8/2/11

Το πρώτο νεοελληνικό σκάνδαλο στη Βουλή


Ο υπουργός Οικονομικών του Κωλέττη, Νικόλας Πονηρόπουλος, καταγγέλλεται για διαφθορά, κατάχρηση δημόσιας περιουσίας και μίζες από κερδοσκόπους

Τέτοιες μέρες το 1847, η μικρή Ελλάδα, που έκανε τα πρώτα της βήματα η Μεγάλη Ιδέα, συγκλονιζόταν από το σκάνδαλο του σταριού. Ο υπουργός Οικονομικών Πονηρόπουλος καταγγελλόταν στη Βουλή για κατάχρηση δημόσιας περιουσίας.
Κατηγορούνταν ότι μαζί με άλλους εισέπραξε παρανόμως χρήματα, πλαστογράφησε και υπεξαίρεσε έγγραφα «περί της τιμής των σιτηρών». Ο αντιπολιτευόμενος τον Κωλέττη Τύπος, όπως συνηθιζόταν, στέγασε τα γεγονότα κάτω από τον τίτλο «Πονηροπουλικά».
Επί δύο μήνες οι σχετικές συζητήσεις μονοπώλησαν την επικαιρότητα, προκαλώντας έντονες αντιπαραθέσεις, μέσα κι έξω από το πρώτο νεοελληνικό Κοινοβούλιο. Η υπόθεση δεν περιοριζόταν στα οικονομικά. Η κερδοσκοπία με τα σιτηρά, σε μια περίοδο σιτοδείας, που το προϊόν βρισκόταν στη διατίμηση, συνιστούσε μείζον πολιτικό και ηθικό ζήτημα.
Διερεύνηση της υπόθεσης
Στη Βουλή συγκροτήθηκε στα μέσα Φεβρουαρίου επιτροπή, όπως προβλεπόταν από τη σχετική νομοθεσία περί ευθύνης υπουργών, για να διερευνήσει την υπόθεση και να εκδώσει πόρισμα. Ηταν η πρώτη και μοναδική φορά που θα συμβεί αυτό στα χρόνια του Οθωνα.

Μετά από έναν μήνα κατέληξε σε δύο πορίσματα. Ενα καταδικαστικό της πλειοψηφίας κι ένα απαλλακτικό της μειοψηφίας. Για όσους παραξενεύονται από την αντιστροφή του σημερινού κανόνα, σύμφωνα με τον οποίο η πλειοψηφία της εξεταστικής εκδίδει ψηφίσματα απαλλαγής πολιτικού, που ανήκει στην πλειοψηφία της Βουλής και αντιστρόφως, η εξήγηση είναι απλή.

Τα μέλη εκείνης της πρώτης εξεταστικής ορίστηκαν από τη Βουλή, χωρίς να απαιτείται αναλογική εκπροσώπηση των κομμάτων. Ετυχε η σύνθεσή της να είναι αντι-κωλεττική.
Το πόρισμα της πλειοψηφίας ήταν καταπέλτης για τον υπουργό. Απέδιδε βαρύτατα εγκλήματα για να επωφεληθεί ο ίδιος και οι φίλοι του από αγοραπωλησίες του σταριού. Εξι «βαρύτατα αθεμιτουργήματα» αναλύονταν λεπτομερειακά και τεκμηριώνονταν με έγγραφα και μαρτυρίες.
Το άλλο πόρισμα τον αθώωνε. Εκτός από την πλαστογραφία στα «πρωτόκολλα των σιτηρών», η οποία ήταν καταφανής. Αυτή οφειλόταν σε τυπογραφικό λάθος κατά τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, υποστήριζε ο συντάκτης της, αλλά και ο κατηγορούμενος.
Κατά τη συζήτηση των πορισμάτων, ο Πονηρόπουλος εμφανιζόταν ως θύμα: «Τας κατηγορίες, έλεγε, εχάλκευσαν πολιτικοί εχθροί μου? Τα βέλη της μελανωτέρας συκοφαντίας δεν δύνανται να διαπεράσωσι τον θώρακα της τιμιότητος, με τον οποίον εφρόντισα να περιβάλλω τον εμαυτόν?». Η υπεράσπισή του εξαντλούνταν σε επιχειρήματα του τύπου: «Ολόκληρος ο παρελθών ιδιωτικός και δημόσιος βίος μου είναι ικανή απάντησις εις τους κατηγόρους μου?».
Τα θεωρεία της Βουλής κατά τις συζητήσεις ήταν γεμάτα, ενώ πολίτες συνωστίζονταν και έξω. Οχι τόσο για να μάθουν τις κατηγορίες, όπως σημείωνε κάποιος βουλευτής, όσο για τις φήμες «περί υπάρξεως μεγάλων καταχρήσεων και δωροδοκιών εκ μυριάδων χρημάτων, τα οποία αντί δώρων προσήνεγκαν εις τον υπουργόν και εις τους υπ΄ αυτών υπαλλήλους έμποροι» που κερδοσκόπησαν με τα σιτηρά. Οι συσχετισμοί στη Βουλή, παρά τις διαρροές, εξακολουθούσαν να ευνοούν τον Κωλέττη.
Ο πρωθυπουργός δεν κατηγορούνταν άμεσα, αλλά εμμέσως, αφού στο σκάνδαλο εμπλεκόταν και το υπουργείο Εσωτερικών (το χαρτοφυλάκιο κρατούσε ο ίδιος). Οπως αναμενόταν η πλειοψηφία της Βουλής αθώωσε πανηγυρικά στα μέσα Μαρτίου τον Νικόλαο Πονηρόπουλο, με ψήφους 60 υπέρ και 49 κατά. Για πρώτη φορά τα έδρανα της Βουλής γνώρισαν μετά από πολύ καιρό τέτοια προσέλευση.
Ο κατηγορούμενος υπουργός
Ο Νικόλαος Πονηρόπουλος (1783-1852) από την Κυπαρισσία είχε πάρει μέρος στην Επανάσταση και είχε αναδειχθεί γερουσιαστής και μέλος των πρώτων εθνοσυνελεύσεων. Διαχειρίστηκε κατά καιρούς δημόσιο χρήμα από διάφορες θέσεις μέχρι την εποχή του Καποδίστρια. Φίλος του Θ. Κολοκοτρώνη, αλλά παράγοντας και βουλευτής του «γαλλικού» κόμματος αργότερα. Στο υπουργείο Οικονομικών διαδέχθηκε τον Α. Μεταξά (Ιανουάριος 1847) και στοχοποιήθηκε αμέσως από την αντιπολίτευση για διαφθορά.

Οι συνταγματικές προβλέψεις
Ο Πονηρόπουλος κατηγορήθηκε με βάση άρθρα του Συντάγματος του 1844. Σύμφωνα μ’ αυτά «η Βουλή έχει το δικαίωμα να κατηγορή τους υπουργούς ενώπιον της Γερουσίας». Η τελευταία «δικάζη αυτούς εις δημοσίαν συνεδρίασιν» για κατηγορίες «ένεκεν εσχάτης προδοσίας, καταχρήσεως δημοσίου χρήματος, παρανόμου εισπράξεως και πάσης παραβάσεως των όρων του Συντάγματος». Την επιβολή ποινών αναλάμβανε δικαστήριο «προεδρευόμενο υπό του Προέδρου του Αρείου Πάγου».

ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΕΣ: Πολλές και εκπληκτικές οι ομοιότητες
Από καιρό σε καιρό η Ιστορία σε... τραβά από το μανίκι για να συγκρίνεις ασύγκριτες μεταξύ τους καταστάσεις και γεγονότα. Αλλά είναι τόσο πολλές και εκπληκτικές κάποτε οι ομοιότητες, ώστε συχνά πέφτεις στην παγίδα. Οπως συμβαίνει με τις εξεταστικές επιτροπές της Βουλής.
Η πρώτη επιτροπή, που θα μπορούσε να φέρει τον τίτλο εξεταστική, συγκροτήθηκε από την πρώτη κοινοβουλευτική κυβέρνηση στη χώρα μας (1844-1847). Πρωθυπουργός, ελέω Οθωνος, είναι ο Ι. Κωλέττης. Ο δαιμόνιος πολιτικός, εκτός των άλλων, προσωποποιεί το πελατειακό κράτος και διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία στη δημόσια διαφθορά.
Στη Βουλή τότε το «γαλλικό» κόμμα έχει την πλειοψηφία -νόθα και με συγκολλητική ουσία τις πελατειακές σχέσεις. Προς το τέλος της κυβερνητικής θητείας η αντιπολίτευση («αγγλικό» και «ρωσικό» κόμμα) έχουν συμπτύξει μέτωπο εναντίον του. Παραλλήλως, ισχυροί καπεταναίοι, που στήριζαν έως τότε τον πρωθυπουργό, σηκώνουν τις σημαίες της αντιπολίτευσης.
Τον Ιανουάριο του 1847, με αφορμή τα περίφημα τότε «μουσουρικά» (διπλωματικό επεισόδιο που οδήγησε στη διακοπή των σχέσεων Ελλάδας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας), η αντιπολίτευση θα αποτύχει να ανατρέψει τον Κωλέττη. Οι προσπάθειές της στην επόμενη φάση επικεντρώνονται στη Βουλή. «Ουδενός μέσου εφείδοντο εις τον κατά της κυβερνήσεως αγώνα» σημειώνει ο ιστορικός Γ. Ασπρέας, προσθέτοντας ότι η κατάπτωση της Βουλής «διήνοιγεν πληγάς επί του σώματος της Ελλάδος και έλκη εις τας ψυχάς των πολιτών». Πρόκειται για την πρώτη αμφισβήτηση του κοινοβουλευτισμού, που συμπίπτει με τη συγκρότηση της πρώτης εξεταστικής επιτροπής στη Βουλή...
Πηγή: Έθνος (Τ. ΚΑΤΣΙΜΑΡΔΟΣ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου