευτικού) πρέπει να αλλάξει. Η εικόνα της κυκλικής διάταξης των θρανίων ώστε να μπορούν να συνεργάζονται μαθητές και εκπαιδευτικοί πρέπει να εφαρμοστεί σε όλα τα σχολείακαι τα μαθήματα πρέπει να διδάσκονται μέσα από παράλληλες οπτικές γωνίες. 

Κύριε περιφερειακέ διευθυντή Εκπαίδευσης, από το 1998 καταργήθηκε η επετηρίδα και οι προσλήψεις γίνονται κατά μεγάλο ποσοστό μέσω ΑΣΕΠ. Μα καλά, με τον ΑΣΕΠ δεν προσλαμβάνεται τους καλύτερους εκπαιδευτικούς, τους πιο καταρτισμένους, τους πιο διαβασμένους, αυτούς που έχουν όρεξη για να διδάξουν; Τι έγινε, τελικά δεν είναι έτσι τα πράγματα; Για ποιο 1800 μιλάτε; Και τα προγράμματα επιμόρφωσης που εφαρμόζει το υπουργείο ξοδεύοντας εκατομμύρια δεν έχουν αποτέλεσμα;  
Τα παιδιά, κύριε περιφερειακέ διευθυντή Εκπαίδευσης ενδεχομένως μισούν το σχολείο για πολλούς λόγους. Ένας από αυτούς είναι σίγουρα το ότι βρίσκονται με άλλους 29 συμμαθητές τους μέσα στο τμήμα με αποτέλεσμα να φαντάζει μονόδρομος το απογευματινό φροντιστήριο. Αν ήταν με άλλους 9 συμμαθητές, μάλλον θα είχαν περισσότερο ελεύθερο χρόνο τόσο για διάβασμα όσο και για ξεκούραση.                                                                                         
Υπάρχουν όμως και άλλοι λόγοι που τα παιδιά μισούν, όπως λέτε το σχολείο.
Όταν αναγκάζονται στο 2010 και όχι στο 1800 να κάνουν μάθημα σε κοντέινερς αντί να κάνουν σε αίθουσες, πώς μπορούν να αγαπούν το σχολείο;                                
Όταν για δύο ολόκληρους μήνες ( έχει συμβεί πέρυσι σε ΕΠΑΛ ακριτικής περιοχής) σε ολόκληρο τμήμα δεν μπήκε ούτε ένας καθηγητής για να διδάξει, πώς μπορούν να αγαπούν το σχολείο;                                                                                                    
 Όταν πριν αρχίσει το σχολείο τούς υπόσχονται ότι καθηγητές και βιβλία θα είναι στη θέση τους με το άνοιγμα των σχολείων και διαπιστώνουν πως τους είπαν ψέματα για μία ακόμη φορά, πώς μπορούν να αγαπούν το σχολείο;                                           
Όταν διαπιστώνουν πως το πτυχίο ενός ΑΕΙ ή ενός ΤΕΙ δεν είναι αρκετό για να τους εξασφαλίσει μια αξιοπρεπή διαβίωση και θα χρειαστεί να αποκτήσουν , έναντι αμοιβής, ένα ή περισσότερα μεταπτυχιακά αλλά οι ίδιοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να το κάνουν, πώς μπορούν να αγαπούν το σχολείο.                           
Όταν απέναντί τους έχουν απαξιωμένους και ταλαιπωρημένους, από τους πολλούς διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ, μόνιμους εκπαιδευτικούς ή αναπληρωτές και ωρομίσθιους εκπαιδευτικούς που βιώνουν μια μόνιμη ανασφάλεια, που δεν ξέρουν αν θα δουλεύουν την επόμενη χρονιά και σε ποιο μέρος της χώρας, που αμείβονται με τα λιγότερα χρήματα και χάνουν κάθε μέρα λίγο από τον αρχικό τους ενθουσιασμό, πώς μπορούν να αγαπούν το σχολείο;
Αν θέλετε τα παιδιά να αγαπήσουν το σχολείο, δώστε τη δυνατότητα στους εκπαιδευτικούς να μπορούν να σκύψουν, όσο το δυνατόν περισσότερο, στο κάθε παιδί ξεχωριστά. Οι μαθητές δεν είναι αριθμοί που πρέπει να διαιρούνται  ώστε να βγαίνει υπόλοιπο ίσο με μηδέν και   το ζητούμενο σε κάθε τάξη είναι οι μαθητές να μαθαίνουν και όχι απλώς να πληροφορούνται. Ας εφαρμόσουν αυτό που ο ίδιος ο ΟΟΣΑ υποστηρίζει, και στον οποίο υποβάλλουν τα σέβη τους, πως μια επένδυση στην παιδεία αποφέρει στο μέλλον τουλάχιστον τριπλάσια κέρδη από την αξία της επένδυσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου