8/6/10

Οι διαφημίσεις των Ελλήνων




Αν υιοθετήσει απλώς κανείς τη χιουμοριστική αυτή ατάκα του «βλάσφημου» διαφημιστή του ΄70, είναι βέβαιο ότι θα… επαυξήσει για την αναγκαιότητα της Διαφήμισης σε έναν λαό «εξωστρεφή» και «μεσογειακό» με απωθημένα ωστόσο από την Τουρκοκρατία και με όρεξη για κατανάλωση μεγαλύτερη από αυτή ενός βουλιμικού ελέφαντα.

Η Ελλάδα, είναι εδώ. Καθυστερημένη στην υποδοχή της διαφήμισης τη δεκαετία του ‘10, και με ταχύτητα φωτός φιλόξενη, φίλη, «κολλητή» κάθε εκδοχής της: Ασπρόμαυρη ή έγχρωμη, έντυπη ή ραδιοφωνική, τηλεοπτική ή υπαίθρια, corporate ή προϊοντική,  η διαφήμιση κατάφερε να αφήσει το ίχνος της στη συλλογική μνήμη του Ελληνα και να γίνει ένα με την ιστορία του.

Για τον ιστορικό του μέλλοντος άλλωστε, θα αρκούσε ένα πλήρες αρχείο διαφημίσεων για να εξάγει ασφαλές συμπέρασμα για τη φυσιογνωμία του Ελληνα, τις ανάγκες, πραγματικές και τεχνητές, τα πάθη, βλαβερά ή ακίνδυνα, τις επιθυμίες, πραγματιστικές ή ουτοπικές και φυσικά το βαθμό ευφυΐας και την ανθεκτικότητά του στο χιούμορ.

Αμήχανη, πρωτόλεια, σχεδόν παιδαριώδης με την παρθενική της μορφή, η Διαφήμιση στις αρχές του αιώνα αφήνει άφωνο τον «γκατζετάκια» του σήμερα. Ποια επιτόκια τραπεζών, ποια στεγαστικά δάνεια, οι Τράπεζες έναν ισολογισμό δημοσίευαν και αυτό πάλι ποιος τον καταλάβαινε!
Στα χρόνια του πολέμου ο αρσενικός αστός, μικροαστός και αγρότης επιλέγει «αλεξίφθειρα» από ρεκλάμες και «φάρμακα κατά των κρυοπαγημάτων» από ανακοινώσεις τυπωμένες στον πολύγραφο. Την ίδια ώρα η «γυναίκα» έχει πειστεί ότι οι κλωστές «Πεταλούδα» και «Κιθάρα» είναι ιδανικές για πλέξιμο καλτσών. Ο κόσμος καίγεται και η Nivea αναζητεί πελάτισσες που θέλουν να κρατήσουν θαλερό το δέρμα τους μαζί με την ελπίδα για άμεση επιστροφή του συντρόφου από το μέτωπο.

Ο πόλεμος τελειώνει και τα σεκλέτια παραμένουν: Στο πάνθεον των διαφημιζόμενων δεσπόζει ο «Παπαγάλος», τα τσιγάρα «στούκας» και φυσικά τα προφυλακτικά «Μπεμπέκα» (δεν είναι καιρός για παιδιά).

Οσα (παιδιά) έχουν καταφέρει να γεννηθούν, μεσούντος του πολέμου,  μεγαλώνουν με «Θρεψίνη» και βιταμινούχο «Φυτίνη» και ?τρέμουν στη θέα του κουταλιού με το μουρουνέλαιο.

Τη δεκαετία του ‘50 η «καλή  νοικοκυρά είναι δούλα και κυρά».  Πλένει με απορρυπαντικά, ψωνίζει ντούμπλεξ από το «Μινιόν» και (όπως και σήμερα!) διαβάζει «Εικόνες» όπως ο «καλός κόσμος». Ο σύζυγος ξέρει από βέσπα χάρη στη διαφήμιση της ΕΞΥΠ (!), φοράει «παπούτσια στην πέννα με Camel βαμμένα» ενώ τα βράδια «αφήνει το νερό για τους βατράχους» για να πιει ένα ποτήρι μπίρα «Fix».

Δεκαετiα του ‘60, η Ελλάδα μπαίνει στο μίξερ. Από το μπακάλικο στο περίπτερο, από τη μοδίστρα στο pret-a-porter, από τη μακριά φούστα στο μίνι και από την κομμώτρια στα ινστιτούτα αισθητικής και ναι! στα πρώτα light προϊόντα!

Νέα προϊόντα, καινοτομίες και διαφημίσεις: Coca Cola, Rolex, Porsche, Dona Mode, Ava, Lux, Skip, Amstel, ήρθαν για να μείνουν. Οπως η Χούντα των Συνταγματαρχών. Στην 7ετία της οποίας η διαφήμιση λογοκρίθηκε όσο και ο Τύπος.

Η επόμενη δεκαετία, του ’70, επηρεάζεται από την Τηλεόραση. Ο άνδρας υποκύπτει αμαχητί στο life style: κυκλοφορεί με καμπάνα και ζιβάγκο, ξυρίζεται με «Bic», καμαρώνει με το  «Black & Decker», πίνει ουίσκι και ανακαλύπτει το clubbing.

 Η συνέχεια είναι γνωστή. Οι διαφημιστές διαμορφώνουν αξίες, στάσεις ζωής, ψυχολογική διάθεση. Ανεβάζουν και κατεβάζουν κυβερνήσεις, προωθούν με αριστοτεχνικό τρόπο, επιβάλλουν τα must της εποχής.

Η κρίση τούς τα χαλάει λίγο. Αλλά όπως λένε και οι ίδιοι, στην κρίση υπάρχουν χιλιάδες ευκαιρίες. Και η διαφήμιση είναι το μοναδικό τους εργαλείο. Πές το ψέματα.

Πηγή: Έθνος (Σόνια Χαϊμαντα)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου