Απέναντι
στον Εμμανουήλ Κριαρά, δέος μόνον αισθάνεται κανείς. Δεν είναι η μακρά ηλικία
ενός ανθρώπου που έχει διανύσει 105 χρόνια ζωής, η ζωντανή ιστορία ολόκληρου
αιώνα. Είναι το πρότυπο ενός επιστήμονα που συνεχίζει να εργάζεται και να
μάχεται, το ανάστημα που υψώνει για να υπερασπιστεί τις ιδέες του, η πνευματική
και ψυχική υγεία που εκπέμπει. «Δεν ξέρω αν ωφελούν τα χρόνια τα πολλά. Καμιά
φορά γίνεται το αντίθετο. Για την ώρα, το πνευματικό σώζεται κι αυτό είναι
παρηγοριά στη μακροβιότητά μου».
Πράγματι. Κάθε συνάντηση με τον ομότιμο καθηγητή είναι εμπειρία μοναδική. Μάθημα ζωής. Ανοιχτό όπως πάντα σε όλους, στο σπίτι του στην οδό Αγγελάκη. Με χαμόγελο, έμφυτη ευγένεια και διάθεση για μακροσκελή συζήτηση. Μ’ έναν άνθρωπο που, πατώντας τα 106 χρόνια, διηγείται και σχολιάζει με κάθε λεπτομέρεια πρόσωπα και καταστάσεις από το πέρασμά του στον 20ό αιώνα σαν να ήταν χθες.
Εχει γράψει και έχει αφηγηθεί σχεδόν όλα τα κεφάλαια της υπεραιωνόβιας ζωής του. Τα βιώματά του από το Πανεπιστήμιο τα περιέγραψε την περασμένη Κυριακή στην αίθουσα τελετών του ΑΠΘ, προκαλώντας συγκίνηση, αλλά πάντα αποζητάς –ειδικά στις μέρες μας– το καταστάλαγμα της σοφίας, από τον λόγιο που έζησε όλα τα πολιτικά γεγονότα της ανθρωπότητας τον περασμένο αιώνα κι όλες τις γλωσσοεκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις της νεοελληνικής εκπαίδευσης ώς το στέριωμα της δημοτικής.
Με καθαρότητα στη ζωή, προσανατολισμένος στον σοσιαλισμό και στον δημοτικισμό, αγωνίστηκε και εξακολουθεί να μάχεται για την Παιδεία, ενημερώνεται και ενδιαφέρεται για τα κοινά, εύχεται στον Γιάννη Μπουτάρη, που «δεν είναι κατ’ εξοχήν πολιτικός, αλλά άνθρωπος της κοινωνικής ζωής» να πετύχει την ανόρθωση της Θεσσαλονίκης. Πάνω απ’ όλα αγωνιά για την «άσχημη εποχή» που διανύει η χώρα, η Ευρώπη κι ολόκληρος ο κόσμος.
Πέρασαν εκατό χρόνια από την παιδική ζωή του στη Μήλο, ογδόντα έξι από την αποφοίτηση του στο γυμνάσιο Χανίων (1924), ογδόντα από τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1924-1929) και τις σπουδές του στο Μόναχο (1930), εξήντα από τη χρονιά που εξελέγη καθηγητής της Μεσαιωνικής Ελληνικής Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου (1950) και σαράντα δύο από τη χρονιά που τον απέλυσε η Χούντα (1968).
Φθάσαμε στο χάος
Και θυμάται όσα διδάχθηκε στο πρώτο αναγνωστικό, τα ία και τα ώα. «Ασύλληπτο!», σχολιάζει. Επίσης θυμάται λεπτομέρειες από τη διδασκαλία του, χρόνια αργότερα, στο Πανεπιστήμιο. «Κάποτε έλεγα στους φοιτητές μου. Εσείς θα ζήσετε τον επόμενο αιώνα και θα δείτε ότι οδηγούμαστε σε χάος. Και φθάσαμε στο χάος όχι μόνο στην Ελλάδα. Παντού».
Δεν προέβλεπε όμως ότι θα ζούσε ο ίδιος την είσοδο του νέου αιώνα για να δει όπως λέει «την προσπάθεια που καταβάλλει η λεγόμενη Ενωμένη Ευρώπη να ενωθεί να πάρει υπόσταση, απέναντι στο κατασκεύασμα που υπάρχει στον κόσμο». Ούτε φαντάστηκε ποτέ ότι η «Ελλάδα θα περιέλθει σ’ αυτήν την απελπιστική κατάσταση».
Φύσει αισιόδοξος και σοσιαλιστής –πάντα πίστευε ότι «το μέλλον της ανθρωπότητας είναι ο σοσιαλισμός, η κοινωνική πρόνοια και η πολιτική δραστηριότητα»– θεωρεί ότι τα μέτρα «αντισοσιαλιστικά αλλά αναγκαστικά» που λαμβάνει ο Γ. Παπανδρέου θα αποδώσουν.
Από τα φλέγοντα ζητήματα, οικονομικά, κοινωνικά, πρωταρχικό σημείο εκκίνησης προς την ανόρθωση θεωρεί την Παιδεία. «Τα πάντα εκεί στηρίζονται. Στη γλώσσα που μιλάμε και γράφουμε, στη σκέψη μας».
Επανέρχεται στους αγώνες της γλωσσοεκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, στην αναγνώριση της δημοτικής ως επίσημης γλώσσας, στις προσπάθειες επαναφοράς της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής στο γυμνάσιο, υπενθυμίζοντας τα λάθη του παρελθόντος στην παιδεία, που «χωλαίνει από τη σύσταση του ελληνικού κράτους», τους λόγιους που «δεν αντιμετώπισαν την εκπαίδευση όπως έπρεπε» και επιμένει: «Βασικό σημείο της κακοδαιμονίας είναι καθαρευουσιανισμός, ο οποίος μας έστρεφε προς την αρχαία Ελλάδα. Εβλεπαν μόνο τη μορφή, τη φόρμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και δεν έβλεπαν την ουσία. Ηταν η πιο κούφια αντίληψη...». Δίπλα του οι τελευταίες του εκδόσεις. Ανάμεσά τους ο «Δημόσιες συζητήσεις για τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στο γυμνάσιο επί υπουργού παιδείας Αντώνη Τρίτση». Αντίτυπο αυτού έστειλε στην υπουργό Παιδείας που επιχειρεί την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Αφορά το θέμα που τον απασχολεί εδώ και χρόνια. Τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών στο Γυμνάσιο. «Προκαλούν σύγχυση στο μαθητή», εκτιμά, γι’ αυτό υπερασπίζεται μαχητικά στην κατάργησή της.
Υπέρμαχος της σκληρής εργασίας, δουλεύει από μαθητής, εξακολουθεί να εργάζεται κι αυτή είναι η μόνιμη συμβουλή του. «Ερωτα στη ζωή και στη δουλειά. Ερωτας σημαίνει να αφοσιωθείς κάπου. Η δουλειά καλλιεργεί τον άνθρωπο. Αυτό διδάχτηκα κι αυτό είναι το δίδαγμά μου».
Να γίνουμε σοβαρότεροι
Στους σκοτεινούς καιρούς, μια συμβουλή του «θαλερού γέροντα Κριαρά, που αποκλείει τον φανατισμό και τη μισαλλοδοξία προς όφελος του δήμου και της δημοτικής», όπως έγραψε γι’ αυτόν ο Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, έχει ιδιαίτερη σημασία.
Πράγματι. Κάθε συνάντηση με τον ομότιμο καθηγητή είναι εμπειρία μοναδική. Μάθημα ζωής. Ανοιχτό όπως πάντα σε όλους, στο σπίτι του στην οδό Αγγελάκη. Με χαμόγελο, έμφυτη ευγένεια και διάθεση για μακροσκελή συζήτηση. Μ’ έναν άνθρωπο που, πατώντας τα 106 χρόνια, διηγείται και σχολιάζει με κάθε λεπτομέρεια πρόσωπα και καταστάσεις από το πέρασμά του στον 20ό αιώνα σαν να ήταν χθες.
Εχει γράψει και έχει αφηγηθεί σχεδόν όλα τα κεφάλαια της υπεραιωνόβιας ζωής του. Τα βιώματά του από το Πανεπιστήμιο τα περιέγραψε την περασμένη Κυριακή στην αίθουσα τελετών του ΑΠΘ, προκαλώντας συγκίνηση, αλλά πάντα αποζητάς –ειδικά στις μέρες μας– το καταστάλαγμα της σοφίας, από τον λόγιο που έζησε όλα τα πολιτικά γεγονότα της ανθρωπότητας τον περασμένο αιώνα κι όλες τις γλωσσοεκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις της νεοελληνικής εκπαίδευσης ώς το στέριωμα της δημοτικής.
Με καθαρότητα στη ζωή, προσανατολισμένος στον σοσιαλισμό και στον δημοτικισμό, αγωνίστηκε και εξακολουθεί να μάχεται για την Παιδεία, ενημερώνεται και ενδιαφέρεται για τα κοινά, εύχεται στον Γιάννη Μπουτάρη, που «δεν είναι κατ’ εξοχήν πολιτικός, αλλά άνθρωπος της κοινωνικής ζωής» να πετύχει την ανόρθωση της Θεσσαλονίκης. Πάνω απ’ όλα αγωνιά για την «άσχημη εποχή» που διανύει η χώρα, η Ευρώπη κι ολόκληρος ο κόσμος.
Πέρασαν εκατό χρόνια από την παιδική ζωή του στη Μήλο, ογδόντα έξι από την αποφοίτηση του στο γυμνάσιο Χανίων (1924), ογδόντα από τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1924-1929) και τις σπουδές του στο Μόναχο (1930), εξήντα από τη χρονιά που εξελέγη καθηγητής της Μεσαιωνικής Ελληνικής Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου (1950) και σαράντα δύο από τη χρονιά που τον απέλυσε η Χούντα (1968).
Φθάσαμε στο χάος
Και θυμάται όσα διδάχθηκε στο πρώτο αναγνωστικό, τα ία και τα ώα. «Ασύλληπτο!», σχολιάζει. Επίσης θυμάται λεπτομέρειες από τη διδασκαλία του, χρόνια αργότερα, στο Πανεπιστήμιο. «Κάποτε έλεγα στους φοιτητές μου. Εσείς θα ζήσετε τον επόμενο αιώνα και θα δείτε ότι οδηγούμαστε σε χάος. Και φθάσαμε στο χάος όχι μόνο στην Ελλάδα. Παντού».
Δεν προέβλεπε όμως ότι θα ζούσε ο ίδιος την είσοδο του νέου αιώνα για να δει όπως λέει «την προσπάθεια που καταβάλλει η λεγόμενη Ενωμένη Ευρώπη να ενωθεί να πάρει υπόσταση, απέναντι στο κατασκεύασμα που υπάρχει στον κόσμο». Ούτε φαντάστηκε ποτέ ότι η «Ελλάδα θα περιέλθει σ’ αυτήν την απελπιστική κατάσταση».
Φύσει αισιόδοξος και σοσιαλιστής –πάντα πίστευε ότι «το μέλλον της ανθρωπότητας είναι ο σοσιαλισμός, η κοινωνική πρόνοια και η πολιτική δραστηριότητα»– θεωρεί ότι τα μέτρα «αντισοσιαλιστικά αλλά αναγκαστικά» που λαμβάνει ο Γ. Παπανδρέου θα αποδώσουν.
Από τα φλέγοντα ζητήματα, οικονομικά, κοινωνικά, πρωταρχικό σημείο εκκίνησης προς την ανόρθωση θεωρεί την Παιδεία. «Τα πάντα εκεί στηρίζονται. Στη γλώσσα που μιλάμε και γράφουμε, στη σκέψη μας».
Επανέρχεται στους αγώνες της γλωσσοεκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, στην αναγνώριση της δημοτικής ως επίσημης γλώσσας, στις προσπάθειες επαναφοράς της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής στο γυμνάσιο, υπενθυμίζοντας τα λάθη του παρελθόντος στην παιδεία, που «χωλαίνει από τη σύσταση του ελληνικού κράτους», τους λόγιους που «δεν αντιμετώπισαν την εκπαίδευση όπως έπρεπε» και επιμένει: «Βασικό σημείο της κακοδαιμονίας είναι καθαρευουσιανισμός, ο οποίος μας έστρεφε προς την αρχαία Ελλάδα. Εβλεπαν μόνο τη μορφή, τη φόρμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και δεν έβλεπαν την ουσία. Ηταν η πιο κούφια αντίληψη...». Δίπλα του οι τελευταίες του εκδόσεις. Ανάμεσά τους ο «Δημόσιες συζητήσεις για τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας στο γυμνάσιο επί υπουργού παιδείας Αντώνη Τρίτση». Αντίτυπο αυτού έστειλε στην υπουργό Παιδείας που επιχειρεί την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Αφορά το θέμα που τον απασχολεί εδώ και χρόνια. Τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών στο Γυμνάσιο. «Προκαλούν σύγχυση στο μαθητή», εκτιμά, γι’ αυτό υπερασπίζεται μαχητικά στην κατάργησή της.
Υπέρμαχος της σκληρής εργασίας, δουλεύει από μαθητής, εξακολουθεί να εργάζεται κι αυτή είναι η μόνιμη συμβουλή του. «Ερωτα στη ζωή και στη δουλειά. Ερωτας σημαίνει να αφοσιωθείς κάπου. Η δουλειά καλλιεργεί τον άνθρωπο. Αυτό διδάχτηκα κι αυτό είναι το δίδαγμά μου».
Να γίνουμε σοβαρότεροι
Στους σκοτεινούς καιρούς, μια συμβουλή του «θαλερού γέροντα Κριαρά, που αποκλείει τον φανατισμό και τη μισαλλοδοξία προς όφελος του δήμου και της δημοτικής», όπως έγραψε γι’ αυτόν ο Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, έχει ιδιαίτερη σημασία.
«Να γίνουμε σοβαρότεροι. Ο Ελληνας είναι έξυπνος αλλά πολύ
βιαστικός. Κι αυτό τον οδηγεί στην επιπολαιότητα και στην προχειρότητα.
Εναντίον της προχειρότητας πρέπει να αγωνιστούμε και υπέρ της σοβαρότητας. Οι
πολιτικοί που μας έφεραν σ’ αυτήν την κατάσταση και με τη δική μας ευθύνη να
δουν τα πράγματα ρεαλιστικότερα, να επέλθει συμφωνία, να αλλάξουμε νοοτροπία
για να προχωρήσουμε».
Πηγή:
Καθημερινή (Γιώτα Μυρτσιώτη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου